Γιατί βάζουμε φλουρί στη Βασιλόπιτα;
Ποιες είναι οι δυο εκδοχές της παράδοσης
Το τραπέζι κάθε σπιτιού την Πρωτοχρονιά είναι γεμάτο καλούδια, φαγητά και γλυκά. Πρωτοχρονιά χωρίς βασιλόπιτα δεν γίνεται καθώς έχει την «τιμητική της» τη μέρα αυτή. Γνωρίζουμε όμως γιατί βάζουμε φλουρί στη βασιλόπιτα;
Υπάρχουν δύο παραδόσεις για το έθιμο αυτό. Η πρώτη λέει ότι ο ίδιος ο ’γιος Βασίλειος σκέφτηκε το τέχνασμα αυτό, θέλοντας να προσφέρει χαρά χωρίς να ακούει ούτε ένα ευχαριστώ. Ήθελε να βλέπει τα πρόσωπα των ανθρώπων να φωτίζονται από χαρά. Τι έκανε λοιπόν; Έπαιρνε λίρες, τις έβαζε μέσα στις πίτες και τις μοίραζε στους φτωχούς. Έπειτα καθώς έτρωγαν τις πίτες, έβρισκαν το δώρο του Αγίου Βασιλείου και περνούσαν όμορφα τις γιορτές. Έτσι διατηρήθηκε η παράδοση να βάζουμε και εμείς φλουρί για να τιμήσουμε τον ’γιο Βασίλειο και προς τιμήν του ονομάσαμε την πίτα, βασιλόπιτα.
Η δεύτερη παράδοση έχει να κάνει με μία ιστορία που έλαβε χώρα πριν 1500 χρόνια περίπου στην πόλη Καισάρεια της Καππαδοκίας, στην Μικρά Ασία. Ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης της Καισάρειας και ζούσε βοηθώντας κάθε φτωχό και ανήμπορο. Κάποια μέρα ένας στρατηγός-τύραννος της περιοχής ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης αλλιώς θα την πολιορκούσε και θα την κατακτούσε. Ο Μέγας Βασίλειος προσευχόταν όλο το βράδι για να σώσει ο Θεός την πόλη. Την επόμενη μέρα ο στρατηγός περικύκλωσε με το στρατό του την Καισάρεια και εισέβαλε απαιτώντας να δει τον δεσπότη ο οποίος εκείνη την ώρα προσευχόταν στο ναό, διατάσσοντας να του δοθεί αμέσως όλο το χρυσάφι της πόλης.
Ο Μέγας Βασίλειος, όπως γράφει το the best, απάντησε ότι οι κάτοικοι της πόλης δεν είχαν τίποτα το αξιόλογο να του δώσουν. Ο στρατηγός θύμωσε τόσο πολύ που απέιλησε ότι θα εξορίσει τον δεσπότη, λέγοντας ότι μπορεί και να τον σκοτώσει αν δεν ικανοποιηθούν οι απιτήσεις του.
Οι χριστιανοί της Καισάρειας όμως αγαπούσαν τόσο πολύ τον δεσπότη τους που έσπευσαν να τον βοηθήσουν. Τι έκαναν λοιπόν; Μάζεψαν ό,τι χρυσαφικά είχαν και τα παρέδωσαν στον στρατηγό...Αυτός όμως ήταν τόσο εξοργισμένος που διέταξε τον στρατό του να επιτεθεί στην πόλη. Ο Μέγας Βασίλειος για να προστατέψει την πόλη προσευχήθηκε και έδωσε στον στρατηγό ένα σεντούκι με ό,τι χρυσαφικά είχαν μαζευτεί.
Όταν όμως ο στρατηγός πήγε ν" ανοίξει το σεντούκι έγινε ένα θαύμα! Όσοι ήταν εκεί αντίκρισαν μία λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να επιτίθεται με δέος πάνω στον στρατηγό και τους δικούς του. Αμέσως εξαφανίστηκαν τόσο ο στρατηγός όσο και ο στρατός του. Ο καβαλάρης ήταν ο άγιος Μερκούριος και οι στρατιώτες του ήταν οι άγγελοι.
Αφού όμως σώθηκε η πόλη, ο Μέγας Βασίλειος βρέθηκε μπροστά σε ένα μεγάλο πρόβλημα...Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους και η μοιρασιά θα έπρεπε να είναι απόλυτα δίκαιη. Προσευχήθηκε λοιπόν πάλι για να τον φωτίσει ο Θεός τι να κάνει. Και η λύση βρέθηκε!
Κάλεσε τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο κάθε ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά και τα μοίρασε σαν ευλογία στους πιστούς. Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν αλλά η μεγάλη έκπληξη ήρθε όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμί και έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της. Αυτό το ψωμάκι ήταν η βασιλόπιτα, η οποία έφερνε χαρά και ευλογία στους ανθρώπους. Έκτοτε φτιάχνουμε και εμείς βασιλόπιτα βάζοντας ένα φλουρί μέσα την πρώτη μέρα του χρόνου, την ημέρα του Αγίου Βασιλείου.