Στο μικροσκόπιο της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας βρίσκεται ήδη η συνταγματικότητα και συμβατότητα με την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία της επιβολής capital controls, μετά από την προσφυγή εταιρείας  βρετανικών συμφερόντων.

Η εταιρεία στράφηκε κατά του υπουργού Οικονομικών και της πενταμελούς επιτροπής έγκρισης τραπεζικών συναλλαγών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

Από τους συμβούλους Επικρατείας ζητεί να ακυρωθούν οι αποφάσεις εκείνες που ρυθμίζουν το ζήτημα των περιορισμών στην ανάληψη μετρητών και τη μεταφορά κεφαλαίων, όπως και τον καθορισμό του μηνιαίου πλαφόν στα εξερχόμενα εμβάσματα.    

Εμμεσα ζητεί παράλληλα να ακυρωθούν και οι από 28.6.2015 και 18.7.2015 Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου με τις οποίες κηρύχθηκε τραπεζική αργία και επιβλήθηκε capital control.

Το υποκατάστημα της βρετανικής εταιρείας στη χώρα μας ιδρύθηκε σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και λειτουργεί με την άδεια που έχει λάβει η μητρική εταιρεία κατά το αγγλικό δίκαιο.

Υπογραμμίζει ότι από το capital control έχει υποστεί τεράστια οικονομική ζημιά, αφού δημιουργούνται προβλήματα όχι μόνο στα υποκαταστήματά της στην Ελλάδα και την Ευρώπη, αλλά και σε παγκόσμια ακτίνα. Και αυτό γιατί δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν συναλλαγές με τα υποκαταστήματα του ομίλου της στο εξωτερικό.

Κάτι που έχει ως συνέπεια -όπως σημειώνει- να τίθεται η εταιρεία εκτός της αγοράς και να αναγκάζεται να διακόψει τον κύκλο εργασιών της στην Ελλάδα.

Η επιβολή capital control, σύμφωνα με τη βρετανική εταιρεία, παραβιάζει σωρεία διατάξεων του Συντάγματος, της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΛΕΕ) και της ευρωπαϊκής και ελληνικής νομοθεσίας, αλλά είναι και αντίθετο με τη νομολογία του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.