«Αρνούμαι την κατηγορία» δήλωσε στο δικαστήριο ο πρώην υπουργός Τάσος Μαντέλης, όταν κλήθηκε να τοποθετηθεί για όσα του αποδίδονται στην υπόθεση των χρημάτων που έλαβε από τη ΖΗΜΕΝΣ.

Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αφού απέρριψε την ένσταση της υπεράσπισης για την Πολιτική Αγωγή, αποδεχόμενο την παράσταση των συνηγόρων τόσο του Δημοσίου όσο και του ΟΤΕ, ζήτησε την τοποθέτηση των κατηγορουμένων επί της κατηγορίας.

Ο βασικός κατηγορούμενος δήλωσε στο δικαστήριο ότι δεν αποδέχεται όσα του αποδίδονται, ενώ αναφερόμενος στον κουμπάρο και συγκατηγορούμενό του Γιώργο Τσουγκράνη τόνισε:

«Νιώθω ότι είναι υποχρέωσή μου να πω ότι ο κ. Τσουγκράνης ενεπλάκη σε αυτή την υπόθεση χωρίς να γνωρίζει τίποτα. Είναι εδώ κατηγορούμενος εξαιτίας της δικής μου συμπεριφοράς».

Ακολούθως, με τις τοποθετήσεις τους και οι υπόλοιποι τέσσερις κατηγορούμενοι αρνήθηκαν όσα τους καταλογίζονται.

Υπενθυμίζεται ότι η υπόθεση αφορά το ποσό των 450.000 μάρκων που έλαβε ο κ. Μαντέλης σε δύο δόσεις, το 1998 και το 2000, ως αντάλλαγμα -κατά την κατηγορία- για την επιλογή της ΖΗΜΕΝΣ επί θητείας του στο υπουργείο Μεταφορών, για την ψηφιοποίηση των κέντρων του ΟΤΕ με τη σύμβαση του 1997, με αριθμό 8002.

Στο εδώλιο μαζί με τον κ. Μαντέλη, παραπέμπονται οι Γεώργιος Τσουγκράνης επιχειρηματίας και κουμπάρος του κ. Μαντέλη, Αντωνία Μάρκου εφοριακή υπάλληλος, Ηλίας Γεωργίου πρώην στέλεχος της ελληνικής ΖΗΜΕΝΣ και Αριστείδης Μαντάς συνεργάτης του βασικού κατηγορούμενου.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το επίδικο ποσό προέρχεται από τα λεγόμενα «μαύρα ταμεία» της γερμανικής εταιρείας. Τα χρήματα είχαν εμβαστεί, σε δόσεις, σε λογαριασμό στη Γενεύη τον οποίο είχε ανοίξει, χρησιμοποιώντας την κωδική ονομασία ROCOS, ο Γιώργος Τσουγκράνης. Μέρος των χρημάτων διακινήθηκε μέσω λογαριασμού της κ. Μάρκου σε ελβετική τράπεζα.

Οι κατηγορούμενοι, κατά περίπτωση, αντιμετωπίζουν την κατηγορία της ενεργητικής δωροδοκίας κατά μόνας και από κοινού, άπαξ και κατ΄εξακολούθηση σε βάρος του Δημοσίου και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.