Με ξέφραγο αμπέλι μοιάζουν τα 218 χιλιόμετρα του ποταμού Έβρου, που ορίζουν τα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία και τη Βουλγαρία, με αποτέλεσμα το τελευταίο διάστημα ο ποταμός να έχει μετατραπεί σε ακόμα ένα πέρασμα προς την Ευρώπη για χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες που διασχίζουν τα νερά του.

Από το Διδυμότειχο μέχρι την Ορεστιάδα τα χωριά απέχουν μερικές εκατοντάδες μέτρα από τις όχθες του ποταμού. Οι διακινητές δείχνουν να το γνωρίζουν αυτό. Όπως επίσης φαίνεται να ξέρουν πού είναι τα στενά περάσματά του, σε ποια σημεία τα νερά είναι φουσκωμένα, ώστε να χρειάζεται βάρκα, αλλά και πού είναι προσβάσιμα τα σημεία. Έτσι, καθοδηγούν τις ροές προς την πιο σύντομη και ασφαλή κατεύθυνση. Όταν το γκρουπ των μεταναστών διασχίσει τον ποταμό και αποβιβαστεί στη δυτική όχθη, το περιμένει στην άκρη του ένα σχοινί, που το ακολουθούν, και σε λίγα λεπτά βρίσκονται σε κεντρική οδική αρτηρία, με κατεύθυνση προς τα χωριά της περιοχής, τα οποία έχουν λιγοστούς, ηλικιωμένους κατοίκους.

Η επιτήρηση στην περιοχή είναι ελλιπής. Ενδεικτικό είναι πως οι αστυνομικοί της Ορεστιάδας προειδοποίησαν με επιστολή τους προς το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας πως πρέπει να επιστρέψουν στην οργανική τους θέση συνάδελφοί τους, που έχουν αποσπαστεί σε άλλες υπηρεσίες, και να επανδρωθεί το τμήμα. Έτσι, οι κάτοικοι των χωριών, που βλέπουν καθημερινά τους εκατοντάδες λαθραίους οικονομικούς μετανάστες να κατακλύζουν τα χωριά τους, νιώθουν φόβο και ανασφάλεια. Το περιβάλλον αυτό και το κλίμα που κυριαρχεί περιέγραψε μιλώντας στα «Π» με ακρίβεια και ένταση ο Κώστας Πιτιακούδης, δημοσιογράφος της περιοχής, που καθημερινά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την αύξηση των ροών από τα χερσαία σύνορά μας. «Καθημερινά περνάνε κατά εκατοντάδες τα σύνορά μας. Εχουν έρθει χιλιάδες το τελευταίο διάστημα», ανέφερε στα «Π» και συνέχισε τονίζοντας πως «κυρίως σε περιοχές που είναι κοντά στο τρίγωνο, όπως οι Καστανιές, η Βύσσα και το Ορμένιο, η παρουσία των μεταναστών είναι καθημερινή. Παρέλαση κάνουν». Όπως έχει συμβεί και σε άλλες περιοχές, έτσι και στον Έβρο η κατάσταση αυτή έχει ανησυχήσει τους κατοίκους. «Οι άνθρωποι που έρχονται είναι ταλαιπωρημένοι και ψάχνουν κάπου να φάνε και να κοιμηθούν. Πάνε όπου βρουν. Τα περιστατικά της ανομίας είναι πολλά και καθημερινά», δηλώνει ο ίδιος και συνεχίζει αναφέροντας πως «πάει κάποιος ηλικιωμένος να ανοίξει το πρωί την αποθήκη του και βλέπει μέσα μετανάστες. Πάει ο άλλος στα ζώα του, τους βλέπει. Η κατάσταση γίνεται κάθε μέρα και χειρότερη». Σύμφωνα πάντα με τον κύριο Πιτιακούδη, υπάρχει και κάτι ακόμα που έχει θορυβήσει τους ηλικιωμένους κατοίκους της αραιοκατοικημένης περιοχής του Έβρου. «Οι κάτοικοι ανησυχούν και για την παρουσία των ΜΚΟ το τελευταίο διάστημα, που ψάχνουν να βρουν να νοικιάσουν εγκαταλελειμμένους χώρους, όπως αποθήκες, μαγαζιά και σπίτια, κάτι που δείχνει πως ξεκινάει ένα πρόβλημα για την περιοχή», κατέληξε.

Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, που περιμένουν στην Τουρκία για να περάσουν στην Ελλάδα, έρχονται από δύο δρόμους. Ο ένας είναι αυτός που αναφέραμε και ο άλλος είναι μέσα από τη Βουλγαρία, που βγαίνει στη Ροδόπη. Και οι δύο όμως έχουν ένα κοινό, πως όσοι τους προτιμήσουν συνεχίζουν το ταξίδι τους ακολουθώντας τις γραμμές του τρένου προς τη Θεσσαλονίκη, με σκοπό να πάνε σε χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης.

Από τη πλευρά της, η Στέλλα Νάνου, εκπρόσωπος της Υπα-της Αρμοστείας του ΟΗΕ, μιλώντας στα «Π» τόνισε πως «υπάρχει αύξηση των μεταναστευτικών ροών από τα χερσαία σύνορά μας» και συνέχισε επισημαίνοντας πως «και το 2010-2012, όταν ο πόλεμος στη Συρία ήταν σε έξαρση, υπήρχε επίσης μεγάλη μετακίνηση πληθυσμών στη συγκεκριμένη περιοχή, όμως η δημιουργία του φράχτη μετέφερε τις ροές προς τα νησιά». Η κυρία Νάνου κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας μας διευκρίνισε επίσης πως «οι άνθρωποι που περνάνε τα σύνορα είναι στην πλειονότητά τους από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, ενώ το τελευταίο διάστημα έχουμε και ανθρώπους από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, όπως επίσης από την Τουρκία». Σε ερώτησή μας για την κατάσταση που επικρατεί στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης της Ορεστιάδας ανέφερε πως «η χωρητικότητα του κέντρου στο Φυλάκιο Έβρου είναι για 240 άτομα. Αυτήν την περίοδο φιλοξενείται σχεδόν ισάριθμος πληθυσμός ανθρώπων».