Του Θανάση Φουσκίδη-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του αναζητούν τρόπους για να κάνουν ακόμη πιο σαφές σε κοινωνικό επίπεδο το άνοιγμα της Ν.Δ. προς το πολιτικό Κέντρο, έχοντας ανοικτό δίαυλο επικοινωνίας με ευρεία γκάμα στελεχών που έχουν σφραγίσει με την παρουσία τους τον συγκεκριμένο χώρο, οι ίδιοι προβληματίζονται έντονα από τις ενστάσεις που διατυπώνουν για το εγχείρημα ουκ ολίγες φωνές στο εσωτερικό του κόμματος. Πολλώ δε μάλλον όταν οι διαφωνίες αυτές διατυπώνονται από πρόσωπα που τοποθετούνται μεταξύ των τακτικών συνομιλητών του Κώστα Καραμανλή (κυρίως) και του Αντώνη Σαμαρά, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που τα εν λόγω πρόσωπα λειτουργούν εν είδει αγγελιαφόρων των δύο πρώην πρωθυπουργών στους κόλπους της Κ.Ο.  Σε αυτή τη φάση, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εντοπίζεται στην πλευρά των «καραμανλικών», οι οποίοι διακριτικά μεν, πλην όμως σαφέστατα κρατούν αρνητική στάση έναντι των ζυμώσεων της «γαλάζιας» ηγεσίας με κεντρογενή πολιτικά στελέχη εκτός Ν.Δ., επικεντρώνοντας τις επικρίσεις τους σε όσους προέρχονται από το πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ και κατέχουν εδώ και πολλές εβδομάδες περίοπτη θέση στο «γαλάζιο» ρεπορτάζ. 

«Είναι δυνατόν να ταυτιστεί η ρητορική της ανανέωσης με αυτούς που έχουν συνδέσει το όνομά τους με πολιτικές που καταδικάστηκαν από τον ελληνικό λαό εδώ και τόσα χρόνια και υπήρξαν φανατικοί πολέμιοι της παράταξης στο παρελθόν;», επισημαίνουν στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους βουλευτές του «καραμανλικού» πυρήνα. Οι ίδιοι εκφράζουν τις απόψεις αυτές και δημόσια, χρησιμοποιώντας ωστόσο, για ευνόητους λόγους, πολύ πιο μετριοπαθείς και προσεκτικούς χαρακτηρισμούς.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ

 Τα βέλη των μελών της «γαλάζιας» Κοινοβουλευτικής Ομάδας που έχουν διαχρονικές αναφορές στον Κώστα Καραμανλή (οι συγκρούσεις του οποίου με τον Κώστα Σημίτη και την κυβέρνησή του υπήρξαν παροιμιώδεις) συγκεντρώνουν κατά βάση οι περιπτώσεις των Αννας Διαμαντοπούλου, Αλέκου Παπαδόπουλου και Τάσου Γιαννίτση. Τα ονόματά τους πρωταγωνιστούν στα σχετικά δημοσιεύματα, ενώ στον τελευταίο είχε αναφερθεί από το βήμα της Βουλής ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην πρώτη του μάλιστα κοινοβουλευτική εμφάνιση ως αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δίνοντας ισχυρό στίγμα του πολιτικού προσανατολισμού που επιθυμεί να έχει η Ν.Δ. Υπενθυμίζεται πως, πέραν της αναφοράς στον πρώην υπουργό Εργασίας και στο σχέδιό του για τη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού, που παραπέμφθηκε τελικώς στις καλένδες της εποχής Σημίτη, ο πρόεδρος της Ν.Δ. είχε συναντηθεί και με την κ. Διαμαντοπούλου, η οποία του παρουσίασε τις προτάσεις του «Δικτύου», του οποίου ηγείται, για το μέλλον του Ασφαλιστικού. 

Οσο για τον κ. Παπαδόπουλο, είναι γνωστό πως χαίρει της εκτίμησης σύσσωμης της οικογένειας Μητσοτάκη για τις πολιτικές του θέσεις. «Ολοι αυτοί δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα στο εκλογικό πεδίο. Αντίθετα, θα ενισχύσουν τους συνειρμούς για το φθαρμένο πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης, από το οποίο θέλουμε να αποσυνδεθούμε. Μην ξεχνάμε πως αυτή τη στιγμή το κόμμα επιχειρεί να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με την κοινωνία και την έξωθεν καλή μαρτυρία», τονίζουν οι επικριτές όλης αυτής της κινητικότητας που αναπτύσσει η Συγγρού.  Ανάμεσα σε εκείνους που δεν κρύβουν τον σκεπτικισμό τους γι’ αυτό το πολιτικό «πόκερ» που παίζεται με φόντο την πολιτική δεξαμενή των κεντρώων ψηφοφόρων είναι ο Νικήτας Κακλαμάνης, που εσχάτως εμφανίζεται ως άτυπος εκπρόσωπος του «καραμανλικού» μπλοκ, ο Γιώργος Βλάχος, αλλά και ο πρώην υπουργός Ευριπίδης Στυλιανίδης. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο πρώην πρόεδρος του κόμματος, Βαγγέλης Μεϊμαράκης (εκφράζοντας τις θέσεις του στις συζητήσεις με τους πολιτικούς του φίλους, αφού δημόσια απέχει από τη «γαλάζια» καθημερινότητα), καθώς και μια σειρά βουλευτών που είχαν στηρίξει την υποψηφιότητά του ή είναι μόνιμοι επισκέπτες του γραφείου του κ. Καραμανλή. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι Γεράσιμος Γιακουμάτος, Κώστας Τασούλας, Γιάννης Τραγάκης, Γιάννης Πλακιωτάκης κ.ά., ενώ στη δεύτερη οι Γιάννης Ανδριανός, Κώστας Γκιουλέκας, Σταύρος Καλαφάτης και Ευάγγελος Μπασιάκος. 

«ΣΑΜΑΡΙΚΟΙ»

 Σε ό,τι αφορά τους συνομιλητές του Αντώνη Σαμαρά, εμφανίζονται διχασμένοι σχετικά με την προοπτική συνεργασίας με τους παλαιούς «σημιτικούς», παρά το ότι στο παρελθόν ο πρώην πρωθυπουργός ήταν ο πρώτος που, βάζοντας σε δεύτερο πλάνο τη δεξιά ρητορική του (και με τη μυστική καθοδήγηση του Χρ. Λαζαρίδη), περιέλαβε στην ατζέντα το σενάριο της διεύρυνσης της Ν.Δ. στη βάση της δημιουργίας ενός πολυσυλλεκτικού, φιλοευρωπαϊκού πόλου, για να αντιμετωπιστεί τότε η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ. Επρόκειτο για τους σχεδιασμούς περί μετάλλαξης της Ν.Δ. σε «Νέα Ελλάδα», οι οποίοι, αν και επανέρχονταν κατά καιρούς στο προσκήνιο, ακυρώνονταν υπό το βάρος των αρνητικών μηνυμάτων που εκπέμπονταν (και τότε) από την πλευρά του Κώστα Καραμανλή. 

Σημειώνεται πως ο κατ’ εξοχήν «σαμαρικός» Αδωνις Γεωργιάδης είναι πολύ πιο συγκαταβατικός όσον αφορά τις διεργασίες ανοίγματος προς το Κέντρο, παρά τις λαϊκοδεξιές πεποιθήσεις του, μια και, εκτός των άλλων, είναι λογικό, ως αντιπρόεδρος, να επιθυμεί την ταύτισή του σε κάποιο βαθμό με τον Κυριάκο Μητσοτάκη.  Αντίθετα, πολύ πιο σκεπτικός στις αναλύσεις του είναι ο Μάκης Βορίδης, που επισημαίνει σε όλους τους τόνους ότι χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή όσον αφορά το πολιτικό στίγμα της παράταξης τη δεδομένη χρονική συγκυρία. Αναλόγως συγκρατημένη είναι και η συντριπτική πλειονότητα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, καθώς, εκτός των άλλων, είναι φυσικό επόμενο να δημιουργούνται σκέψεις περί εμπλοκής στην εσωκομματική εξίσωση αν μη τι άλλο υπολογίσιμων ανταγωνιστών.