Με κοµµένη την ανάσα περιµένει την απόφαση του ΣτΕ η κυβέρνηση και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας, αφού εντείνονται οι πληροφορίες που θέλουν την Ολοµέλεια του ανώτατου δικαστηρίου να προσανατολίζεται στην εκ νέου ακύρωση της διαδικασίας µε την οποία διενεργήθηκε από το ΕΣΡ ο διαγωνισµός για τις τηλεοπτικές άδειες.

Ως γνωστόν, στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο προσέφυγαν συγκεκριµένα η Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθµών Εθνικής Εµβέλειας (ΕΙΤΗΣΕΕ) και οι τηλεοπτικοί σταθµοί ΣΚΑΪ και Star. Με την προσφυγή τους ζητούν να ακυρωθούν ως αντισυνταγµατικές και αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύµβαση ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου (ΕΣ∆Α) και την ελληνική και ευρωπαϊκή νοµοθεσία δύο αποφάσεις του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής Νίκου Παππά, και συγκεκριµένα οι:

* Υπ' αριθµ. 1830/7.7.2017 για τον καθορισµό του αριθµού των δηµοπρατούµενων αδειών παρόχων επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευροεκποµπής ελεύθερης λήψης εθνικής εµβέλειας ενηµερωτικού προγράµµατος. *Υπ' αριθµ. 2178/28.7.2017 για τον καθορισµό της τιµής εκκίνησης (35 εκατ. ευρώ) για καθεµία από τις 7 δηµοπρατούµενες άδειες.

Οι καναλάρχες υποστηρίζουν ότι οι επίµαχες αποφάσεις είναι αντίθετες στις αρχές του ανταγωνισµού και της ανοιχτής εσωτερικής αγοράς, γιατί περιορίζονται υπέρµετρα αµφότερα και ότι η τιµή εκκίνησης είναι υπερβολική και δεν ανταποκρίνεται στα σύγχρονα οικονοµικά µεγέθη της ραδιοτηλεοπτικής αγοράς, από τα οποία εξαρτάται ο καθορισµός της τιµής εκκίνησης.

Επίσης, αναφέρουν ότι η διαγωνιστική διαδικασία αδειοδότησης διενεργείται αποκλειστικά µε οικονοµικά κριτήρια, κατά παράβαση των συνταγµατικών επιταγών του άρθρου 14 και της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2002/21/ΕΚ, ενώ η τιµή εκκίνησης δεν δικαιολογείται από λόγους δηµόσιου συµφέροντος.

Τέλος, οι καναλάρχες επικαλούνται, προς επίρρωσιν των ισχυρισµών τους, µελέτη του πανεπιστηµιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας (την εγκυρότητα του οποίου χλεύαζαν πέρυσι για τη µελέτη του που έλεγε ότι οι τηλεοπτικοί σταθµοί στη χώρα µας πρέπει να περιοριστούν), αλλά και ιδιωτική µελέτη, σύµφωνα µε τις οποίες δυσχεραίνεται υπέρµετρα το καθεστώς δανειοδότησης των µελών της ΕΙΤΗΣΕΕ.

Ως εκ τούτου, νοµικοί κύκλοι εκτιµούν ότι η προσφυγή συγκεντρώνει περισσότερες πιθανότητες να ευδοκιµήσει από την προηγούµενη.