Στο «κόκκινο» και οι τράπεζες
<p>Η κάθετη πτώση των τιμών των μετοχών τους τις οδηγεί στον σχεδόν απόλυτο έλεγχο του ΤΧΣ</p>
Του Γιώγρου Ι. Δημητρομανωλάκη-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ (Ένθετο moneypro)
Tο ποσό των 25 δισ. ευρώ που επενδύθηκε τα τελευταία χρόνια από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) στις τράπεζες έχει σχεδόν εξανεμιστεί, αφού μετά βίας ξεπερνά τα 1,8 δισ. ευρώ. Η απομείωση πάνω από 92% της αξίας των τιμών των τραπεζικών μετοχών ξεπερνά τις προβλέψεις και των πλέον απαισιόδοξων, την ίδια ώρα που οι ιδιώτες μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών «τραβάνε τα μαλλιά τους» για την επενδυτική τους επιλογή, αφού ανάλογη είναι και η απομείωση της αξίας της επένδυσής τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα περίπου 2,9 δισ. ευρώ (4 δισ. δολάρια) που τοποθέτησε στη Eurobank προ δύο ετών το group υπό την ομάδα του fund Fairfax και του Prem Watsa αυτή τη στιγμή η αξία ανέρχεται σε περίπου 400 εκατ. ευρώ. Αμέσως μετά την επιβολή των capital controls και το κλείσιμο των τραπεζών, ήταν αναμενόμενο ότι οι τράπεζες θα σημείωναν κάθετη πτώση της αξίας τους. Ετσι, λοιπόν, υπό τις παρούσες συνθήκες, το ΤΧΣ (μέσω των Βρυξελλών και του μηχανισμού ESM) θα ενισχύσει τα κεφάλαια των τραπεζών με 10 δισ. ευρώ, έως ότου ανιχνευτούν και οριστικοποιηθούν οι πραγματικές ανάγκες τους μέσω των stress tests.
Σε κάθε περίπτωση, με δεδομένο ότι οι κεφαλαιοποιήσεις έχουν υποχωρήσει δραστικά, οι αυξήσεις των μετοχικών κεφαλαίων των τραπεζών, που θα καθοριστούν συνολικά πέριξ των 8 δισ. ευρώ, θα γίνουν σε τιμές ιδιαίτερα χαμηλές. Η εξέταση της κατάστασης των τραπεζών βρίσκεται σε εξέλιξη και, σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του κλάδου, τον Σεπτέμβριο θα έχει διαμορφωθεί η εικόνα των κεφαλαιακών αναγκών. Από το ύψος αυτών θα καθοριστεί κατά πόσον είναι εφικτή η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην ανακεφαλαιοποίηση. Αν τα απαιτούμενα κεφάλαια δεν είναι απαγορευτικά, θα καθοριστούν η δομή του εγχειρήματος και τα κίνητρα που θα δοθούν για την προσέλκυση ιδιωτών επενδυτών.
Τι θα κάνουν οι στρατηγικοί επενδυτές; Αυτή τη στιγμή, όπως πληροφορείται το «MoneyPro», τρία είναι τα δεδομένα:
1 Δεν υπάρχει καμία εικόνα για το εάν θα επενδύσουν οι στρατηγικοί επενδυτές στις ΑΜΚ των τραπεζών, όποτε και εάν γίνουν αυτές. Στη Eurobank, το Fairfax μαζί με άλλα τρία επενδυτικά funds κατέχει ποσοστό πέριξ του 65%, στην Πειραιώς οι Τσέχοι της PPF και οι άλλοι μεγάλοι μέτοχοι κοντά στο 20%, στην Εθνική ο όμιλος Λάτση κοντά στο 10% και στην Alpha Bank το Dubai Fund πέριξ του 6%. Στην περίπτωση που οι στρατηγικοί επενδυτές δεν λάβουν μέρος στην αύξηση, τα ποσοστά του ΤΧΣ στη Eurobank θα ανέλθουν στο 80%-85% και στις υπόλοιπες τράπεζες κοντά στο 95%.
Το μεγάλο ερώτημα που υπάρχει είναι τι θα κάνει ο επικεφαλής του Fairfax, Prem Watsa. Πληροφορίες αναφέρουν ότι ήδη στα βιβλία της μητρικής εταιρείας η αξία της εταιρείας έχει υποστεί απομείωση κατά περίπου 85%, ενώ γίνεται και πρόβλεψη της μελλοντικής αξίας της (βάση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων). Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος έχει μεταβεί και στις Βρυξέλλες, προκειμένου να συζητήσει με Ευρωπαίους αξιωματούχους για την τράπεζα, οι προθέσεις του παραμένουν θολές.
2 Στο ΤΧΣ και στον ESM υπάρχει η σκέψη, στην περίπτωση αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, να δοθούν κίνητρα στις διοικήσεις, εάν θέλουν να παραμείνουν, να βρουν το 10% της αύξησης, όπως ακριβώς είχε γίνει το 2013, κατά τη διάρκεια της πρώτης ΑΜΚ. Εάν πράγματι συμβεί αυτό, εκτιμάται ότι θα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για τις τράπεζες. Ετσι, για παράδειγμα, εάν χρειαστούν από 8 έως 10 δισ. ευρώ (σύμφωνα με το ήπιο σενάριο που αποκαλύψαμε προ μηνός), εκτιμάται ότι ένα ποσό από 800 εκατ. έως 1 δισ. ευρώ είναι δυνατόν να βρεθεί. Τραπεζική πηγή ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «είναι εφικτό, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, να βρεθούν αυτά τα χρήματα. Βέβαια, όλα θα εξαρτηθούν από τις πολιτικές εξελίξεις».
Αυξήσεις κεφαλαίου σε χαμηλές τιμές
Το τρίτο σενάριο είναι oι αυξήσεις των μετοχικών κεφαλαίων να γίνουν σε τιμές ιδιαίτερα χαμηλές. Δηλαδή, να ληφθεί υπόψη ο μέσος όρος των τελευταίων 50 ημερών, όπως ορίζει ο νόμος, ενώ θα πρέπει να αφαιρεθεί και ένα discount περίπου 15%-20% (που δίνεται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις), ώστε να καταστεί… ελκυστική η αύξηση.
Ετσι, για παράδειγμα, εάν σήμερα πραγματοποιούνταν αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στη Eurobank, θα έπρεπε να γίνει σε τιμές πέριξ του 0,10 ευρώ, ενώ στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών η αξία της μετοχής βρίσκεται πέριξ των 0,05 ευρώ.
Στην Πειραιώς, η αύξηση θα γινόταν στα 0,20 ευρώ, ενώ στο ταμπλό η μετοχή βρίσκεται πέριξ των 0,10 ευρώ, στην ΕΤΕ η ΑΜΚ θα γινόταν στα 0,8 ευρώ, ενώ η αξία της μετοχής βρίσκεται στα 0,5 ευρώ. Αντίστοιχη εικόνα υπάρχει και στην Alpha Bank, με την τιμή της μετοχής σήμερα να βρίσκεται στα 0,10 ευρώ, ενώ η αύξηση θα έπρεπε να γίνει (με τα σημερινά δεδομένα) στα 0,20 ευρώ. Επί της ουσίας, δηλαδή, θα ήταν ασύμφορη για τους ιδιώτες μετόχους.
Για να είναι συμφέρουσα η αύξηση, θα πρέπει οι τιμές των μετοχών να έχουν διπλασιάσει την αξία τους το αργότερο έως το τέλος του 2015, οπότε και θα γίνουν οι αυξήσεις μετοχικών κεφαλαίων. Σε αντίθετη περίπτωση, ολόκληρη την αύξηση θα την καλύψει το ΤΧΣ.
Τονίζεται ότι, εκτός από την ανακεφαλαιοποίηση ύψους 28 δισ. ευρώ που πραγματοποιήθηκε το 2013 για τις συστημικές τράπεζες, το καλοκαίρι του 2014 πραγματοποιήθηκαν νέες αυξήσεις κεφαλαίου ύψους 8,5 δισ. ευρώ από ξένους επενδυτές, με τις οποίες ενισχύθηκε η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις συστημικές τράπεζες, ενώ η Eurobank μέσω της αύξησης κεφαλαίου επέστρεψε σε ιδιωτικά χέρια. Μετά τη νέα επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών, τα κεφάλαια ύψους 35 δισ. ευρώ που μπήκαν στις τράπεζες τη διετία 2013-2014 κρίνονται ανεπαρκή.