Μαύρη επέτειος: 21 Απριλίου 1967 η Ελλάδα στον γύψο
<p>Τα μαύρα χρόνια που πρέπει να τα θυμόμαστε - 49 χρόνια από την κατάλυση της Δημοκρατίας</p>
ημέρωνε μια μέρα σαν και τη σημερινή, στο όχι και τόσο μακρινό 1967, όταν οι αθηναίοι που ξύπναγαν έβλεπαν τεθωρακισμένα να έχουν βγει στους δρόμους και στρατιωτικά εμβατήρια να παίζουν στα ραδιόφωνα. Ήταν 21 Απριλίου, πριν από ακριβώς 48 χρόνια, όταν η Ελλάδα έμπαινε σε «γύψο», αυτόν που επέβαλαν οι συνταγματάρχες που κάνοντας «επανάστασιν» αποφάσισαν ότι είχε έρθει η ώρα να θεραπεύσουν με τον τρόπο τους τον «ασθενή» που λέγονταν Ελλάδα.
Εφτά μαύρα χρόνια που πρέπει να τα θυμόμαστε. Να θυμόμαστε τους νεκρούς, τους σακατεμένους, το Πολυτεχνείο, την τραγωδία της Κύπρου, την τραγωδία της Ελλάδας.
Για να μη ξαναζήσει η χώρα μας τέτοιο εφιάλτη από Εφιάλτες, είτε με στολή στρατιωτική, είτε με κουκούλα νεοφασίστα.
Το πραξικόπημα εκδηλώθηκε υπό την ηγεσία του τότε συνταγματάρχη Γεωργίου Παπαδόπουλου, που κατέλαβε την εξουσία με την υποστήριξη και συμμετοχή του τότε ταξίαρχου Στυλιανού Παττακού και του συνταγματάρχη Νικόλαου Μακαρέζου. Έχοντας εξασφαλίσει περίπου 100 τεθωρακισμένα στην περιοχή της πρωτεύουσας, οι πραξικοπηματίες κατέλαβαν αρχικά το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και στη συνέχεια έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο έκτακτης ανάγκης του ΝΑΤΟ με κωδικό Σχέδιο «Προμηθεύς».
Το συγκεκριμένο σχέδιο προορίζονταν για την αναγκαστική ανάληψη εξουσίας από το Στρατό με σκοπό την εξουδετέρωση κομμουνιστικής εξέγερσης, σε περίπτωση που εισέβαλλαν στην Ελλάδα δυνάμεις του Σοβιετικού Στρατού. Με το που τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο, κινητοποιήθηκαν αυτόματα όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής, ενώ αντίστοιχα σήματα έφτασαν και στο Γ’ Σώμα Στρατού στην Θεσσαλονίκη. Όταν ξημέρωνε η 21η Απριλίου και αντιλαμβάνονταν ο κόσμος αλλά και οι αρχές του τόπου τι είχε συμβεί, ήταν ήδη πολύ αργά και οι όποιες προσπάθειες για αποτροπή του πραξικοπήματος έπεφταν στο κενό.
Η δικτατορία έμελλε να κρατήσει επτά χρόνια και αυτοί που (κατ)έλαβαν την εξουσία ως... εθνοσωτήρες θα έπεφταν από αυτήν υπό το βάρος μιας μεγάλης εθνικής προδοσίας, όπως πλέον θεωρείται από τους πάντες το δράμα της Κύπρου με την εισβολή τον Ιούλιο του 1974 των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στο βόρειο τμήμα της Μεγαλονήσου, που έκτοτε παραμένει υπό τουρκική κατοχή...
Η διαρκής τραγωδία της Κύπρου, η ανακοπή της πολιτικής, κοινωνικής, πνευματικής ζωής του τόπου επί επταετίας, καθώς και η εξορία κι οι βασανισμοί χιλιάδων πολιτών ήταν μόνο μερικές από τις συνέπειες της επιβολής του δικτατορικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, που πήγε την Ελλάδα στην καρδιά ενός σύγχρονου Μεσαίωνα. Σε ένα ξημέρωμα, με τη δύναμη των τανκς, τρεις αξιωματικοί, ο συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός και ο συνταγματάρχης Νικόλας Μακαρέζος παίρνουν τα ηνία της χώρας με αποτέλεσμα μια σύγχρονη μικρασιατική καταστροφή εφτά χρόνια αργότερα.
Εκείνο το πρωί ξεκινούσε η μεγάλη περιπέτεια του ελληνισμού στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, όταν αυτή η παρέα των αφρόνων και θερμοκέφαλων στρατιωτικών βάζουν τη δημοκρατία στον «γύψο», σε ένα παράλογο και ανερμάτιστο παιχνίδι με την Ιστορία. Μέσα σε λίγες ώρες πολιτικοί και διανοούμενοι όλων των κοινοβουλευτικών παρατάξεων οδηγούνται σε κρατητήρια υπό την απειλή του όπλου και, μετά, είτε σε ξερονήσια, είτε – οι πιο τυχεροί – εξαναγκάζονται να βγουν εκτός Ελλάδας. Ο τέως Βασιλιάς ουσιαστικά τούς νομιμοποιεί με την αρχική στάση του, γεγονός που θα σημάνει και το οριστικό τέλος του Θρόνου στην Ελλάδα. Οι Άγγλοι πιθανότατα δεν γνώριζαν πολλά πράγματα, εντούτοις οι Αμερικανοί φαίνεται ότι προετοιμάζονταν γι’ αυτή την εξέλιξη πάρα πολύ καιρό. Χρόνια μετά ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον στο ταξίδι του στην Αθήνα εξέφρασε τη λύπη του επειδή η χώρα του τότε υποστήριξε τη Χούντα.
Οι πρωταίτιοι
Παπαδόπουλος, Παττακός και Μακαρέζος ήταν οι βασικοί υπεύθυνοι του πραξικοπήματος και, μετά την επιβολή του, συγκρότησαν την τριμελή Επαναστατική Επιτροπή της δικτατορίας, η οποία λειτουργούσε έως το 1973, οπότε και τους ανέτρεψε ο αρχηγός της ΕΣΑ ταξίαρχος Δημήτρης Ιωαννίδης. Μετά τον Αττίλα και την πτώση της δικτατορίας καταδικάζονται και οι τρεις για εσχάτη προδοσία με την ποινή του θανάτου, η οποία μετατράπηκε σε ισόβια.
Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1919 στο Ελαιοχώρι Αχαΐας και αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1940. Τοποθετήθηκε σε διάφορες επιτελικές θέσεις στην ΚΥΠ και διετέλεσε υποδιευθυντής του 3ου επιτελικού γραφείου του ΓΕΣ. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 προετοιμαζόταν για την ανατροπή του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος στο πλαίσιο συνωμοτικής ομάδας (ΙΔΕΑ), δρώντας παράλληλα με αντίστοιχη συνωμοτική φιλοβασιλική ομάδα ανώτατων αξιωματικών η οποία είχε τον ίδιο σκοπό. Ο Παπαδόπουλος παρέμεινε ως βασικός εγκέφαλος της δικτατορίας μέχρι το 1973, οπότε και ανετράπη από τον Δημήτρη Ιωαννίδη.
Ο Στυλιανός Παττακός γεννήθηκε το 1912 στην Αγία Παρασκευή Αμαρίου Κρήτης. Στη Σχολή Ευελπίδων μπήκε το 1934, ενώ σπούδασε και στη Σχολή Πολέμου. Από νωρίς συσχετίστηκε με τον Παπαδόπουλο με στόχο την επιβολή δικτατορίας. Η θέση του ως διοικητής τεθωρακισμένων του έδωσε άνεση κινήσεων κατά των πολιτικών και των εν δυνάμει πραξικοπηματιών αντιστράτηγων, το πρωινό της 21ης Απριλίου. Διετέλεσε αντιπρόεδρος και υπουργός Εσωτερικών της χουντικής κυβέρνησης, μέχρι την ανατροπή της το 1973.
Ο Νικόλαος Μακαρέζος γεννήθηκε το 1919 στη Γραβιά Παρνασσίδος της Φωκίδας. Εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων το 1937, πέρασε από διάφορες στρατιωτικές σχολές και σπούδασε παράλληλα Οικονομικά. Ήταν υπουργός Συντονισμού της Χούντας και επέβλεπε εκείνη την περίοδο τα δημοσιονομικά της χώρας. Ανετράπη και αποσύρθηκε και αυτός από τις θέσεις ευθύνης το 1973.
Πώς φτάσαμε στη δικτατορία
Επί περίπου δέκα χρόνια η πολιτική ζωή στη χώρα βρισκόταν σε συνεχή αναταραχή. Στο επίκεντρο της μονίμως θυελλώδους κατάστασης βρισκόταν το Παλάτι, το οποίο εννοούσε να παρεμβαίνει καθοριστικά στις πολιτικές ισορροπίες στο εσωτερικό της χώρας. Την ίδια ώρα ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν στο απόγειό του, όμως δεν θα πρέπει να παραβλέπεται και το γεγονός ότι βρίσκονταν σε εξέλιξη και οι αγγλοαμερικανικές διαμάχες για μεγαλύτερη επιρροή στα μεταπολεμικά χρόνια. Οι Άγγλοι είχαν στενούς δεσμούς με τη βασιλική οικογένεια, κάτι που ενοχλούσε τους Αμερικάνους, που θεωρούσαν ότι η Ελλάδα πλέον βρίσκεται στη δική τους σφαίρα επιρροής.
Παράλληλα, μετά την κρίση των πυραύλων στην Κούβα το 1963, το θέατρο του ανταγωνισμού μεταξύ των τότε δύο υπερδυνάμεων, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, μεταφέρθηκε στη Μεσόγειο. Στη Σοβιετική Ένωση θεωρούσαν την Κύπρο ως το πλέον στρατηγικό σημείο της Ανατολικής Μεσογείου και γι’ αυτό το λόγο εμφανίζονταν ανοιχτοί σε προσεγγίσεις με κράτη της ευρύτερης περιοχής. Η αδέσμευτη εξωτρική πολιτική του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου προκαλούσε φόβους ότι η Κύπρος θα μπορούσε να εξελιχθεί σε «Κούβα της Μεσογείου». Ο δεσμός και η φυσική αλληλεπίδραση Ελλάδας και Κύπρου ήταν δεδομένα και, έτσι, η κατάσταση στο εσωτερικό των δύο χωρών διαδραμάτιζε ρόλο στη ζυγαριά των διεθνών σχέσεων. Το ενδιαφέρον ήταν αυξημένο και για ένα ακόμα λόγο: στις εκλογές του 1958 η Αριστερά (ΕΔΑ) στην Ελλάδα καταφέρνει να αναδειχθεί σε αξιωματική αντιπολίτευση, προκαλώντας τεράστια ανησυχία στους εμπλεκόμενους παράγοντες εντός και εκτός της χώρας.
Συγχρόνως, η επιστροφή του Ανδρέα Παπανδρέου το 1959, η επιρροή που ασκούσε στον πατέρα του, Γεώργιο Παπανδρέου και ο ριζοσπαστικός λόγος του, μέχρι το 1967 τον μετέτρεψαν σε νούμερο ένα στόχο και φόβο των ακροδεξιών στοιχείων που ενεργούσαν στο στράτευμα από τον Εμφύλιο και μετά. Το πολιτικό κλίμα άρχισε να επιβαρύνεται δραματικά στις «εκλογές βίας και νοθείας» του 1961 η οποίες οδήγησαν τον Γεώργιο Παπανδρέου στον «Ανένδοτο Αγώνα». Δύο χρόνια μετά, η δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη αποκαλύπτει και στον πιο δύσπιστο ότι το παρακράτος δρα ερήμην των ηγεσιών των πολιτικών κομμάτων. Ήδη από τότε είχαν αρχίσει οι ψίθυροι για «στρατιωτική λύση». Μάλιστα είχε συσταθεί αρκετά χρόνια πριν η παραστρατιωτική οργάνωση ΙΔΕΑ, στην οποία συμμετείχε ο μετέπειτα δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος.
Οι εκλογές του 1964 δίνουν μια εντυπωσιακή νίκη στην Ένωση Κέντρου και στον Γεώργιο Παπανδρέου. Ορκίζεται πρωθυπουργός και πολύ γρήγορα έρχεται σε ρήξη με τον αμερικανικό παράγοντα. Η σύγκρουσή του με τον Πρόεδρο Τζόνσον στο ταξίδι του στην Ουάσιγκτον, τον Ιανουάριο του 1964 επειδή δεν δέχτηκε να συναντήσει τον Τούρκο ομόλογό του Ισμέτ Ινονού απορρίπτοντας το σχέδιο Άτσεσον, για τον ίδιο ήταν η αρχή του τέλους. «Αυτά οι μεγάλοι δεν τα συγχωρούν. Ηδη άρχισε η αντίστροφη μέτρηση της ανατροπής μου. Τελειώσαμε», είχε πε τότε.
Ενάμιση χρόνο μετά έρχεται στην τελική ρήξη με τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο. Στις 15 Ιουλίου εκείνης της χρονιάς ο Γεώργιος Παπανδρέου ανατρέπεται και ο τέως βασιλιάς ορκίζει την πρώτη κυβέρνηση των αποστατών. Ένα νέο κύμα διαδηλώσεων και επίκρισης από μεγάλη μερίδα του Τύπου κατά του Παλατιού ξεκινά και πολύ σύντομα ο Γεώργιος Παπανδρέου θα αναπτύξει αντιβασιλική ρητορική εκφράζοντας την κοινωνική αγανάκτηση και καθιστώντας έτσι κάτι περισσότερο από βέβαιο την απόλυτη επικράτησή του στις επόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνονταν.
Ένα πραξικόπημα, για πολλούς παράγοντες, με διαφορετικά ενδιαφέροντα και επιδιώξεις ήταν η μόνη «λύση» εκείνη τη στιγμή. Η λεγόμενη «Μεγάλη Χούντα» προετοιμαζόταν από αντιστράτηγους με την υποστήριξη του Στέμματος. Ήταν και αυτή που ενδεχομένως να αποτέλεσε την πρόκληση και να έλυσε τα χέρια σε όσους επάνδρωσαν τη «Μικρή Χούντα» των συνταγματαρχών, η οποία και τελικά επεβλήθη.