Το ψηφιδωτό δάπεδο που υποδέχεται τους επισκέπτες του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου θα αποκολληθεί και θα συντηρηθεί. Στην παραπάνω γνωμοδότηση κατέληξε ομόφωνα το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ), που δέχτηκε τη σχετική μελέτη, όπως παρουσιάστηκε από τη Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεότερων Μνημείων του ΥΠΠΟΑ.

Το μνημείο, που χρονολογείται μεταξύ 2ου και 3ου αι. μ.Χ., ανήκε σε ρωμαϊκή έπαυλη η οποία αποκαλύφθηκε το 1968 κατά τη διάρκεια ανασκαφών στο οικόπεδο επί των οδών Διονυσίου Αρεοπαγίτου και Προπυλαίων. Από εκεί μεταφέρθηκε στο Μουσείο, την κύρια είσοδο του οποίου κοσμεί από το 1970. Φέρει απλό γεωμετρικό διάκοσμο που σχηματίζουν πολύχρωμες ψηφίδες από φυσική πέτρα και κεραμική. Η έκτασή του είναι περίπου 147 τ.μ. και έχει δεχτεί και στο παρελθόν επεμβάσεις συντήρησης.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα οφείλεται στα αυτοκίνητα

Το ψηφιδωτό δάπεδο θα πάρει τον δρόμο των εργαστηρίων, λόγω των φθορών που έχει υποστεί από τη χρήση του, καθώς βρίσκεται στην είσοδο του Μουσείου. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο δεν οφείλεται στους επισκέπτες, αλλά στα αυτοκίνητα. Γι' αυτόν τον λόγο η γνωμοδότηση του ΚΑΣ, που δέχτηκε τη σχετική μελέτη αποκόλλησης και συντήρησης του μνημείου, ανέφερε ότι μετά το πέρας των εργασιών συντήρησης, το ψηφιδωτό δάπεδο θα επανατοποθετηθεί στην είσοδο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου - καθώς έχει συνδεθεί άρρηκτα με τον χώρο - αλλά με την προϋπόθεση να μην διέρχονται τροχοφόρα. Επίσης, θα εγκατασταθεί ενημερωτική πινακίδα η οποία θα πληροφορεί για τη χρονολόγηση και την προέλευση του μνημείου.