Μιλφέιγ με υπέροχη κρέμα βανίλιας
Θα το λατρέψετε!
ΥΛΙΚΑ:
1 φύλλο σφολιάτα (εμπορίου)
1 λίτρο γάλα
1 1/3 φλ. ζάχαρη
1 1/3 φλ. αλεύρι μαλακό κοσκινισμένο
2 κ.σ. βούτυρο γάλακτος
1 κλωνάρι βανίλιας
4 αυγά
2 φλ. κρέμα γάλακτος
άχνη ζάχαρη για το πασπάλισμα
Εκτέλεση:
Στρώνετε λαδόκολλα σε λαμαρίνα. Απλώνετε επάνω τη σφολιάτα. Με πιρούνι την τρυπάτε παντού και την ψήνετε σε προθερμασμένο φούρνο στους 220οC, στον αέρα, για 10 λεπτά. Βγάζετε τη σφολιάτα από τον φούρνο και την αναποδογυρίζετε με τη βοήθεια της λαδόκολλας. Με γάντια κουζίνας στα χέρια πατάτε καλά τη σφολιάτα να ξεφουσκώσει και πετάτε τη λαδόκολλα. Χαμηλώνετε το φούρνο στους 170οC και συνεχίζετε το ψήσιμο για περίπου 20΄, μέχρι να ροδίσει καλά. Αφήνετε τη σφολιάτα να κρυώσει.
Βάζετε το μισό από το γάλα σε κατσαρόλα να ζεσταθεί και προσθέτετε τη βανίλια, αφού πρώτα την χαράξετε κατά μήκος. Σε ένα μπολ χτυπάτε τα αυγά, τη ζάχαρη, το αλεύρι και το υπόλοιπο κρύο γάλα με μίξερ χειρός. Αφαιρείτε τη βανίλια και με τη μύτη ενός μαχαιριού ξύνετε τον καρπό της και τον ρίχνετε στο γάλα. Λίγο λίγο, και πάντα ανακατεύοντας με σύρμα, πρσθέτετε το μείγμα χτυπημένων αυγών στο ζεστό γάλα. Ανακατεύετε μέχρι να δέσει η κρέμα. Μόλις δέσει την αποσύρετε από τη φωτιά.
Προσθέτετε το βούτυρο για να λιώσει όσο είναι ζεστή. Ανακατεύετε με σύρμα. Τη βάζετε σε μπολ φαρδύ και καλύπτετε με μεμβράνη κολλώντας τη στην επιφάνεια της κρέμας για να μην κάνει πέτσα. Αφήνετε να κρυώσει καλά. Χτυπάτε την κρέμα σε παχύρρευστη μορφή.
Ξαναχτυπάτε την κρέμα βανίλιας, αφού κρυώσει, με μίξερ χειρός για να αφρατέψει και προσθέτετε την παχύρρευστη κρέμα ανακατεύοντας, για να ενωθούν τα υλικά, απαλά με σπάτουλα. Κόβετε κατά μήκος την ψημένη σφολιάτα σε 3 ίσα μέρη. Βάζετε σε πιατέλα το πρώτο φύλλο, απλώνετε το ½ της κρέμας, βάζετε το δεύτερο, απλώνετε την υπόλοιπη κρέμα και τέλος καλύπτετε με το τρίτο φύλλο σφολιάτας. Αχνίζετε με ζάχαρη άχνη και σερβίρετε. Καλό είναι να "στήνετε" το μιλφέιγ την τελευταία στιγμή για να μη νοτίζουν τα μπισκότα. Επίσης, να αποφεύγετε να το βάζετε στο ψυγείο για τον ίδιο λόγο.