Ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος σε βάρος δυο υπαλλήλων του υπουργείου Ανάπτυξης για το αδίκημα της απιστίας σε συνδυασμό με τις διατάξεις του νόμου περί καταχραστών του δημοσίου αλλά και κατά του διευθυντή του γραφείου του πρώην υφυπουργού Αθανάσιου Σκορδά για ηθική αυτουργία σε απιστία, ασκήθηκε από την εισαγγελία Διαφθοράς. Παράλληλα, η σχετική δικογραφία διαβιβάστηκε στη Βουλή προκειμένου να ερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες του κ. Σκορδά αλλά και στο Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) για τη διερεύνηση πιθανών φορολογικών αδικημάτων.

Η υπόθεση, την οποία διενήργησαν οι επίκουρες εισαγγελείς διαφθοράς Αγγελική Τριανταφύλλου και Πόπη Παπανδρέου κατόπιν παραγγελίας της εισαγγελέως Διαφθοράς Ελένης Ράϊκου, αφορά σε διάθεση δημόσιου χρήματος που δόθηκε ως επιχορήγηση στην εταιρεία «Ελληνική Βιομηχανία Ανακύκλωσης ΑΒΕΕ>. Η εν λόγω εταιρεία συμμετείχε σε πρόγραμμα για την ενίσχυση και επέκταση μονάδων για τη διαχείριση των αποβλήτων, πλην όμως - όπως όμως προέκυψε από την έρευνα - αν και έλαβε κρατική επιχορήγηση, δεν προχώρησε ποτέ στην υλοποίηση της επένδυσης!

Ειδικότερα, από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου ανέρχονταν στα 2,5 εκατ. ευρώ με τη δημόσια δαπάνη να ανέρχεται σε ποσοστό 40%. Μετά από έλεγχο που διενεργήθηκε πιστοποιήθηκαν συνολικές δαπάνες ύψους 1.8 εκατ. ευρώ, ωστόσο η επένδυση δεν πραγματοποιήθηκε καθώς υπήρχαν αμφιβολίες για τη γνησιότητα των τιμολογίων.

Για το λόγο αυτό το 2010 αποφασίστηκε η απένταξη της εταιρείας από το πρόγραμμα και η επιστροφή της επιχορήγησης που είχε λάβει. Η εταιρεία κατέθεσε αίτηση θεραπείας και η αρμόδια επιτροπή που εξέτασε το αίτημά της, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι το αίτημά της θα πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό. Συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι η επένδυση θα έπρεπε να προχωρήσει για το ύψος των δαπανών για τις οποίες υπήρχαν όλα τα απαραίτητα παραστατικά, δηλαδή για ποσό 1,3 εκατ. ευρώ.

Με την απόφαση περί συνέχισης της επένδυσης διαφώνησε ο τότε αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης κ. Σωκράτης Ξυνίδης, ο οποίος ζήτησε η υπόθεση να διαβιβαστεί για τα περαιτέρω στις εισαγγελικές αρχές και το ΣΔΟΕ, κάτι που όμως δεν έγινε ποτέ. Τελικά, στα τέλη του 2012 αποκαλύφθηκε ότι η εταιρεία από το 2010 είχε βάλει «λουκέτο» καθώς είχε παύσει να λειτουργεί, λόγω οικονομικών προβλημάτων. Μάλιστα, είχε πουλήσει τα μηχανήματά της σε άλλη εταιρεία. Η ζημιά για το ελληνικό δημόσιο από τις πράξεις των κατηγορουμένων ανέρχεται στις 800. 000 ευρώ. Μετά την άσκηση των διώξεων η δικογραφία για τα μη πολιτικά πρόσωπα διαβιβάστηκε σε ανακριτή.