Πλήρη απαλλαγή του Κώστα Βαξεβάνη για όλες τις αποκαλύψεις που αφορούν στα δάνεια της Λαϊκής Τράπεζας και στην κατάρρευση της τράπεζας και της κυπριακής Οικονομίας, πρότεινε σήμερα ο εισαγγελέας της έδρας.

Όπως επεσήμανε ο εισαγγελικός λειτουργός οι υποθέσεις διερευνώνται τόσο από την ελληνική όσο και από την κυπριακή Δικαιοσύνη και δεν μπορεί να αποδειχθεί, αυτό που ισχυρίζεται ο μηνυτής Βγενόπουλος, ότι δηλαδή είναι όλα αναληθή.

Ο εισαγγελέας επικαλέστηκε την ανάσυρση από το αρχείο της υπόθεσης Βγενόπουλου για να υποστηρίξει ότι από τη στιγμή που η υπόθεση διερευνάται εκ νέου με εντολή της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, το δικαστήριο δεν μπορεί πέραν πάσης αμφιβολίας να σχηματίσει δικανική πεποίθηση καθώς όπως τόνισε στην περίπτωση της συκοφαντικής δυσφήμισης δεν το έχει ο δημοσιογράφος αλλά η Δικαιοσύνη.

Ακόμη ο εισαγγελικός λειτουργός που δεν διέκρινε δόλο στα σκέλη των δημοσιευμάτων που έκαναν λόγο για νέο Κοσκωτά, αλλά και για άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες του Βγενόπουλου, εισηγήθηκε σήμερα επίσης την απαλλαγή τόσο του Κώστα Βαξεβάνη όσο και του Γιάννη Συμεωνίδη. Ο εισαγγελέας αν και επεσήμανε ότι η νομιμότητα του δανείου της Μαρφίν προς τη Μονή Βατοπεδίου απασχολεί ακόμη τη Δικαιοσύνη, εξέφρασε την εκτίμηση ότι δεν προκύπτει σχέση του επιχειρηματία με το σκάνδαλο Βατοπεδίου και μόνο ως προς αυτό το σκέλος εισηγήθηκε ενοχή.

Ο εισαγγελέας της έδρας αρχικώς απέρριψε αίτημα αναβολής που είχε υποβληθεί από την υπεράσπιση κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, κρίνοντας ότι δεν υπάρχει ταύτιση της υπόθεσης Βαξεβάνη – Βγενόπουλου με την υπόθεση των συνεργατών του Βγενόπουλου, Μπουλούτα και Φόρου οι οποίοι καταζητούνται διεθνώς κι έχει ήδη αποφασιστεί η έκδοσή τους στην Κύπρο. Αναφερόμενος στην ουσία την υπόθεσης σημείωσε ότι στο καταδικαστικό σκέλος της πρωτόδικης απόφασης υπάρχουν σημεία τα οποία περιλαμβάνονται και στο απαλλακτικό. Ως εκ τούτου, επεσήμανε, πρέπει να θεωρήσουμε ότι τα συγκεκριμένα σημεία δεν περιλαμβάνονται στην καταδικαστική απόφαση.

Για την αναφορά τού Κώστα Βαξεβάνη στην ΑΜΚ της MIG, ο εισαγγελέας τόνισε ότι ο κατηγορούμενος δεν αναφέρεται ότι στο σύνολο της η ΑΜΚ έγινε με δανεικά χρήματα. Το ότι ένα μέρος έγινε με δανεικά χρήματα δεν αμφισβητείται, είπε. «Η Λαϊκή και οι θυγατρικές της από το 2008 και μετά χρησιμοποιούνταν για τη χρηματοδότηση κύκλου επιχειρηματιών ή επιχειρήσεων συμφερόντων Βγενόπουλου», αναφέρει το δημοσίευμα του Hot Doc, πράγμα το οποίο όπως εξήγησε ο εισαγγελέας, θεωρήθηκε και από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αληθές.

Σχολιάζοντας περαιτέρω τα δημοσιεύματα του περιοδικού, ο εισαγγελέας υπογράμμισε ότι καταγράφονται τα συμπεράσματα των πορισμάτων της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου και της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά υπάρχουν επιπλέον σχόλια, τα οποία αν δεν υφίσταντο «ίσως σήμερα να μην βρισκόμασταν εδώ». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα ο Κώστας Βαξεβάνης διατυπώνει έναν επιπλέον ισχυρισμό πως ό,τι συνέβη δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα κακής τραπεζικής πρακτικής αλλά και δόλου του Ανδρέα Βγενόπουλου. Ως τέτοιον ισχυρισμό ερμηνεύει ο εισαγγελέας τη φράση «προσπαθούσε να δημιουργήσει οικονομική ευρωστία με ξένα κόλλυβα, αυτά της κηδεία των τραπεζών». Σχολίασε παράλληλα ότι η αναφορά «σε δράστες» προϋποθέτει ότι υπάρχει κάποιο έγκλημα. Σύμφωνα με τον ίδιο, αποδίδεται στον πρώην διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργο Προβόπουλο ότι κάλυψε ένα έγκλημα το οποίο αποδίδεται στον Ανδρέα Βγενόπουλο.

Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, οι διαπιστώσεις που περιλαμβάνονται στα πορίσματα μπορούν να ερμηνευθούν και να σχολιαστούν, ενώ ο δημοσιογράφος έχει υποχρέωση να πράττει κατ’ αυτόν τον τρόπο εφόσον θεωρεί ότι μπορεί να υπάρχει κίνδυνος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αναφερόμενος στα δάνεια, είπε ότι διενεργήθηκε προκαταρκτική στην Ελλάδα και η υπόθεση αρχειοθετήθηκε. Σύμφωνα με τη διάταξη Τσατάνη, λέει ο εισαγγελέας, δεν αποδεικνύεται ως αληθές αυτό που λέει ο δημοσιογράφος.

Ωστόσο, όπως υπογράμμισε το βάρος της απόδειξης της συκοφαντικής δυσφήμισης δεν το έχει ο δημοσιογράφος, αλλά ο μηνυτής. Στην προκειμένη περίπτωση, ανέφερε ο εισαγγελέας, υπήρξε μια νέα δικανική κρίση από την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η οποία έκρινε ότι η αρχειοθετημένη υπόθεση πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω. Ως εκ τούτου, επεσήμανε, υπάρχουν αμφιβολίες ως προς τη διαπίστωση της συκοφαντικής δυσφήμισης.

Στη συνέχεια, αναφερόμενος σε έκθεση που είχε παραγγείλει η Προεδρία της Κυπριακής Δημοκρατίας το 2014 -μετά την κατάρρευση της Λαϊκής και της Οικονομίας της χώρας και πάνω από έναν χρόνο μετά τα δημοσιεύματα- υπενθύμισε ότι η Λαϊκή Τράπεζα χαρακτηρίζεται ως «καρκίνωμα της κυπριακής Οικονομίας». Στην έκθεση, είπε, καταγράφονται κι άλλες αιτίες για την κατάρρευση της κυπριακής Οικονομίας, όπως το μεγάλο μέγεθος των τραπεζών, ο υπερδανεισμός των ιδιωτών χωρίς επαρκείς εξασφαλίσεις και η έκθεση των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα. Ο εισαγγελέας διάβασε αποσπάσματα της έκθεσης από τα οποία προκύπτουν, για την κατάρρευση της κυπριακής Οικονομίας, και ευθύνες της κυβέρνησης Χριστόφια.

Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων της Λαϊκής προέκυψαν από τη διασυνοριακή συγχώνευση με τη Μαρφίν Εγνατία. Κι αυτό γιατί όποιο πρόβλημα προέκυπτε από τη μη εξυπηρέτηση των δανείων της, θα παρέμενε στην Ελλάδα. Αντιθέτως με τη διασυνοριακή συγχώνευση το πρόβλημα μεταδόθηκε στην Κύπρο. Το ερώτημα είναι, πάντοτε σύμφωνα με τον εισαγγελέα, «ποιος έχει ευθύνη γι’ αυτή τη ζημία». Σύμφωνα με το δημοσίευμα, είπε ο εισαγγελέας, τα προβλήματα είχαν ήδη διαφανεί από το 2009, ενώ η συγχώνευση έγινε τον Μάρτιο του 2011. Στο διάστημα αυτό, πρόσθεσε, δεν φαίνεται να υπήρξε κάποια αντίδραση από τους Κυπρίους για την υλοποίηση της συγχώνευσης. «Αναρωτιέμαι -δεν μπορώ να δώσω απάντηση- δεν είχαν δει το πρόβλημα οι κυπριακές Αρχές για να αποτρέψουν τη συγχώνευση;» συνέχισε και συμπλήρωσε ότι δεν «μπορούμε να καταλήξουμε στον ισχυρισμό ότι η κατάρρευση της Κύπρου μπορεί να αποδοθεί στην ενέργεια ενός ανθρώπου».

Ως προς την ΑΜΚ της MIG και τη μείωση απομείωση των κεφαλαίων, επεσήμανε ότι είναι δικαιολογημένο διότι ναι μεν μετά την ΑΜΚ η Λαϊκή Τράπεζα είχε ποσοστό περί το 6% στη MIG, αλλά είναι γνωστό ότι κατά την ΑΜΚ η Λαϊκή ήταν μεγαλομέτοχος της MIG με ποσοστό 95%. Αναφορικά με το Βατοπέδι, είπε ότι ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται όταν διαβάζει ότι «αν δεν υπήρχε ο Βγενόπουλος ίσως να μην υπήρχε σκάνδαλο Βατοπεδίου» ότι ίσως στην υπόθεση βρίσκεται και ο Βγενόπουλος. Συνεπώς, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, του αποδίδεται ένα προσβλητικό γεγονός.

Αναφερόμενος στις σχέσεις Βγενόπουλου - Παναθηναϊκού είπε ότι δεν είναι δυσφημιστικό, αλλά σύνηθες στην Ελλάδα μεγάλοι επιχειρηματίες να ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, ενώ για τον χαρακτηρισμό «Κοσκωτάς» υπενθύμισε ότι ο συντάκτης έχει δηλώσει κατά την απολογία του ότι δεν αφορά το ποινικό κομμάτι της υπόθεσης, αλλά το γεγονός ότι υπήρχε μια κοινή συμπεριφορά.

 

πηγή: koutipandoras.gr