Από την Αλωση της Πόλης 562 χρόνια έχουν μεσολαβήσει. Δεν ήταν μία απλή πολιορκία, δεν ήταν διάλυση μίας απλής αυτοκρατορίας.

Η Κωνσταντινούπολη ξεκίνησε ως ιδέα του Μέγα Κωνσταντίνου το 330 μ.Χ και ταξίδεψε για χίλια και, χρόνια. Εγινε το κέντρο του κόσμου, έγινε κέντρο πολιτισμού και πλούτου. Υπάρχουν δεκάδες βιβλία, έγγραφα και μαρτυρίες που θα μπορούσαμε να παραθέσουμε για τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Σήμερα, ανήμερα της επετείου, θα εστιάσουμε στα βασικά σημεία της Αλωσης. Της πολιορκίας που χώρισε ουσιαστικά τη Δύση από την Ανατολή.

Οι αντίπαλοι

Ο τελευταίος αυτοκράτορας (και ο πρώτος που δεν εστέφη αυτοκράτορας στην Αγιά Σοφιά αλλά στον Αγιο Δημήτριο του Μυστρά της Πελοποννήσου) ήταν ο χριστιανός ορθόδοξος Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ετών 49. Αντίπαλός του, ο 20χρονος Οθωμανός, Μωάμεθ Β’ (στη συνέχεια, Μωάμεθ ο Πορθητής).

Οι συνθήκες λίγο πριν την άλωση

Η κατάσταση στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία είναι οικτρή. Η οικονομικοί πόροι της Βασιλεύουσας είναι σχεδόν ανύπαρκτοι. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στην προσπάθειά του να επανακάμψει το Βασιλειό του, τάσσεται υπερ της ενοποίησης της Εκκλησίας. Ξέρει πολύ καλά ότι ο κίνδυνος ελοχεύει και πρέπει να πάρει βοήθεια από τη Δύση. Αποφασίζει λοιπόν, την “Ενωση” των Εκκλησιών. Στις 12 Δεκέμβρη 1452 γίνεται στην Αγία Σοφία το “απαράδεκτο” όπως χαρακτηρίστηκε από τους χριστιανούς ορθόδοξους "ενωτικό συλλείτουργο" με τον Καρδινάλιο Ισίδωρο ως απεσταλμένο του Πάπα. Οι παριστάμενοι χαρακτηρίστηκαν αιρετικοί. Ο “πιστός” κόσμος έχοντας στο πλευρό του, τον ιερέα Γεννάδιο Σχολάριο, φέρεται να είπε “Καλύτερα να έρθουν οι Τούρκοι, παρά ο Πάπας” και ξεσηκώνει το πλήθος. Ο Κωνσταντίνος έχει τώρα να αντιμετωπίσει και την απειλή των Οθωμανών και το ξεσηκωμένο πλήθος. Περνούν 6 μήνες και η “Ενωση” δεν του προσφέρει καμμία βοήθεια.

Ο Μωάμεθ παραμονεύει. Θέλει την Κωνσταντινούπολη η οποία μπορεί να μην έχει τόσο πλούτο όσο κάποτε αλλά έχει ιστορία, έχει πολιτισμό. Παρά την αρχική του υπόσχεση στον Κωνσταντίνο ότι δεν πρόκειται να πολιορκήσει την Πόλη, προετοιμάζει το στρατό του.

Οι δυνάμεις και η έναρξη της Αλωσης

Η πολιορκία ξεκινά 5 Απριλίου 1453. Ο Μωάμεθ αποκλείει την Πόλη και ζητά την παράδοση της. Ο Κωνσταντίνος αρνείται και ο Μωάμεθ κατασκηνώνει έξω από την πύλη του Αγίου Ρωμανού. Η αναλογία βάσει ιστορικών, (επισημαίνεται ότι δεν υπάρχει ακριβής καταγραφή. Οι αριθμοί βασίζονται σε μαρτυρίες) είναι 15 προς 1. Οι Τούρκοι είναι 300.000 και οι Βυζαντινοί το πολύ 7.000- 8.000. Στο πλευρό των Βυζαντινών τάσσεται ο γενναίος Γενουάτης, Ιουστινιάνι.

Τα τείχη

Ο Μωάμεθ ξέρει ότι το πιο δύσκολο είναι να περάσει τα τείχη. Είναι τριπλά, περιβάλλουν όλη την Πόλη, το ύψος ξεκινά από 7 και φτάνει τα 27 μέτρα. Πριν τα τείχη προηγείται τάφρος με νερό. Ο Μωάμεθ συγκεντρώνει και άλλο στρατό και με τη βοήθεια του μηχανικού Ουρβανού, κατασκευάζει την Μπομπάρδα. Πρόκειται για ένα κανόνι 9 μέτρων που σχεδιάστηκε για να χτυπάει όλη μέρα τα τείχη μέχρι να τα ρίξει. Οι πρώτες επιθέσεις δεν έχουν αποτέλεσμα. Την ημέρα χτύπαγαν τα τείχη και το βράδυ οι Βυζαντινοί τα επιδιόρθωναν.

Η τελική επίθεση

21 Μαϊου 1453. Ο Μωάμεθ ζητά ξανά την παράδοση της Πόλης από τον Κωνσταντίνο με την υπόσχεση ότι δεν θα υπάρξει κανένας νεκρός. Η απάντηση του Κωνσταντίνου, σύμφωνα με τις πηγές, λέει: Δεν είναι δική μου η Πόλη για να στη δώσω. Ολοι έχουμε αποφασίσει να πεθάνουμε εδώ.

Ο Μωάμεθ αποφασίζει την τελική του επίθεση. Στήνεται ξανά έξω από την πύλη του Αγίου Ρωμανού και προετοιμάζεται για το τελικό χτύπημα.

28 Μαϊου 1453, αποφασίζεται να πραγματοποιηθεί Λειτουργία και οι Βυζαντινοί πηγαίνουν στην Αγία Σοφία να προσευχηθούν. Μαζί τους και ο αυτοκράτορας. Ο Κωνσταντίνος, κοινωνεί και ζητά συγχώρεση. Απευθύνεται στον κόσμο και φέρεται να δηλώνει: “Γνωρίσατε λοιπόν τούτο. Εαν ειλικρινά υπακούσετε ότι σας διέταξα, ελπίζω με τη βοήθεια Του Θεού θα αποφύγουμε τη δίκαιη τιμωρία του που κρέμεται επάνω μας”.

Ξημερώνει της Αγίας Θεοδοσίας. Τρίτη, 29 Μαϊου 1453. Η επίθεση του Μωάμεθ που έχει ξεκινήσει από τις 02:00 έχει αποτέλεσμα. Ο στρατός του είναι πάρα, πάρα πολύς για να τον αντιμετωπίσει ο “μονότατος” Αυτοκράτωρ όπως τον περιγράφουν οι πηγές γιατί πλην του Ιουστινιάνι κανείς άλλος δεν τον βοήθησε από τη Δύση. Στέκεται στην πύλη του Αγίου Ρωμανού μαζί με τον Ιουστινιάνι ο οποίος τραυματίζεται σοβαρά και οι άντρες του αποφασίζουν να τον μεταφέρουν στο καράβι. Βλέποντας τον πληγωμένο Ιουστινιάνι, ο Κωνσταντίνος τον παρακαλεί να μείνει. Τα τραύματά του όμως είναι πολύ σοβαρά. Ακούγεται μία φωνή “Εάλω το φρούριο”. Ο Αυτοκράτορας τότε, φώναξε: “Η Πόλη χάνεται και εγώ ακόμη ζω! Δεν θα βρεθεί ένας χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι;”.

Με τη φράση αυτή, πέφτει νεκρός από σπαθί γενίτσαρου και μαζί του και η αγαπημένη Πόλη…

Η επόμενη μέρα

Οσοι πρόλαβαν, διέφυγαν με καράβια. Οσοι δεν σφάχτηκαν, πουλήθηκαν σε σκλαβοπάζαρα. Ο Μωάμεθ αποφασίζει αργότερα να παραχωρήσει θρησκευτικά δικαιώματα στους εναπομείναντες και διέδωσε εντέχνως πως επιτρέπει τη χειροτονία Πατριάρχη τον οποίο τίτλο ανέλαβε ο Γεννάδιος Σχολάριος.