Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό αναφορικά με τη Δευτέρα Παρουσία θα πρέπει να εξετάσουμε το χωρίο: «Περί δε της ημέρας εκείνης και της ώρας ουδείς γινώσκει, ουδέ οι άγγελοι οι εν ουρανώ, ουδέ ο Υιός, ειμή ο Πατήρ» (Μάρκος, ιγ 32), όχι γράφοντας δικές μας σκέψεις, αλλά παραθέτοντας από τα λόγια τεσσάρων μεγάλων αγίων πατέρων της Εκκλησίας.

Το συγκεκριμένο χωρίο, ήταν ένα από τα χωρία που χρησιμοποιούσαν κατά κόρον οι αιρετικοί για να δείξουν ότι ο Υιός δεν έχει ίδια ουσία με τον Πατέρα, αφού ο Υιός δεν ξέρει την ημέρα και την ώρα της Δευτέρας Παρουσίας ενώ την ξέρει ο Πατέρας. Είναι όμως αυτό σωστό?

Πριν εκθέσουμε τα θαυμάσια επιχειρήματα των αγίων Πατέρων, οφείλουμε να παραθέσουμε το εξής απόσπασμα του μακαριστού π Α. Αλεβιζόπουλου, το οποίο συνοψίζει την διδασκαλία της Εκκλησίας στο συγκεκριμένο θέμα· «Αν διαιρέσουμε θεωρητικά αυτά που αληθινά είναι αχώριστα, την ανθρώπινη φύση από την θεία, τότε η ανθρώπινη φύση θα έμενε μέσα στην άγνοια. ‘’Αλλά χάρις εις την υποστατικήν ένωσιν με τον Θεόν Λόγον’’ η ανθρώπινη φύση ‘’ούτε δούλη ήταν, ούτε αγνοούσε’’ (Η Ορθοδοξία μας, σελ. 176).  Παρακάτω θα δούμε το γιατί ο Χριστός είπε ότι δεν γνωρίζει ενώ γνώριζε, και τι θέλει να μας διδάξει με αυτό.

Μ. Βασίλειος.

«Το ‘’ουδείς’’ καθολικόν μεν είναι δοκεί ρήμα, ως μηδέ εν πρόσωπον δια της φωνής ταύτης υπεξηρήσθαι. Εστί δε ουχ ούτω παρά τη Γραφή αναφερόμενον» (Επιστολή προς τον Επίσκοπο Αμφιλόχιο, επιστολή 236).    Ο Μέγας Βασίλειος, ξεκινά σχολιάζοντας στην λέξη ‘’ουδείς’’. Η λέξη ‘’ουδείς’’ στο συγκεκριμένο χωρίο δεν έχει την απόλυτη έννοια του καθολικού. Κατά συνέπεια, στο ‘’ουδείς’’ δεν συμπεριλαμβάνεται ο Υιός. Ας δούμε όμως και παρακάτω. «Ούτω και το ‘’ουδείς οίδε’’ την πρώτην είδησιν των τε όντων και των εσομένων επί τον Πατέρα ανάγοντος και δια πάντων την πρώτην αιτίαν τοις ανθρώποις υποδεικνύοντος ειρήσθαι νομίζομεν». (Από την ίδια επιστολή). Δηλαδή ο Χριστός λέγοντας ότι ‘’κανείς δεν ξέρει’’, θέλει να δείξει ότι ο Πατέρας είναι που έχει πρώτος την γνώση αυτών που θα συμβούν. Σαν να μας δείχνει ότι η αρχή είναι ο Πατέρας.

«από ανθρωπίνου μέρους ο Κύριος διαλέγεται» (Από την ίδια επιστολή).

Δηλαδή, ο Χριστός μιλάει από την ανθρώπινη πλευρά και όχι ως θεός. Πολύ σημαντική η παρατήρηση, καθώς εδώ καταπολεμά τους μονοφυσίτες που ήθελαν τον Χριστό ως μόνο Θεό στην γη, χωρίς την ανθρώπινη φύση.

« Ότι ο μεν Ματθαίος ουδέν είπε περί της του Υιού αγνωσίας, δοκεί δε τω Μάρκω συμφέρεσθαι κατά την έννοιαν εκ του φάναι ‘’Ει μη ο Πατήρ μόνος’’. Ημείς δε ηγούμεθα το μόνος προς την των αγγέλων αντιδιαστολήν είρησθαι, τον δε Υιόν μη συμπαραλαμβάνεσθαι τοις εαυτού δούλοις κατά την άγνοια.» (Από την ίδια επιστολή).

Δηλαδή, ο ευαγγελιστής Ματθαίος δεν αναφέρει ότι ο Υιός δεν ξέρει. Από την άλλη και υπό την ίδια έννοια, ο ευαγγελιστής Μάρκος αναφέροντας ‘’Παρά μόνο ο Πατέρας’’, το ‘’Μόνο’’  το γράφει σε αντιδιαστολή  με τους αγγέλους, χωρίς να συμπεριλαμβάνει τον Υιό στους δούλους που αγνοούν, αν εξετάσουμε παράλληλα τα δύο χωρία.

«Παρασιωπήσας τοίνυ ως ομολογούμενον το εαυτού πρόσωπον εν τη λέξει του Ματθαίου ο Κύριος τους αγγέλους είπεν αγνοείν, ειδέναι δε τον Πατέρα μόνον, την του Πατρός γνώσιν κατά το σιωπώμενον και εαυτού είναι λέγων, δια το και εν άλλοις ειρηκέναι· ‘’Καθώς γινώσκει με ο Πατήρ, καγώ γινώσκω τον Πατέρα» (Από την ίδια επιστολή).

Δηλαδή, επειδή ο Ματθαίος δεν γράφει ότι ο Υιός δεν ξέρει την ημέρα εκείνη αλλά το αποσιωπά, αυτή η αποσιώπηση σημαίνει ότι ο Υιός ξέρει και ότι άγνοια έχουν μόνο οι άγγελοι. Άλλωστε ο Χριστός είπε ότι όπως τον γνωρίζει ο Πατέρας, άλλο τόσο γνωρίζει και ο Χριστός τον Πατέρα. Επομένως, αφού ο Πατέρας γνωρίζει την ημέρα, την γνωρίζει και ο Χριστός.

Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας

«Ούτε γαρ προσέθηκεν ακριβώς ‘’Ουδέ ο Υιός του Θεού’’, αλλ’ απολελυμένως  ‘’Ουδέ ο υιός φησίν’’·  ίνα τοιούτον τι νοής. Εσπούδαζον κατά ακρίβειαν πάντα μανθάνειν οι μαθηταί, και επεχείρουν ίνα ούτως είπω και αυτά περιεργάζεσθαι τα βάθη του Κυρίου. Αλλ΄ ην το πράγμα λίαν υπέρ αυτούς. Ίνα τοίνυν μη απαγορεύσας την εξήγησιν ως ηβουλεύοντο μαθείν, δόξη πως λυπείν τους γνησιεύοντας, επεσκιασμένως φησίν ‘’περί δε της ημέρας εκείνης η της ώρας, ουδείς οίδε, ουδέ άγγελοι, ουδέ ο υιός, ειμή ο Πατήρ’’, ίνα νοής ούτως· ει και κέκληται προς υιοθεσίαν ο άνθρωπος και υιός ανεδείχθει νέος, αλλά μη ζητείτω τα υπέρ φύσιν, μηδέ αξιούτω μαθείν άπερ μηδέ τοις αγγέλοις απεκάλυψεν ο Πατήρ· ει δε άγγελος ουκ οίδεν, ουδέ άνθρωπος εισέται καν ει κέκληται προς υιοθεσίαν». (Ομιλία εις το ‘’Ευθέως δε μετά την θλίψιν των ημερών εκείνων’’).

Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, παρατηρεί ότι στο χωρίο δεν λέει ότι δεν γνωρίζει ο Υιός του Θεού, αλλά ο υιός ως άνθρωπος. Όμως, και πάλι (όπως θα μας πει παρακάτω σε άλλο του λόγο) ακόμα και ο υιός ως άνθρωπος ξέρει. Υπάρχει σοβαρός λόγος και αιτία που εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο ο υιός. Κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, ο Κύριος λέγοντας ότι ούτε ο Υιός ως άνθρωπος ξέρει, δεν το λέει κυριολεκτικά, αλλά θέλει να δείξει ότι η γνώση της Δευτέρας Παρουσίας είναι ‘’υπέρ φύση’’, παραπάνω δηλαδή από την ανθρώπινη φύση. Αυτή η γνώση ανήκει στα βάθη του Κυρίου, και επομένως ο άνθρωπος που ο Θεός κάλεσε σε υιοθεσία, δεν πρέπει να εισχωρεί σε αυτά.  Αν στους αγγέλους δεν αποκάλυψε ο Θεός την μέρα , συνεχίζει ο ιερός πατέρας, ούτε στον άνθρωπο.

«Σαφώς εστίν εντεύθεν ιδείν, οτιπερ οίδεν και την ημέραν και την ώρα ως Θεός, καν αποδεικνύων εν εαυτώ το ανθρώπινον, μη ειδέναι λέγη. Ει γαρ τα εσόμενα πάντα προ της ημέρας και της ώρας εκείνης διηγείται σαφώς, και φησίν· ‘’Έσται μεν τόδε, συμβήσεται δε εκείνο, είτα το τέλος· δήλον ότι τα προ αυτής ειδώς, και αυτήν επίσταται. Μετά γαρ τα ειρημένα παρ΄ αυτού, τίθησι, ότι ‘’Το τέλος εστί’’. Τέλος δε τι αν έτερον ειη πάντως η εσχάτη ημέρα, ην αγνοείν έφησε οικονομικώς, αποσώζων πάλιν τη ανθρωπότητι την αυτή πρέπουσαν τάξιν? Ανθρωπότητος γαρ ίδιον το μη ειδέναι τα μέλλοντα» (Λόγος 22ος Εις το ‘’Περί της ημέρας εκείνης και ώρας, ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι των ουρανών, ουδέ ο Υιός, ει μη ο Πατήρ μόνος).

Δηλαδή, ο Χριστός με αυτά τα λόγια τονίζει το ανθρώπινο της φύσης του, μόνο και μόνο για να δείξει ότι αν ως άνθρωπος δεν ήξερε, και ότι δεν ανήκει στην ανθρωπότητα να γνωρίζει τα μέλλοντα. Ως θεός όμως, ξέρει πολύ καλά την μέρα, γιατί διηγείται τα γεγονότα που θα συμβούν και κάνει αναφορά στο τέλος.

Μ. Αθανάσιος

«…ουδενός εστί περιεργάζεσθαι, α σεσιώπηκε αυτός…ότι ουδέ ο Υιός οίδε, ουδένα των πιστών αγνοείν οίμαι , ότι και τούτο ουδέν ήττον δια την σάρκα ως άνθρωπος έλεγεν. Ουδέ γαρ ουδέ τούτο ελάττωμα του Λόγου εστίν, αλλά της ανθρωπίνης φύσεως ης εστίν ίδιον και το αγνοείν» (3ος Λόγος κατά Αρειανών).

Ο Μ. Αθανάσιος αναφέρει ρητά και ξεκάθαρα βάζοντας την ταφόπλακα σε κάθε εσχατολογική δήθεν μελέτη για τον ακριβή υπολογισμό της Β Παρουσίας, λέγοντας ότι δεν ανήκει σε κανέναν να περιεργάζεται για όσα ο Κύριος σιώπησε. Και το αιτιολογεί με την ρήση του Χριστού ότι ούτε ο ίδιος ως άνθρωπος γνώριζε, δείχνοντας γενικά ότι η ανθρωπινή φύση αγνοεί. Ο ίδιος όμως ο Χριστός δεν αγνοούσε.

«…ειδώς ως Θεός, αγνοεί σαρκικώς. Ουκ είρηκε γουν, ‘’Ουδέ ο Υιός του Θεού οίδεν’’, ίνα μη η θεότης αγνοούσα φαίνηται, αλλ΄ απλώς, ‘’Ουδέ ο Υιός’’. ἰνα του εξ ανθρώπων γενομένου Υιού η άγνοια η». (ίδιος λόγος).

Δηλαδή, γνωρίζει ο υιός, διότι δεν λέει ότι δεν γνωρίζει ο Υιός του Θεού, αλλά λέγοντας ‘’ουδέ ο Υιός’’, θέλει να δείξει γενικότερα ότι ο άνθρωπος αγνοεί. Αυτό που μας είπε και παραπάνω δηλαδή. «…ανθρωπίνως ειρηκώς, ‘’Ουδέ ο Υιός οίδε’’, δείκνυσιν όμως θεικώς εαυτόν τα πάντα ειδότα. Ον γαρ λέγει Υιόν την ημέραν μη ειδέναι, τούτον ειδέναι λέγει τον Πατέρα· ‘’Ουδείς γαρ’’, φησί, ‘’γινώσκει τον Πατέρα ει μη ο Υιός’’». (ίδιος λόγος). Παρομοίως και εδώ. Ο Χριστός ξέρει την ημέρα της Β Παρουσίας, καθώς όπως λέει ο ίδιος, ‘’κανένας δεν γνωρίζει τον Πατέρα παρά ο Υιός’’. Από την στιγμή που ο Πατέρας ξέρει, επόμενο ότι ξέρει και ο Υιός. «…των ανθρώπων ίδιον εστί το αγνοείν, και ότι σάρκα αγνοούσαν ενεδύσατο, εν η ων, σαρκικώς έλεγεν· ‘’Ουκ οίδα’’. Τότε γουν ειρηκώς, ότι ‘’Ουδέ ο Υιός οίδε’’, και των κατά Νώε ανθρώπων την άγνοιαν παραθείς, ευθύς επήγαγε· ‘’Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε ουδέ υμείς, ποία ώρα ο Κύριος υμών έρχεται· και πάλιν, η ου δοκείτε ώρα, ο Υιός του ανθρώπου έρχεται· δι  υμάς γαρ καγώ γενόμενος ως υμείς, είπον· ‘’Ουδέ ο Υιός’’. Έδει δε, είπερ ην αγνοών θεικώς, είπεν· ‘’Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδα’’, και, ‘’η ου δοκώ ώρα’’· νύν δε, τούτο μεν ουκ είπεν· ειρηκως δε, ότι ουκ οίδατε υμείς, και η ου δοκείτε, έδειξεν, ότι των ανθρώπων εστί το αγνοείν».  Δηλαδή, με τα λόγια του ο Χριστός, δείχνει την άγνοια της ανθρώπινης φύσης ως προς τα βάθη του Θεού.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

«Τω μεν ειπείν, ‘’ουδέ οι άγγελοι’’, επεστόμισεν αυτούς, ώστε μη ζητήσαι μαθείν…το δε ειπείν ‘’Ουδέ ο Υιός’’, κωλύει ου μόνον μαθείν, αλλά και ζητήσαι. Ότι γαρ δια τούτο είρηκεν, όρα μετά την ανάστασιν, επειδή περιεργοτέρους είδε γενομένους, πως επεστόμισε μειζόνως. Νυν μεν γαρ και τεκμήρια είρηκε πολλά και άπειρα, τότε δε απλώς, ‘’Ουχ υμών εστί γνώναι χρόνους ή καιρούς…Και γαρ σφόδρα έμελε αυτώ του τιμάν αυτούς και μηδέν αποκρύπτεσθαι. Δια τούτο αυτό τω Πατρί αυτού ανατίθησι, και φοβερόν το πράγμα ποιών, και εκείνων αποτειχίζων τη πεύσει το ειρημένον…Πως δε, ει πάντα δι αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν, την ημέραν ηγνόησεν? Ο γαρ τους αιώνας ποιήσας, εύδηλον ότι και τους χρόνους· ει δε τους χρόνους, και την ημέραν· πως ουν ην εποίησεν αγνοεί?» (77η ομιλία ,εις τον Ματθαίον, α κεφάλαιο).

Ο ιερός Χρυσόστομος, αναφέρει ότι ο Υιός γνωρίζει την ημέρα, αφού Εκείνος έφτιαξε τα πάντα. Πως είναι δυνατόν να αγνοεί την ημέρα εκείνη, αναρωτιέται ο ιερός Πατέρας. Από την στιγμή που έφτιαξε τους αιώνες, έφτιαξε και τους χρόνους, και επομένως και την ημέρα εκείνη. Επομένως δεν την αγνοεί. Αυτό που λέει ο Κύριος, το αναφέρει για να κόψει την φόρα σε όλους όσους θέλουν να μάθουν ή να ζητήσουν να βρουν. Ο Κύριος ήθελε πολύ να τιμήσει τους μαθητές και να μην τους αποκρύψει τίποτα. Αλλά η ημέρα αυτή ανήκει στα βάθη του Θεού, για αυτό και μεταθέτει το ζήτημα αυτό στον Πατέρα.

«Πως ουν το μείζον εαυτοίς διδόντες, ουδέ το έλαττον συγχωρείτε τω Υιώ, εν ω εισίν πάντες οι θησαυροι της σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι? …ούτε ο Υιός αγνοεί την ημέραν, αλλά και σφόδρα επίσταται. Δια τοι τούτο πάντα ειπών, και τους χρόνους, και τους καιρούς, και επ’ αυτάς θύρας αγαγών (Εγγύς γαρ εστίν επί θύραις, φησίν·), απεσίγησε την ημέραν. Ει μεν γαρ ημέραν ζητοίης  ώραν, ουκ ακούση παρ’ εμού, φησίν· ει δε καιρούς και προοίμια, ουδέν αποκρυψάμενος ερώ πάντα σοι μετά ακριβείας. Ότι μεν γαρ ουκ αγνοώ, δια πολλών έδειξα, διαστήματα ειπών, και τα συμβησόμενα άπαντα, και όσον από τούδε του χρόνου μέχρι της ημέρας αυτής· ( τούτο γαρ της συκής εδήλωσεν η παραβολή), και επί πρόθυρα σε ήγαγον αυτά· ει δε μη ανοίγω σοι τας θύρας, και τούτο συμφερόντως ποιώ. Ίνα δε και ετέρωθεν μαθής, ότι ου της αγνοίας αυτού το σιγήσαι, όρα μετά των ειρημένων πως και άλλο προστήθισι σημείον· Ώσπερ δε ήσαν εν ταις ημέραις του Νώε τρώγοντες και πίνοντες, γαμούντες και γαμίζοντες, άχρι ης ημέρας ήλθεν ο κατακλυσμός, και ήρε άπαντας· ούτως έσται και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου. Ταύτα δε είπε, δηλών ως αθρόον ήξει, και απροσδοκήτως, και των πλειόνων τρυφώντων» (Ίδια ομιλία, κεφάλαιο β).

Δηλαδή, ο Υιός μας περιέγραψε καταστάσεις, τα προοίμια, τους χρόνους και τους καιρούς, αλλά δεν είπε την ακριβή ημέρα. Περιέγραψε το τι θα συμβεί, πράγμα που σημαίνει ότι γνωρίζει και την ημέρα. Δεν αποκαλύπτει την ημέρα γιατί έτσι θα χαθεί το αιφνιδιαστικό της Δευτέρας Παρουσίας.  Ο ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας τα λόγια του Χριστού, αναφέρει ότι η Δευτέρα Παρουσία θα έρθει αιφνιδίως και απροσδόκητα.

Τέλος, θα αναφέρουμε πατερική ερμηνεία στο χωρίο του προφήτη Ζαχαρία, που αναφέρεται στην ημέρα της Β Παρουσίας.

«και ηξει Κυριος ο Θεος μου και παντες οι αγιοι μετ αυτου. Και έσται εν εκεινη τη ημερα ουκ εσται φως και ψυχος και παγος· εσται μιαν ημεραν ,και η ημερα εκεινη γνωστη τω Κυριω, και ουχ ημερα και ου νυξ, και προς εσπεραν εσται φως» (Ζαχαρίας, ιδ 5-7).

«Την δε γε ημέραν εκείνην γνωστή είναι φησί τω Κυρίω. Μόνος γαρ οίδεν ο Θεός και Πατήρ την της συντελείας ημέραν. Εμπεδοί δε προς τούτο ημάς και αυτός ο Υιός ούτω λέγων· Περί δε της ημέρας εκείνης ή της ώρας ‘’ουδείς οίδεν, ούτε οι άγγελοι εν ουρανώ, ούτε ο Υιός, ει μη ο Πατήρ μόνος’’. Η μεν γαρ νοείται καθ’ υμάς άνθρωπος, ουκ αν ειδέη τα εν τω Πατρί· η δε εστί φύσει Θεός, και εξ αυτού πεφηνώς, οίδε που πάντως και την εσχάτην ημέραν, καν ει λέγοι μη ειδέναι δια το ανθρώπινον» (Τόμος 6ος, υπόμνημα στον προφήτη Ζαχαρία, αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας).

Πηγή: Ορθόδοξες Απαντήσεις