H «οικογενειοκρατία» είναι το βασικό γνώρισμα των ελληνικών επιχειρήσεων
<p>Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου της ΕΣΕΕ</p>
H «οικογενειοκρατία» εξακολουθεί να είναι το βασικό γνώρισμα των ελληνικών επιχειρήσεων (ανεξαρτήτως νομικής μορφής), όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης Ελληνικού Εμπορίου της ΕΣΕΕ.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις φαίνεται να δείχνουν σημαντικές αντιστάσεις στο ενδεχόμενο παύσης εργασιών, καθώς 8 στις 10 οι επιχειρήσεις θεωρούν ότι δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος ή αποτελεί πολύ μικρή πιθανότητα, ενώ περίπου 4 στις 10 έχουν εξασφαλίσει τη συνέχιση της λειτουργίας τους, προετοιμάζοντας το μέλλον από σήμερα. Αντίθετα, οι μικρότερες επιχειρήσεις εμφανίζουν μικρότερα ποσοστά αισιοδοξίας ως προς τη συνέχιση των εργασιών τους και τη σκοπιμότητα διατήρησης της λειτουργίας τους.
Συγκεκριμένα, στην τελευταία έρευνα κρίθηκε σκόπιμο να προστεθούν δύο ερωτήματα που αφορούν το κατά πόσον οι επιχειρήσεις έχουν (ή δεν έχουν) εξασφαλίσει τη συνέχιση της εμπορικής τους δραστηριότητας, μετά τη συνταξιοδότηση και με ποιον τρόπο.
Στις ΟΕ, ΕΕ και Ατομικές Επιχειρήσεις (ΑτΕ), ανεξαρτήτως τομέα δραστηριότητας, τα δύο τρίτα δηλώνουν ότι δεν έχουν εξασφαλίσει τη συνέχεια της επιχείρησης, επιλογή η οποία δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο σε αντικειμενική αδυναμία, αλλά πιθανόν αποτελεί ένδειξη ότι οι μικρές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν δυσχέρειες, ώστε πολλές να μην θεωρούν ίσως σκόπιμη τη συνέχισή τους. Περαιτέρω, το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι έχουν εξασφαλίσει τη μελλοντική λειτουργία της επιχείρησης ανέρχεται στο 22,3%. Μεταξύ των τριών επιμέρους τομέων, το μεγαλύτερο ποσοστό αρνητικών απαντήσεων υπάρχει στις μικρές επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου (69%).
Στις ΑΕ και ΕΠΕ, ανεξαρτήτως τομέα δραστηριότητας, το ποσοστό των εταιρειών που δηλώνουν ότι έχει εξασφαλιστεί η μελλοντική λειτουργία της επιχείρησης ανέρχεται στο 41% περίπου, ποσοστό διπλάσιο σχεδόν από το αντίστοιχο των μικρότερων επιχειρήσεων, ένδειξη ότι αντιμετωπίζουν το μέλλον με σχετικά μεγαλύτερη αισιοδοξία και προετοιμάζονται αναλόγως. Όμως, και σε αυτό το επίπεδο εντοπίζεται κάποια αβεβαιότητα, εφόσον οι 3 στις 10 εταιρείες αδυνατούν (ή αποφεύγουν) να πάρουν θέση. Από τομεακή άποψη, περισσότερο αρνητική φαίνεται ότι είναι η κατάσταση στο εμπόριο αυτοκινήτων, τον τομέα που εμφανίζει τα υψηλότερα ποσοστά αρνητικών απαντήσεων (34,6%), αλλά και αβεβαιότητας (38,5%).
Το επόμενο ερώτημα απευθύνθηκε σε όσους είχαν δηλώσει ότι εξασφάλισαν τη συνέχιση και ότι διερευνήθηκε ο τρόπος που επέλεξαν για το σκοπό αυτό. Τα ευρήματα αποκαλύπτουν ότι κύριο χαρακτηριστικό των επιχειρήσεων αυτών (ανεξαρτήτως νομικής μορφής) είναι η «οικογενειοκρατία».
Όπως είναι φυσικό, η συντριπτική πλειοψηφία των ΟΕ, ΕΕ και ΑτΕ, (σχεδόν 91%) δήλωσε ότι η συνέχιση της δραστηριότητας θα «περνούσε» σε μέλος της οικογένειας. Αλλά και στο επίπεδο των ΑΕ και ΕΠΕ, ποσοστό σχεδόν 78% δήλωσε ότι η συνέχιση αποτελούσε έργο μελών της οικογένειας, ενώ η ανάληψη της ευθύνης από άλλον εταίρο συγκέντρωσε ποσοστό λιγότερο από 20% των θετικών αναφορών.
Παύση εργασιών
Στην έρευνα διερευνήθηκε η πιθανότητα παύσης εργασιών (λουκέτου) στο εμπόριο το 2015. Μεγαλύτερες αντιστάσεις στην εξέλιξη αυτή φαίνεται να έχουν οι ΑΕ-ΕΠΕ, όπου ξεπέρασαν τις 8 στις 10 οι επιχειρήσεις που θεωρούν ότι δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος ή αποτελεί πολύ μικρή πιθανότητα. Από τομεακή άποψη, η μερίδα των αισιόδοξων εταιρειών είναι μεγαλύτερη στο λιανικό εμπόριο (σχεδόν 93%) και πολύ μικρότερη στο εμπόριο αυτοκινήτων-ανταλλακτικών (περίπου 69%).
Στις ΟΕ, ΕΕ και ΑτΕ, είναι λίγο χαμηλότερο (71%) το ποσοστό όσων αισθάνονται ασφαλείς, παραμένει, όμως, υψηλό, πιθανόν επειδή έχει ήδη προηγηθεί τα προηγούμενα έτη το «κύμα των λουκέτων», όπως σημειώνεται στην έρευνα. Παρ' όλα αυτά στις επιχειρήσεις αυτές η πιθανότητα λουκέτου είναι εντονότερη (16,5%) σε σχέση με τις ΑΕ-ΕΠΕ, εξαιτίας της μειωμένης δυνατότητας που διαθέτουν, για να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό.
Από τομεακή άποψη, στις ΟΕ, ΕΕ και ΑτΕ, σχετικά μεγαλύτερος κίνδυνος λουκέτου εντοπίζεται στο λιανικό εμπόριο, όπως δηλώνει σχεδόν το 17% των επιχειρήσεων του τομέα. Από την άλλη πλευρά, η μεγαλύτερη αισιοδοξία φαίνεται να υπάρχει στο χονδρικό εμπόριο, όπου το 73,2% των επιχειρήσεων κλίνουν υπέρ της θετικής άποψης, θεωρώντας μικρή ή ανύπαρκτη την πιθανότητα λουκέτου, το ποσοστό αυτό, όμως, είναι μικρότερο κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με την περυσινή έρευνα.
Αναγκαίες οι διορθωτικές κινήσεις από τις επιχειρήσεις
Στοιχείο έρευνας αποτέλεσαν και οι απόψεις των επιχειρήσεων σχετικά με τα μέτρα που συνήθως λαμβάνονται από αυτές για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης. Από τις απαντήσεις προκύπτει μεγάλη υποχώρηση του ποσοστού των επιχειρήσεων που δήλωσαν ότι δεν προτίθενται να λάβουν άλλα μέτρα. Στην παρούσα έρευνα, οι σχετικές δηλώσεις κάλυψαν μόνο το 10,2% των AE και ΕΠΕ και το 18,4% των ΟΕ, ΕΕ και ΑτΕ, γεγονός που καταδεικνύει ότι η «ανατροπή» των δεδομένων επιτάσσει και πάλι διορθωτικές κινήσεις.
Για όσες λάβουν μέτρα, στις ΑΕ και ΕΠΕ, ανεξαρτήτως τομέα δραστηριότητας, οι κυριότερες επιλογές για τα μέτρα που προτίθενται να λάβουν οι επιχειρήσεις αυτές, είναι κατ' αρχήν ο περιορισμός του κόστους λειτουργίας (25,4%), η μείωση προσωπικού και η επέκταση σε άλλες δραστηριότητες, σε ποσοστό 10,8% για καθεμία επιλογή. Επισημαίνεται ότι η επιλογή της μείωσης του κόστους λειτουργίας, ενδεχομένως περιλαμβάνει και μείωση προσωπικού, ως έναν βαθμό.
Στις ΟΕ, ΕΕ και ΑτΕ, ανεξαρτήτως τομέα δραστηριότητας, οι κυριότερες επιλογές για τα μέτρα που προτίθενται να λάβουν οι επιχειρήσεις αυτές είναι αρχικά η μείωση τιμών (22,5%) και ο περιορισμός του κόστους λειτουργίας (20,8%). Ως τρίτη επιλογή αναδεικνύεται η αύξηση προσφορών/παροχών (9,4% των αναφορών).
Μια ενδιαφέρουσα διαφορά μεταξύ των επιχειρήσεων με βάση τη νομική τους μορφή εντοπίζεται στο γεγονός ότι στις ΟΕ, ΕΕ και ΑτΕ, οι αναφορές στο μέτρο της μείωσης προσωπικού αντιστοιχούν σε ποσοστό χαμηλότερο (7,3%) σε σχέση με τις ΑΕ και ΕΠΕ. Τέλος, στις ΟΕ, ΕΕ και ΑτΕ η κυρίαρχη επιλογή στο λιανικό εμπόριο και το εμπόριο αυτοκινήτων είναι η μείωση τιμών, ενώ στο χονδρικό εμπόριο ο περιορισμός του κόστους λειτουργίας.