Του Γιώργου Νόκου - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Ηταν Ιούνιος, η Ζωή Κωνσταντοπούλου ήταν ακόμα πρόεδρος της Βουλής και η Επιτροπή Αλήθειας του Δημοσίου Χρέους συνεδρίαζε κανονικά. Ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης, πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ, έκανε λόγο για σεμινάρια του Ταμείου σε Ελληνες δημοσιογράφους, γεγονός που προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις από τον πολιτικό και τον δημοσιογραφικό κόσμο. Λίγους μήνες αργότερα, τα περισσότερα έχουν περάσει στη σφαίρα της Ιστορίας, με μοναδική εξαίρεση τη Ζωή Κωνσταντοπούλου. Κάποιο άλλο σεμινάριο ήρθε να «θυμίσει» σε πολλούς εκείνα για τα οποία είχε προκληθεί μεγάλος σάλος, με τη μεγάλη διαφορά όμως ότι γίνεται με κάθε επισημότητα, χωρίς να αμφισβητείται από κανέναν και υπό την αιγίδα του γερμανικού κράτους και όχι του ΔΝΤ αυτή τη φορά.

Για δύο ημέρες την προπερασμένη εβδομάδα το ενδιαφέρον του Βερολίνου ήταν στραμμένο όχι στο Μέγαρο Μαξίμου και τη Βουλή, αλλά σε ένα ξενοδοχείο της Βουλιαγμένης, όπου το Κέντρο για τη Δημοκρατία και τη Συμφιλίωση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (Center for Democracy and Reconciliation in Southeast Europe) και η Ευρωπαϊκή Ακαδημία του Βερολίνου (Europäische Akademie Berlin) διοργάνωσαν διήμερο σεμινάριο για δημοσιογράφους. Η ατζέντα είχε έντονη γερμανική χροιά, αφού, εκτός από την οικονομική κρίση και το προσφυγικό-μεταναστευτικό πρόβλημα, περιλάμβανε τις γερμανικές απόψεις σχετικά με την αλληλεγγύη στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όπως και τις θέσεις του Βερολίνου για το μέλλον της νομισματικής ένωσης.

Η σημασία του σεμιναρίου για τα γερμανικά συμφέροντα στην Ελλάδα αναδεικνύεται από το γεγονός ότι το «παρών» έδωσαν, εκτός από Ελληνες δημοσιογράφους (ακόμα και της εφημερίδας «Αυγή»), τον αναπληρωτή υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, Γιάννη Μουζάλα, και τοπικούς φορείς, ο Γερμανός πρέσβης στην Ελλάδα, Peter Schoof, ο βουλευτής, Prof. Dr. Heribert Hirte, ο διευθυντής της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας του Βερολίνου, Dr. Eckart Stratenschulte, η επικεφαλής του γραφείου Τύπου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Γερμανίας, Annete Gruttne, αλλά και ο υφυπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Michael Roth.

Ο τελευταίος θεωρείται από πολλούς ως ο άτυπος επιτετραμμένος του Βερολίνου στην Ελλάδα και το κατάλληλο πρόσωπο για να διαδεχθεί τον Joachim Fuchtel στον ουσιαστικό ρόλο που είχε ως τα «μάτια» και τα «αυτιά» της Γερμανίδας καγκελαρίου στην Αθήνα, ειδικά από τη στιγμή που ο Horst Reichenbach έχει αποχωρήσει από την Ελλάδα. Τον Απρίλιο, μάλιστα, το Bloomberg τον είχε χαρακτηρίσει ανώτατο απεσταλμένο της Γερμανίας στη χώρα μας, καθώς κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα είχε προτρέψει τότε την κυβέρνηση Τσίπρα να τερματίσει τις αψιμαχίες της με την ΕΚΤ, ενώ είχε αποκαλύψει στο ξένο πρακτορείο μέρος των συνομιλιών που είχε με Ελληνες αξιωματούχους, όπως τους υπουργούς Νίκο Παππά και Γιώργο Σταθάκη.

ΦΡΑΣΗ-ΚΛΕΙΔΙ

Η προέλευση του Michael Roth από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα τον καθιστά πιο «συμπαθή» στην κυβέρνηση από τους κατεξοχήν ανθρώπους της καγκελαρίας. Το μετριοπαθές προφίλ του φάνηκε κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου στη Βουλιαγμένη, αφού όσα είπε για τη στάση της Γερμανίας ικανοποίησαν σε μεγάλο βαθμό τους παρισταμένους, με τη φράση «Η Ελλάδα δεν είναι μόνη της» να είναι αντιπροσωπευτική.

Ο Γερμανός πολιτικός του SPD κάθε άλλο παρά άγνωστος είναι για την Ελλάδα και τους πρωταγωνιστές της ελληνικής πολιτικής ζωής τα τελευταία χρόνια, με την επιρροή του Βερολίνου στην Αθήνα να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Οσο τα φώτα της δημοσιότητας έπεφταν πάνω στον Joachim Fuchtel, ο Σοσιαλδημοκράτης Μ. Roth έδινε το «παρών» σε εκδηλώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, προσπαθώντας να καλλιεργήσει ένα καλό προφίλ, όπως άλλωστε προσπαθούν να κάνουν οι Σοσιαλδημοκράτες, σε αντίθεση με τους «σκληρούς» του CDU και του βαυαρικού CSU.

Η παρουσία του Μ. Roth στην Ελλάδα άρχισε να γίνεται αισθητή από το 2013, όταν η Αθήνα και το Βερολίνο διήγαν την καλύτερη περίοδο στις σχέσεις τους. Ο Γερμανός υφυπουργός πραγματοποιούσε επισκέψεις στην Αθήνα και συναντούσε μέλη της κυβέρνησης με μόνιμη επωδό την ανάγκη σύσφιγξης των σχέσεων των δύο χωρών. Το 2014 αύξησε τις επισκέψεις και τις αναφορές του στην Ελλάδα, πραγματοποιώντας συναντήσεις όχι μόνο με πολιτικούς, αλλά και με επιχειρηματίες και κοινωνικούς φορείς. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του μάλιστα στη Θεσσαλονίκη, είχε ζητήσει «συγχώρεση» εκ μέρους της χώρας του από τις οικογένειες των θυμάτων της μαρτυρικής κοινότητας Χορτιάτη για τα εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί εκεί και σε άλλες κοινότητες κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής.

Οι συναντήσεις με Παππά

Πριν καν γίνουν οι εκλογές του Ιανουαρίου, ο Μ. Roth δεν είχε διστάσει να κοντράρει τους Χριστιανοδημοκράτες της Angela Merkel. Με αφορμή ένα προφητικό, όπως αποδείχθηκε, άρθρο του «Spiegel», το οποίο έκανε λόγο για πιθανή στροφή της γερμανικής κυβέρνησης στο θέμα της παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη, ο Σοσιαλδημοκράτης υφυπουργός είχε ξεκαθαρίσει ότι «η Ελλάδα είναι μέλος της ευρωζώνης - και πρέπει να παραμείνει». Η στάση του αυτή βέβαια δεν ήταν καθόλου τυχαία, αφού η λογική του «καλού - κακού» βόλευε πάντα στις διαπραγματεύσεις και το συναινετικό προφίλ του ταιριάζει στον «καλό» της γερμανικής κυβέρνησης.

Η καλή επικοινωνία του με τον ΣΥΡΙΖΑ καλλιεργήθηκε και σε ένα «καυτό» θέμα, τις γερμανικές αποζημιώσεις, καθώς είχε δηλώσει συγκινημένος από τη συνάντηση που είχε με τον Μ. Γλέζο και είχε εκφράσει τον σεβασμό του στο πρόσωπό του. Η καλή σχέση που καλλιεργήθηκε αποδείχθηκε με τον πιο εμφατικό τρόπο τις περασμένες ημέρες, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης που πραγματοποίησε στην Αθήνα, οπότε είχε συναντήσεις με τον Νίκο Παππά και τον Νίκο Ξυδάκη.

Ο ίδιος, κατά τη διάρκεια της παρουσίας του, επανέλαβε τα τετριμμένα, περί ανάγκης τήρησης των συμφωνηθέντων, αλλά έδωσε και ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ζητώντας πολιτική σταθερότητα. Μετά τη συνάντηση που είχε μάλιστα με τον Νίκο Ξυδάκη, επαναβεβαίωσαν και οι δύο την πρόθεση που υπάρχει για μεγαλύτερη συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες. Τέλος, ο Μ. Roth είχε συνάντηση και με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο.