Σαν σήμερα, 195 Χρόνια από την Άλωση της Τριπολιτσάς
<p>Ο Γέρος του Μοριά, στις 23 Σεπτέμβρη του 1821, απελευθερώνει την Τριπολιτσά και πετυχαίνει το μεγάλο του στρατηγικό σχέδιο</p>
Η Τριπολιτσά ήταν το σημαντικότερο διοικητικό, στρατιωτικό και οικονομικό κέντρο της Πελοποννήσου και είχε ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, καθώς έλεγχε τις οδούς προς τις άλλες μεγάλες πόλεις της Πελοποννήσου. Οι κάτοικοι της πόλης πριν από την επανάσταση, σύμφωνα με τον Gordon , ανέρχονταν σε 15.000, εκ των οποίων 7.000 Έλληνες και 1.000 Εβραίοι. Σύμφωνα με άλλες πηγές, το 1821 κατοικούσαν στην πόλη 13.000 Έλληνες, 7.000 Τούρκοι καθώς και 400 Εβραίοι. Με την έναρξη των εχθροπραξιών, οι Έλληνες έφυγαν και πολλοί Τούρκοι κατέφυγαν στην Τριπολιτσά, όπως και σε άλλες οχυρές πόλεις, με συνέπεια να διπλασιαστεί ο πληθυσμός της και να φτάσει στους 30.000 κατοίκους. H πόλη δεν είχε επάρκεια τροφίμων, αλλά, είχε άφθονο πόσιμο νερό, λόγω των πηγαδιών της.Διοικητής της Πελοποννήσου ήταν ο Χουρσίτ Μεχμέτ πασάς. Όταν έμαθε για την πολιορκία από την Ήπειρο όπου πολεμούσε τον Αλή πασά, ο Χουρσίτ έστειλε στην Τριπολιτσά 3.500 στρατιώτες υπό τον Κεχαγιάμπεη. Αρκετοί αρχιερείς και προεστοί είχαν προστρέξει εντός των τειχών της πόλης, ύστερα από διαταγή των Τούρκων οι οποίοι είχαν πληροφορίες για τη σχεδιαζόμενη εξέγερση.
Έως τις αρχές Μαΐου του 1821 οι επαναστάτες είχαν περικυκλώσει την Τριπολιτσά σε Πάπαρη, Βλαχοκερασιά, Διάσελο, Αλωνίσταινα και Βέρβενα. Τότε έφθασε η πληροφορία ότι ο Μουσταφάμπεης με 3.500 άνδρες από τα Γιάννινα είχε διασπάσει την πολιορκία από τα ανατολικά και είχε εισέλθει στην πόλη. Η επιχείρηση κινδύνευε, αλλά οι δύο σημαντικές ήττες που υπέστη στο Βαλτέτσι (12 Μαΐου) και στα Δολιανά (18 Μαΐου) αναπτέρωσαν το ηθικό στο ελληνικό στρατόπεδο και συνέβαλαν καταλυτικά στην επιχείρηση εναντίον της Τριπολιτσάς. Παραμονές της άλωσης, η δύναμη των πολιορκητών είχε φθάσει στους 10.000 άνδρες. Η πόλη υπέφερε από πείνα, καθώς οι αποθήκες των τροφίμων είχαν σχεδόν αδειάσει, τα χρήματα είχαν εξαντληθεί και οι αρρώστιες θέριζαν. Τον Αύγουστο μαθεύτηκε ότι ο Κιαμήλμπεης θα μετέφερε ενισχύσεις και πολεμοφόδια και τότε ο Κολοκοτρώνης διέταξε κι ανοίχθηκε τάφρος πάνω στον δρόμο που θ’ ακολουθούσαν οι Τούρκοι, αλλά ο Κιαμήλμπεης δεν βγήκε τελικά. Βγήκαν όμως στις 10 Αυγούστου πάνω από 4.000 Τούρκοι και συγκέντρωσαν άφθονα τρόφιμα από τα γύρω χωριά. Στην επιστροφή τους τούς επιτέθηκαν οι Έλληνες που τους είχαν στήσει ενέδρα στην τάφρο, υπέστησαν βαριές απώλειες και όλες οι τροφές και τα ζώα έπεσαν στα χέρια των πολιορκητών. Η μάχη αυτή, της Γράνας, έφερε σε απόγνωση τους πεινασμένους ήδη Τούρκους.
Οι μπέηδες και αγάδες άρχισαν να συσκέπτονται στην Τριπολιτσά για τους όρους της παράδοσης, καθώς έβλεπαν ότι πια δεν υπήρχε ελπίδα. Αλλά, ο στρατιώτης Μανώλης Δούνιας από τον Πραστό Κυνουρίας στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, ημέρα Παρασκευή, μαζί με δύο συντρόφους του αναρριχήθηκε στα τείχη της πόλης που έφθαναν τα πεντέμισι μέτρα ύψος και εισήλθε στην Τριπολιτσά, εκμεταλλευόμενος τη γνωριμία του με τον φύλακα του προμαχώνα. Αφού τον εξουδετέρωσε, άνοιξε την Πύλη του Μυστρά και οι Έλληνες επαναστάτες εισόρμησαν στην πόλη. Οι κάτοικοί της αντιστάθηκαν, χωρίς επιτυχία, επί δίωρο.
Ο ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματά του (τα οποία υπαγόρευσε το 1839 στον Γεώργιο Τερτσέτη) λακωνικά, όπως πάντα, περιγράφει:
«Το άλογό μου από τα τείχη έως τα σαράγια δεν επάτησε γη... Το ασκέρι όπου ήτον μέσα, το ελληνικό, έκοβε και εσκότωνε, από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άντρες, τριάντα δύο χιλιάδες, μια ώρα ολόγυρα της Τριπολιτσάς.» Ο Φωτάκος θυμάται: «Ακόμα και τώρα έρχεται στο νου μου το λιάνισμα και το τρίξιμο των κοκκάλων και ανατριχιάζω. Τους επαρακάλεσα να παύσουν την σφαγή αλλά δεν εκατόρθωσα τίποτα, μάλιστα εφοβήθηκα μη μου δώσουν και εμένα καμία πληγήν. Τόσην ήτο η μέθη των δια να σκοτώνουν Τούρκους...».
Η Άλωση της Τριπολιτσάς αποτέλεσε σταθμό για την εδραίωση και την εξέλιξη της Επανάστασης, ενώ η σύλληψη και η εκτέλεση του σχεδίου ανέδειξε τον Κολοκοτρώνη σε αρχηγό της Επανάστασης. Ολόκληρη η Πελοπόννησος βρισκόταν στα χέρια των Ελλήνων, εκτός των φρουρίων, Πατρών, Μεθώνης, Κορώνης και Ναυπλίου, τα οποία πολιορκούνταν στενά. Σύμφωνα με τον Φιλήμονα «τα αποτελέσματα της αλώσεως της Τριπόλεως επήλθον μέγιστα ως προς τους Έλληνας». Ο Φωτάκος λέει ότι ελάχιστα ήταν τα υλικά οφέλη για τους επαναστατημένους, αφού τα λάφυρα, η λεία, έγιναν αντικείμενο αρπαγής και ούτε καν το ένα τρίτο της δεν έφτασε στο περίφημο εθνικό θησαυροφυλάκιο.