Οι μεγαλύτεροι που θέλουν να ξαναγίνουν για λίγο παιδιά και οι νεότεροι που θέλουν να γνωρίσουν τα εφηβικά αναγνώσματα των πατεράδων τους, έχουν τώρα το βιβλίο «Ήρωες του Στέλιου Ανεμοδουρά» το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Comics and Publications, με επιμέλεια του Λεωκράτη Ανεμοδουρά, συνεχιστή των εκδόσεων και εγγονού του αείμνηστου δημιουργού.

  Ο τόμος των 340 σελίδων που ξαναζωντανεύει Μικρό Ήρωα, Μπλέκ, Ζαγκόρ, Ομπράξ και Υπεράνθρωπο, θα παρουσιασθεί την Κυριακή 15/11, στις 3 το απόγευμα και στα πλαίσια του Φεστιβάλ Athens Con , στο Τάε Κβο Ντο Παλαιού Φαλήρου, όπου στο Περίπτερο Β21 οι ιστορικοί συγγραφείς του Ανεμοδουρά (1917- 2000 ) θα υπογράφουν τα βιβλία με έκπτωση 25%.

   Το ΑΠΕ- ΜΠΕ δημοσιεύει ένα νέο, αδημοσίευτο κείμενο του Γιώργου Βλάχου, για να θυμίσει τη λαϊκή γραφή που κέρδισε τη νεολαία των δεκαετιών 1950- 1970 μέσα από ιστορίες φαντασίας, ελευθερίας, ξεγνοιασιάς αλλά και ήθους και αξιοπρέπειας. Το φωτογραφικό υλικό ανήκει σε παλιότερα τεύχη του Μικρού Ήρωα.

  

   Ο ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΑΣ στα νύχια του θανάτου

   Το Παιδί-Φάντασμα, το ηρωικό Ελληνόπουλο, που έχει τάξει τη ζωή του στην απελευθέρωση της πατρίδας του από τον ζυγό του βάρβαρου κατακτητή, ζει ίσως τις τελευταίες στιγμές του*.

   Από στιγμή σε στιγμή, η μικρή αυτοσχέδια βόμβα, που έχει τοποθετήσει στα βαρέλια με τα καύσιμα στο υπόγειο του γενικού Aρχηγείου των γερμανικών δυνάμεων Κατοχής στην Ελλάδα, θα εκραγεί. Και τότε, το ξενοδοχείο-στρατηγείο της Κηφισιάς θα ανατιναχθεί με όλους όσους βρίσκονται σε αυτό.

   Μαζί με τους εχθρούς της πατρίδας του θα σκοτωθεί και ο ίδιος, αφού βρίσκεται παγιδευμένος κι άοπλος στην υπόγεια αποθήκη καυσίμων μεταμφιεσμένος σε Γερμανό αξιωματικό.

   Απέξω τον πολιορκεί σχεδόν ολόκληρη η φρουρά του Αρχηγείου.

   Οι Γερμανοί, όμως, δεν τολμούν να του επιτεθούν. Φοβούνται ότι οι σφαίρες από τα αυτόματά τους θα χτυπήσουν και τα βαρέλια με τη βενζίνα!

   Περιμένουν να εκδηλώσει την επίθεσή του πρώτο το Παιδί-Φάντασμα. Αν, ωστόσο, ήξεραν πως ο θάνατός τους πλησιάζει με γοργά βήματα, θα είχαν τραπεί σε φυγή για να σωθούν.

   Παρόλο, που η κατάσταση είναι απελπιστική, ο Γιώργος δεν χάνει το κουράγιο του. Ελπίζει πως έστω και την τελευταία στιγμή θα βρει τον τρόπο να σωθεί.

   Η πεποίθησή του, ότι όσο ζει, ελπίζει, τον έχει σώσει σε πολλές παρόμοιες δύσκολες καταστάσεις. Ακόμα και όταν το χέρι του θανάτου, όπως και τώρα, σχεδόν τον είχε αγγίξει με τα παγωμένα δάχτυλά του. Ξέρει πως κάποια μέρα μπορεί να σκοτωθεί, πολεμώντας τους Γερμανούς. Για αυτό, ο θάνατος δεν τον φοβίζει.

   Αλλά αυτή τη στιγμή, ειδικά, υπάρχουν δυο λόγοι για τους οποίους πρέπει να σωθεί με κάθε τρόπο.

   Πρώτα πρώτα, επειδή πρέπει να πληροφορηθεί το Συμμαχικό Στρατηγείο στο Κάιρο για το σχέδιο της ''Επιχείρησης Χ'' των Γερμανών και κατόπιν, επειδή η αγαπημένη του Κατερίνα κινδυνεύει θανάσιμα σε αποστολή, όπου ο ίδιος την έχει στείλει.

   Το μόνο που του απομένει, είναι να τα παίξει όλα για όλα και να δράσει αστραπιαία. Ξέρει πως είναι καταδικασμένος και δεν έχει να χάσει τίποτα περισσότερο. Αντίθετα, αν το σχέδιό του πετύχει, υπάρχει κάποια ελπίδα να τα καταφέρει, μολονότι οι λογικές πιθανότητες είναι ελάχιστες.

   Με γοργές κινήσεις αποσπάει το φιτίλι, που κόντευε να φτάσει στο μπαρούτι του αυτοσχέδιου εκρηκτικού μηχανισμού. Παίρνει προσεκτικά τις δυο απασφαλισμένες χειροβομβίδες από τη λαβή τους και πλησιάζει στην πόρτα. Τις χτυπάει ελαφρά στον τοίχο, για να τις ενεργοποιήσει, και αρχίζει να μετράει από μέσα του: ένα, δύο, τρία δευτερόλεπτα...

   Ανοίγει απότομα την πόρτα και τις πετάει όσο πιο μακριά μπορεί στον διάδρομο. Και πριν προλάβουν οι Γερμανοί να αντιδράσουν, ξανακλείνει αμέσως την πόρτα, κολλώντας το σώμα του στον τοίχο.

   Το επόμενο δευτερόλεπτο μια τρομακτική έκρηξη συγκλονίζει το κτίριο, καλύπτοντας με τον εκκωφαντικό κρότο της τις κραυγές τρόμου και πόνου των Γερμανών, που τον πολιορκούσαν.

   Το ωστικό κύμα της έκρηξης ξεκολλάει την πόρτα από τους μεντεσέδες της και την πετάει μερικά μέτρα μέσα στο δωμάτιο. Ταυτόχρονα πυκνοί καπνοί γεμίζουν τον χώρο, κάνοντας τα μάτια του να τσούξουν.

   Σκεπάζει με την παλάμη του το στόμα του και τα ρουθούνια του. Χωρίς να χάσει χρόνο πετάγεται στον διάδρομο. Μπροστά του αντικρίζει θολό από τους καπνούς ένα τοπίο φρίκης και καταστροφής. Γκρεμισμένοι τοίχοι και πεσμένοι Γερμανοί στρατιώτες. 'Αλλοι είναι ακίνητοι, νεκροί, και άλλοι σπαρταρούν βογκώντας από πόνο. Ανεβαίνει τη σκάλα τρέχοντας σκυφτός, για να μη δίνει στόχο.

   Στο ισόγειο πανικόβλητοι στρατιώτες και αξιωματικοί τρέχουν, μη ξέροντας τι ακριβώς είχε συμβεί στο υπόγειο, όπου η φρουρά του κτιρίου είχε παγιδέψει έναν πράκτορα του εχθρού.

   -Έριξε εμπρηστική χειροβομβίδα...! Γρήγορα, όλοι έξω! Η φωτιά θα φτάσει τα βαρέλια της βενζίνας! Το κτίριο θα ανατιναχθεί! φωνάζει ο Γιώργος.

   Όσοι τον ακούν δεν έχουν κανένα λόγο να μην πιστέψουν έναν Γερμανό αξιωματικό, έστω και με κρυμμένο το πρόσωπο, που τρέχει κι αυτός έξω να σωθεί. Ο πανικός τους και η σύγχυση πολλαπλασιάζονται, καθώς η απειλή για την έκρηξη μεταδίδεται γοργά και στους υπόλοιπους.

   Μέσα στη σύγχυση το Παιδί-Φάντασμα καταφέρνει να βγει από το κτίριο απαρατήρητο.

   Τρέχοντας φτάνει στο αυτοκίνητο του φον Στούλε, του οποίου έχει πάρει τα χαρακτηριστικά, με το οποίο είχε έρθει στη σύσκεψη της ανωτάτης διοίκησης.

   Το αυτοκίνητο είναι παρκαρισμένο μερικά μέτρα μακριά από το Αρχηγείο.

   Πηδάει γοργά στη θέση του οδηγού και πριν καλά καλά κλείσει την πόρτα του, έχει κιόλας ξεκινήσει.

   Η βίλα του φον Στούλε βρίσκεται και αυτή στην Κηφισιά. Δεν θα χρειαστεί περισσότερο από δέκα λεπτά για να είναι εκεί.

   Προσεύχεται η Κατερίνα να μην έχει φτάσει ακόμα, επειδή είχε ξεκινήσει μετά τον Γιώργο με το ποδήλατό της από το κρησφύγετό τους, κάπου στους Αμπελοκήπους.

   Η παγίδα

   Στο μεταξύ, η Κατερίνα ανύποπτη για την παγίδα που πάει να πέσει, φτάνει κοντά στη βίλα του φον Στούλε. Αφήνει το ποδήλατο ένα τετράγωνο μακριά και περπατώντας ήρεμα πλησιάζει στην είσοδο του μεγάλου κήπου, που περιβάλλει την αρχοντική βίλα-πύργο της Κηφισιάς.

   Ο φρουρός στην είσοδο αναγνωρίζει την Μαρλένε Στράους, την όμορφη γραμματέα του φον Στούλε, και χαιρετώντας την χαμογελαστά, της ανοίγει την πύλη.

   Στο χαμόγελό του υπάρχει μια ελαφριά ειρωνεία, που η Κατερίνα αντιλαμβάνεται. Οι συγκρούσεις της με τον εχθρό όλο αυτόν τον καιρό έχουν εξασκήσει το ένστικτό της και ένα καμπανάκι μέσα της την ειδοποιεί, πως κάτι ύποπτο συμβαίνει. Παρ' όλα αυτά ανταποδίδει τον χαιρετισμό στον φρουρό, χαμογελώντας, και περνάει μέσα στον κήπο.

   Από τη στιγμή αυτή όλες οι αισθήσεις τίθενται σε κατάσταση συναγερμού.

   Ο φρουρός, κλείνοντας την πύλη πίσω της, μπαίνει στο φυλάκιό του και σηκώνει το ακουστικό του εσωτερικού τηλεφώνου. Ειδοποιεί μονολεκτικά.

   -Ήρθε!

   Και κατεβάζει το ακουστικό.

   Η Κατερίνα ψάχνει με το βλέμμα της ολόγυρα για τον κίνδυνο, που νιώθει να την παραμονεύει. Με την άκρη του ματιού της προλαβαίνει να δει τη σιλουέτα ενός άνδρα, πίσω από τα κλειστά τζάμια σε παράθυρο του δεύτερου ορόφου.

   Ο άνδρας αποτραβιέται γρήγορα πίσω από το παράθυρο, μόλις η Κατερίνα αρχίζει να σηκώνει το βλέμμα της προς τα πάνω.

   Σαν να μη συμβαίνει τίποτα, η Ελληνοπούλα πλησιάζει με σταθερό βήμα στη μαρμάρινη σκάλα του μεγαλόπρεπου πέτρινου οικήματος. Κοιτάζει γύρω της και με μια αστραπιαία κίνηση κρύβεται πίσω από έναν φουντωτό θάμνο, που την καλύπτει ολόκληρη.

   Περιμένει λίγα λεπτά και η έμπνευσή της να κρυφτεί ανταμείβεται. Η πόρτα της εισόδου ανοίγει. Στο κατώφλι εμφανίζεται ένας άνδρας ντυμένος με στολή Γερμανού αξιωματικού. Είναι ο ίδιος, που η Κατερίνα είχε προσέξει να την παρακολουθεί από το παράθυρο.

   Περιφέρει το βλέμμα του απορημένος, και μη βλέποντας πουθενά την κοπέλα, βγάζει από τη θήκη το πιστόλι του και με γοργά βήματα κατεβαίνει στον κήπο.

   Σχεδόν τρέχοντας, παίρνει το πλακόστρωτο μονοπάτι που οδηγεί στο πίσω μέρος του σπιτιού.

   Η Κατερίνα περιμένει να στρίψει πρώτα στη γωνία. Ύστερα, βγαίνει γρήγορα από την κρυψώνα της και μπαίνει στο σπίτι από την ανοικτή, αφύλακτη πόρτα.

   Ο Γιώργος της είχε εξηγήσει τα κατατόπια και δεν δυσκολεύεται να βρει το γραφείο του φον Στούλε στο ισόγειο.

   Η πόρτα του γραφείου είναι κλειστή, αλλά όχι κλειδωμένη. Την ανοίγει χωρίς δισταγμό και μπαίνει μέσα, κλείνοντάς την πίσω της.

   Τρέχει στο βαρύ δρύινο γραφείο του Γερμανού συνταγματάρχη. Πάνω πάνω σε μια στοίβα από φακέλους εντοπίζει το ντοσιέ με τον κώδικα αποκρυπτογράφησης της ''Επιχείρησης Χ''.

   Η Κατερίνα ανοίγει βιαστικά το ντοσιέ, βγάζει από την τσέπη της μια μικροσκοπική αλλά με πανίσχυρο φακό φωτογραφική μηχανή και φωτογραφίζει με ταχύτητα τις τρεις τέσσαρες σελίδες του εγγράφου με τον μυστικό κώδικα. Ύστερα ρίχνει τη μηχανή στην τσέπη της φούστας της, κλείνει το ντοσιέ, το ξαναβάζει στη θέση του και κρύβεται πίσω από τον καναπέ στον τοίχο.

   Ήταν καιρός, γιατί στον διάδρομο ακούγονται βιαστικά βήματα. Η πόρτα ανοίγει απότομα και στο κατώφλι της εμφανίζεται το πρόσωπο του άντρα, που την έψαχνε προηγουμένως. Στο χέρι του κρατάει προτεταμένο το πιστόλι του έτοιμος να πυροβολήσει. Ρίχνει μια ματιά στο δωμάτιο. Διαπιστώνει πως το πολύτιμο ντοσιέ βρίσκεται στη θέση του, πλησιάζει, το ανοίγει και διαπιστώνει ότι τα έγγραφα είναι στη θέση τους, μετά με έναν στεναγμό ανακούφισης βγαίνει από το δωμάτιο, κλείνοντας την πόρτα πίσω του.

   Η Κατερίνα, μην ακούγοντάς τον να απομακρύνεται στον διάδρομο, υποθέτει πως θα έχει κρυφτεί κάπου έξω, περιμένοντάς την, για να την υποδεχτεί κατάλληλα.

   Παρά τη δύσκολη θέση της, χαμογελάει με το πάθημά του και αφού παραμένει λίγα λεπτά στην κρυψώνα της, για να βεβαιωθεί πως δεν θα μπει κάποιος ξαφνικά στο δωμάτιο, σηκώνεται και με αθόρυβα βήματα πλησιάζει στο παράθυρο. Κοιτάζει έξω με προφυλάξεις και το ανοίγει. Διασκελίζει το περβάζι και πηδάει ανάλαφρα σαν γάτα στο έδαφος του κήπου, από ύψος λιγότερο από τρία μέτρα.

   Τοίχο τοίχο και πίσω από τους φουντωτούς θάμνους στο παρτέρι, θέλει να φτάσει στη γωνία και από εκεί να βρει κάποιο τρόπο να βγει από τον κήπο, αποφεύγοντας την κεντρική πύλη.

   Ένα πλατάνι στον μαντρότοιχο από την άλλη μεριά του κεντρικού δρόμου ρίχνει μερικά κλαδιά του στον απόμερο δρόμο. Για την άριστα γυμνασμένη Κατερίνα είναι παιχνιδάκι να σκαρφαλώσει στο δένδρο και από εκεί να πηδήξει στον δρόμο.

   Ετοιμάζεται να διασχίσει την απόσταση τρέχοντας, όταν μια φωνή πίσω της σε ειρωνικό τόνο την διατάζει:

   -Ακίνητη, φροϊλάιν Στράους ή μήπως φροϊλάιν Κατερίνα;

   Η Κατερίνα γυρίζει ξαφνιασμένη. Από τη γωνία έχει ξεπροβάλει ένας Γερμανός υπαξιωματικός, που την πλησιάζει. Στο χέρι του κρατάει πιστόλι, με το οποίο, τη σημαδεύει. Αφού ξεπερνάει την πρώτη έκπληξη η Κατερίνα, αποφασίζει να δράσει αιφνιδιαστικά, παίζοντας τα όλα για όλα. Οι ελπίδες επιτυχίας της είναι ελάχιστες. Αν δεν επιχειρήσει, δεν θα έχει καμιά.

   Για μια μόνο στιγμή μετράει με το βλέμμα την απόσταση που τους χωρίζει. Δεν είναι περισσότερο από δυο μέτρα. Γέρνει το κορμί της σαν να θέλει να φύγει προς τα εκεί. Ο στρατιώτης στρέφει ελαφρά τη σκόπευση του πιστολιού του και αρχίζει να πιέζει τη σκανδάλη.

   Τότε η Κατερίνα αστραπιαία ορμάει πάνω του και τον πιάνει από τον καρπό. Με μια απότομη λαβή του σηκώνει το χέρι ψηλά, καθώς αυτός έχει πατήσει τη σκανδάλη και η σφαίρα ταξιδεύει στον ουρανό. Η επόμενη κίνηση της Κατερίνας υποχρεώνει τον Γερμανό να αφήσει το πιστόλι να του πέσει στο έδαφος.

   Ο φρουρός όμως είναι χειροδύναμος και εκπαιδευμένος. Αντιδρά ακαριαία αναγκάζοντας την Κατερίνα από επιτιθέμενη να βρεθεί σε θέση άμυνας.

   Το Παιδί-Φάντασμα επεμβαίνει

   Την ίδια ώρα έξω από τη βίλα το αυτοκίνητο του φον Στούλε, με τον μεταμφιεσμένο Γιώργο στο τιμόνι, φρενάρει απότομα, κάνοντας τα λάστιχα να στριγκλίσουν, καθώς σέρνονται στην άσφαλτο. Το ηρωικό Ελληνόπουλο με τα χαρακτηριστικά και τη στολή του Γερμανού συνταγματάρχη βγάζει το κεφάλι του από το παράθυρο και μιμούμενος τη φωνή του Στούλε διατάζει τον φρουρό.

   -'Ανοιξε γρήγορα την πόρτα!

   Ο Γερμανός στρατιώτης αναγνωρίζει τον ''φον Στούλε'' και τσακίζεται να υπακούσει.

   Καθώς το αυτοκίνητο διασχίζει την πύλη, ο φαντάρος χαιρετά στρατιωτικά και ταυτόχρονα πληροφορεί τον προϊστάμενό του.

   -Μέσα στο σπίτι βρίσκεται μια κατάσκοπος του εχθρού, συνταγματάρχα μου...!

   -Το ξέρω, ηλίθιε...! Εγώ, ειδοποίησα! Για αυτό βιάζομαι!

   Παρά τον άψογο τρόπο με τον οποίον υποδύεται τον Γερμανό συνταγματάρχη της γερμανικής Αντικατασκοπείας, ένα παγωμένο χέρι σφίγγει την καρδιά του Γιώργου. Θα προλάβει ζωντανή την Κατερίνα;

   Διασχίζει τον στρωμένο με γαρμπίλι διάδρομο, πατώντας ως το τέρμα το γκάζι και κάνοντας τη μηχανή του αυτοκινήτου να μουγκρίσει σαν πληγωμένο θηρίο. Οι ρόδες πατινάρουν στο μαλακό χαλίκι του διαδρόμου, αφήνοντας πίσω τους ένα σύννεφο σκόνης.

   Μόλις φτάνει στη σκάλα της βίλας και πριν καλά καλά το αυτοκίνητο σταματήσει, ο Γιώργος έχει πηδήξει έξω από αυτό, κρατώντας το πιστόλι που υπήρχε στο ντουλαπάκι του αυτοκινήτου. Δεν ξέρει πού είναι η Κατερίνα, αλλά μάλλον θα την έχουν πιάσει και θα την ανακρίνουν στο υπόγειο ή στο γραφείο του συνταγματάρχη.

   Δεν προλαβαίνει να ανέβει τη σκάλα, όταν ακούει τον πυροβολισμό από το πίσω μέρος της βίλας. Σταματάει και, τρέχοντας με μεγάλους διασκελισμούς, κατευθύνεται προς τα εκεί.

   -Κατερίνα! βογκάει με απόγνωση, καθώς ξεχώρισε από τον κρότο του πυροβολισμού, ότι επρόκειτο για λούγκερ, πιστόλι που χρησιμοποιούν οι Γερμανοί στρατιώτες.

   Στρίβει στη γωνία με την καρδιά σφιγμένη για το τι πρόκειται να αντικρίσει. Βλέπει τον Γερμανό να έχει καταφέρει μια δυνατή γροθιά στην Ελληνοπούλα. Αυτή με ένα βογκητό πόνου πέφτει προς τα πίσω, μισοχάνοντας τις αισθήσεις της. Ο Γερμανός σκύβει, παίρνει το πιστόλι του και τη σημαδεύει, περιμένοντάς την να συνέλθει.

   Ο Γιώργος επανακτεί την ψυχραιμία του και με σταθερή φωνή φωνάζει στον φρουρό.

   -Μπράβο, λοχία...!

   Ο φρουρός γυρίζει ξαφνιασμένος και βλέπει μπροστά του τον συνταγματάρχη φον Στούλε. Στέκεται σε στάση προσοχής. Κατόπιν, χτυπώντας τη μπότα του με δύναμη στο έδαφος, σηκώνει το δεξί του χέρι, που κρατά ωστόσο ακόμα το πιστόλι, και χαιρετά ναζιστικά.

   -Χάιλ, Χίτλερ!

   -Ζιγκ χάιλ! του ανταποδίδει ο Γιώργος τον χαιρετισμό.

   Η Κατερίνα αρχίζει να σηκώνεται αργά. Ο Γιώργος την βλέπει και προτείνοντάς της το πιστόλι του την διατάζει άγρια.

   -Μείνε εκεί που είσαι, φροϊλάιν Κατερίνα...! Εγώ θα σου πω πότε θα σηκωθείς...! Ω, τα θερμά μου συγχαρητήρια για την άψογη μεταμφίεσή σας... Αν δεν το ήξερα, ούτε κι εγώ θα μπορούσα να σε ξεχωρίσω από την Μαρλένε Στράους, τη γραμματέα μου!

   Στο μεταξύ, έχοντας ακούσει τον πυροβολισμό, και ο άνδρας που έψαχνε την Κατερίνα προηγουμένως, εμφανίζεται τρέχοντας από την άλλη μεριά του σπιτιού. Στο χέρι του κρατάει κι αυτός πιστόλι έτοιμος να πυροβολήσει. Το κατεβάζει, μόλις διαπιστώνει ότι η κατάσταση ελέγχεται από τον λοχία και τον προϊστάμενό του, συνταγματάρχη φον Στούλε.

   Ο Γιώργος αναγνωρίζει στο πρόσωπό του τον λοχαγό Χάινριχ Μένγκελ, βοηθό του διοικητή της Ες-Ντε στην Αθήνα.

   Ανταλλάσσουν τον ναζιστικό χαιρετισμό και το Παιδί-Φάντασμα με τις αισθήσεις του σε επιφυλακή, να μην κάνει κάποιο μοιραίο λάθος στη συμπεριφορά του, ρωτάει τον λοχαγό.

   -Μπήκε στο γραφείο μου;

   -Δεν το νομίζω, συνταγματάρχα μου. Όπως μας είχατε ειδοποιήσει, την περιμέναμε να έρθει. Μόλις μπήκε στον κήπο, ο φρουρός της πύλης με ενημέρωσε και την παρακολουθούσα, καθώς ερχόταν στο σπίτι. Φαίνεται, όμως, πως κατάλαβε την παγίδα και δεν χτύπησε να της ανοίξουμε. Προφανώς έψαχνε να βρει κάποια άλλη είσοδο να μπει κρυφά...

   Όσο μιλούσε ο λοχαγός, ο Γιώργος κάνει ένα αδιόρατο νόημα στην Κατερίνα, για να καταλάβει ότι είναι αυτός και όχι ο πραγματικός φον Στούλε.

   -Κατέβηκα στον κήπο κι έψαξα να την βρω. Θα είχε κρυφτεί κάπου, περιμένοντας μια κατάλληλη ευκαιρία.

   -Δηλαδή, δεν πρόλαβε να μπει στο γραφείο μου;

   -Ασφαλώς και όχι! Το ντοσιέ σας βρίσκεται απείραχτο πάνω στο γραφείο σας, όπως το είχατε αφήσει.

   Με την άκρη του ματιού του ο Γιώργος προσέχει την Κατερίνα, που με ένα ανεπαίσθητο βλέμμα του δείχνει την τσέπη της.

   -Λοχαγέ, πάρε την και έλα μαζί μου. Θα την πάμε να την ανακρίνουμε στο αρχηγείο μας.

   -Με όλο τον σεβασμό, συνταγματάρχα μου, αυτό είναι δουλειά της Γκεστάπο. Γιατί δεν τους ειδοποιούμε, να έρθουν, για να την παραλάβουν;

   -Γιατί, αυτοί εκεί πέρα δεν θα ενδιαφερθούν να μου βρουν τη γραμματέα μου. Θα την σακατέψουν, προσπαθώντας να μάθουν άλλες πληροφορίες, που και αυτές πάλι αφορούν περισσότερο εμάς παρά αυτούς. Πάμε!

   Το επιχείρημα του Γιώργου ήταν απόλυτα κατανοητό σε κάθε Γερμανό αξιωματικό, που ήξερε την αντιπαλότητα στα όρια του μίσους ανάμεσα στις διάφορες μυστικές υπηρεσίες των δυνάμεων Κατοχής.

   -Στις διαταγές σας, μάιν χερ όμπερστ! (κύριε συνταγματάρχα μου!).

   -Πάρε εσύ, αυτό... λέει ο Γιώργος στην Κατερίνα, "...να καθαρίσεις το πρόσωπό σου από τα μασκαραλίκια!" δίνοντάς της το μαντήλι του.

   Και καθώς η Κατερίνα καθαρίζει το πρόσωπό της από τις κρέμες της μεταμφίεσης, ο Γιώργος την σπρώχνει προς το αυτοκίνητο, πιέζοντας ελαφρά το πιστόλι του στα πλευρά της(..)

Το εξώφυλλο