Τάκης Μουσσάς: Ο βίος και η πολιτεία του κατηγορούμενου για εκβιασμό δημοσιογράφου
<p>Η διαδρομή ενός ανθρώπου , που δεν ήξερε να γράφει, αλλά ήξερε να μιλά πολύ</p>
Του Δημήτρη Κεμπέ - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Μαλλί ενίοτε βαμμένο, γυαλί με δίχρωμο, καφέ-μαύρο, κοκκάλινο σκελετό, κουστούμι ριγέ, ραμμένο ή Armani, πουκάμισο μονόχρωμο, παπούτσι μυτερό, στυλό χρυσό, τζιπ ακυκλοφόρητο μοντέλο στην Ελλάδα, ύφος εν δυνάμει υπουργού, χαμόγελο που με δυσκολία βγαίνει από τα μικρά χείλη, ματιά διεισδυτική, σπίτι στο Παλαιό Φάληρο και θυελλώδες διαζύγιο.
Ο Τάκης Μουσσάς δεν ήταν ένας απλός ρεπόρτερ του νεοδημοκρατικού ρεπορτάζ, από εκείνους που ξημεροβραδιάζονταν στο κεφαλόσκαλο της Ρηγίλλης ή έξω από τα παρακείμενα διαμερίσματα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Μιλτιάδη Εβερτ. Ηταν πάντα έτοιμος για τη… μεταπήδησή του από τη δημοσιογραφία στην κεντρική πολιτική σκηνή, αρκεί να δεχόταν το κατάλληλο νεύμα.
Ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 ως υπάλληλος καθαριότητας στον Δήμο Αγίων Αναργύρων, βρέθηκε στις αρχές του 1990 αποσπασμένος στο γραφείο του νομάρχη Δυτικής Αττικής, Θανάση Μπούρα, κι από εκεί σιγά-σιγά, με τη συνδρομή του φίλου του, συνδικαλιστή της ΔΑΚΕ, Χάρη Τομπούλογλου, και του πρώην υπουργού Εσωτερικών, Γιάννη Κεφαλογιάννη, πολιτικού προϊσταμένου του Θ. Μπούρα, «χώθηκε» στη δημοσιογραφία, εργαζόμενος σε εφημερίδες και δημοτικά ραδιόφωνα της εποχής.
Την επομένη των εκλογών του 1996, αν και «εβερτικός», συντάχθηκε στο πλευρό του Κώστα Καραμανλή, τον οποίο είχε γνωρίσει λίγο νωρίτερα ως γραμματέα Πολιτικού Σχεδιασμού.
ΑΔΥΝΑΜΙΑ
Η ομάδα των «λοχαγών» δεν άργησε να δημιουργηθεί με τους νεοεκλεγέντες τότε βουλευτές Μάκη Ρεγκούζα, Θόδωρο Σκρέκα, Σάββα Τσιτουρίδη, Νίκο Τσιαρτσιώνη, τους παλαιότερους Νίκο Νικολόπουλο, Θανάση Νάκο, Θανάση Δαβάκη και Γιώργο Καλαντζή, καθώς και με ένα επιτελείο δημοσιογράφων-«αγιογράφων» του «καραμανλικού» μπλοκ, στο οποίο ανήκε ο Τάκης Μουσσάς. Στα έντυπα των Μιχάλη Ανδρουλιδάκη και Πέτρου Κωστόπουλου οι lifestyle περιγραφές του Μουσσά δεν είχαν ιστορικό προηγούμενο λόγω της αδυναμίας του «να στρώσει μια σωστή αράδα», όπως έλεγαν οι παλαιοί διορθωτές. Οι διευθυντές των παραδοσιακών εφημερίδων αρνούνταν επίμονα να τον προσλάβουν ως πολιτικό συντάκτη, αφού, πέραν της αδυναμίας του στη σύνταξη, συνήθιζε να μιλάει ακατάπαυστα (σ.σ.: Πάντα ψιθυριστά και με το χέρι να καλύπτει το στόμα) και προς αντίπαλες κατευθύνσεις.
Ο Τάκης δεν πτοήθηκε. Οι φίλοι του, πρώτα ονόματα στον 3ο όροφο της Ρηγίλλης, του έδωσαν την ευκαιρία να ξεκινήσει παράλληλη καριέρα στον οικονομικό Τύπο και στο πλήθος των εφήμερων χρηματιστηριακών εντύπων που κυκλοφόρησαν το 1998-1999, την περίοδο της χρηματιστηριακής φούσκας. Σημείο αναφοράς του η εβδομαδιαία εφημερίδα «Ισοτιμία» του «καραμανλικού» φίλου Γιάννη Αρβανίτη και μετόχου της ναυτιλιακής ΝΕΛ με τις μετοχές-ασανσέρ.
Κάπου εκεί συνάντησε και τον «Τομ», Θωμά Λαναρά, ανιψιό της αείμνηστης συζύγου του Γιάννη Βαρβιτσιώτη. Ο Τάκης, από τη μία, συμμετείχε στο ξέφρενο «πάρτι» με τα «Λαναρόχαρτα», τον Θανάση Αθανασούλη της Altec, τον κουμπάρο του, Νίκο Νικολόπουλο, συμφοιτητή του Αθανασούλη στα ΚΑΤΕΕ, και το «σύστημα Σημίτη» και, από την άλλη, υποστήριζε τον Κ. Καραμανλή στον αγώνα του για την ανάληψη της εξουσίας.
ΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ
Παρά το γεγονός ότι ο πανίσχυρος συνεργάτης του Κώστα Σημίτη, Γιώργος Πανταγιάς, είχε συμπεριλάβει τότε στη διαβόητη «μαύρη βίβλο» όλους σχεδόν τους δημοσιογράφους του νεοδημοκρατικού ρεπορτάζ, εντούτοις το όνομα του Τάκη δεν αναγραφόταν πουθενά. Την άνοιξη του 2004 πανηγύρισε για την επικράτηση της Ν.Δ. κι αμέσως μπήκε στην ΕΡΤ, βοηθούμενος από τους «κολλητούς» Θόδωρο Ρουσόπουλο, Γιάννη Αγγέλου και Λευτέρη Ζαγορίτη, που… επανήλθε στο «γαλάζιο μαγαζί» ως παλαιός ΟΝΝΕΔίτης και… επιστήθιος φίλος του πρωθυπουργού λόγω κοινών γενεθλίων (σ.σ.: ο Ζαγορίτης και η Ελίζα Βόζεμπεργκ έχουν γεννηθεί την ίδια ημέρα με τον Κ. Καραμανλή). Παράλληλα, ανέλαβε το γραφείο Τύπου της Αγροτικής Τράπεζας του κουμπάρου του Κ. Καραμανλή, Δημήτρη Μηλιάκου, το γραφείο του οποίου, όπως και το όριο της δωρεάν πιστωτικής του κάρτας ήταν μικρότερο από εκείνο του Τάκη.
Οι διευθετήσεις και οι εξυπηρετήσεις «ημετέρων» έδιναν κι έπαιρναν, ενώ ο ίδιος ασχολείτο και με το ραδιόφωνο Profit των Γιώργου Τράγκα - Θωμά Λαναρά και φυσικά με την εφημερίδα «Αξία». Το 2008, μετά την επεισοδιακή αποχώρησή του από την ΑΤΕ (σ.σ.: Γιατί άραγε;), ο υφυπουργός Γεωργίας Μ. Χαρακόπουλος τον προσέλαβε στο AGRONET, το αγροτικό κρατικό κανάλι. Το 2009, όταν εξέπνευσε η κυβέρνηση της Ν.Δ., εζήλωσε την δόξα των συγγραφέων και, προσεγγίζοντας τη σύζυγο του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου, Κατερίνα Παναγοπούλου, θέλησε να γράψει την αυτοβιογραφία της. Ομως η εν γένει αδυναμία του μπροστά στη λευκή κόλλα λειτούργησε αποτρεπτικά, έστω κι αν ο ίδιος ισχυριζόταν πως διέθετε «κασέτες» με συνομιλίες του συζύγου της, που είχε πέσει θύμα απαγωγής στις αρχές του 2009.
Οι διορισμοί από Δήμα - Αβραμόπουλο
Οι σχέσεις εξάρτησης των Μουσσά και Μαυρίκου με κορυφαία στελέχη της Ν.Δ. και το σύστημα Σαμαρά έχουν βαθιές ρίζες. Στις 28 Μαρτίου 2012, επί μεταβατικής κυβέρνησης του Λ. Παπαδήμου, ο Μουσσάς προσελήφθη «σε θέση δημοσιογράφου» στο γραφείο του υπουργού Εξωτερικών, Στ. Δήμα , με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, «η οποία λύεται αυτοδικαίως, ενώ ο προσληφθείς απολύεται με την αποχώρηση για οποιονδήποτε λόγο του υπουργού που τον προσέλαβε». Στη σύμβαση ωστόσο δεν καθοριζόταν το ύψος της αμοιβής του. Επίσης, κατά πληροφορίες, ο Μουσσάς υπήρξε σύμβουλος της πρώην γενικής γραμματέως Εσόδων, Κ. Σαββαΐδου, στην οποία λειτουργούσε εν είδει εντεταλμένου του Α. Σαμαρά για να κλείνει παντός είδους εκκρεμότητες που ενδιέφεραν το Μαξίμου. Ο Μουσσάς γνώριζε την κ. Σαββαΐδου από την περίοδο Αλογοσκούφη - Μπέζα στο υπουργείο Οικονομικών. Οσο, δε, για τον Μαυρίκο, τον Σεπτέμβριο του 2007 διορίστηκε από τον τότε υπουργό Υγείας αντιπρόεδρος στην κυριότερη ψυχιατρική δομή της χώρας, το νοσοκομείο «Δαφνί», όπου παρέμεινε έως το 2009. Ο Τ. Μουσσάς, ως (μέχρι και σήμερα) κορυφαίο στέλεχος στην επικοινωνία της Attica Bank, όπως καταγγέλλεται από τους γνωρίζοντες, εν αγνοία της διοίκησης της τράπεζας, είχε στήσει έναν μηχανισμό για τον εντοπισμό κόκκινων δανείων και το... καθάρισμά τους, με το αζημίωτο φυσικά.