Χρόνοι παράδοσης και κόστος μπλοκάρουν τις online αγορές στην Ελλάδα
Ένα από τα υψηλότερα ποσοστά όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά στον κόσμο, έχει η Ελλάδα όσον αφορά τους καταναλωτές, που είναι δυσαρεστημένοι από τις υπηρεσίες παράδοσης των προϊόντων που αγοράζουν online. Σχεδόν ένας στους δύο Έλληνες προβληματίζεται για τις καθυστερήσεις στις παραδόσεις (το 49%) και για το υψηλό κόστος παράδοσης (το 47%).
Το ποσοστό των Ελλήνων, που προβληματίζονται για τις καθυστερήσεις στην παράδοση / παραλαβή των προϊόντων είναι κατά πολύ υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (29%), αλλά και από τον ευρωπαϊκό (28%). Eπίσης είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό χωρών, όπως η Ιταλία (26%) και η Ισπανία (31%).
Μάλιστα, οι χρόνοι παράδοσης αναδεικνύονται ως σημαντικό σε όλες τις επιμέρους ομάδες του ελληνικού πληθυσμού, εντονότερα δε, στις νεότερες ηλικίες και στους άντρες, που ενδεχομένως έχουν μικρότερη ανεκτικότητα, και, από γεωγραφικής σκοπιάς, ιδιαίτερα στην Αττική.
Η στροφή στο ηλεκτρονικό εμπόριο που έγινε στη διάρκεια της πανδημίας, σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, φαίνεται ότι βρήκε πολλούς καταναλωτές, αλλά και το λιανεμπόριο και τα κανάλια διανομής, απροετοίμαστους.
«Το πρόβλημα της αργής ανταπόκρισης των εταιρειών ταχυμεταφορών στον αυξημένο φόρτο που δημιούργησε η πανδημία και τα lockdowns, έχει διαπιστωθεί από όλους και, μέχρι σήμερα, έχει μόνο μερικώς βελτιωθεί. Το λεγόμενο “last mile”, είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, προκειμένου το ηλεκτρονικό εμπόριο να έχει προοπτικές μεγαλύτερης και ταχύτερης ανάπτυξης στην Ελλάδα» διαπιστώνει μελέτη της MRB για λογαριασμό της ΕΥ Ελλάδος.
Το κόστος απασχολεί τους Έλληνες
Ως δεύτερο βασικό πρόβλημα των online αγορών, σε πολύ μικρή απόσταση από τους χρόνους παράδοσης, αναδεικνύουν οι Έλληνες καταναλωτές το υψηλό κόστος παράδοσης / αποστολής. Το κόστος αυτό, σε όλες τις υπό σύγκριση περιοχές και χώρες βρίσκεται στην πρώτη θέση. Το ζήτημα φαίνεται να απασχολεί εντονότερα τις μεγαλύτερες ηλικίες των 50-64 (57%).
Σύμφωνα με την έρευνα, Future Consumer Index Ελλάδα 2021, που παρουσίασε η ΕΥ Ελλάδος και διεξήχθη με τη συνεργασία της MRB, οι Έλληνες καταναλωτές εντοπίζουν ως τρίτο μεγαλύτερο «αγκάθι» για τις online αγορές, με 43%, τη δυσκολία στην αλλαγή προϊόντων. Το ζήτημα αυτό φαίνεται να έχει ξεπεραστεί σε άλλες χώρες, καθώς αναφέρεται από πολύ χαμηλότερα ποσοστά ερωτώμενων (21%-27%).
Εντονότερος στην Ελλάδα είναι, επίσης, ο προβληματισμός ως προς την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων κατά τις συναλλαγές, καθώς αναφέρεται από το 37% των συμμετεχόντων, έναντι 21%-24% στις άλλες περιοχές/χώρες. Περισσότερη ανησυχία δημιουργεί το ζήτημα στους μεγαλύτερους ηλικιακά (41%) και τα χαμηλότερα εισοδήματα (44%).
Τρόποι πληρωμής
Προβληματισμός, αν και σε μικρότερο ποσοστό, υπάρχει και για ζητήματα όπως η μικρή επιλογή τρόπων πληρωμής (13%), με ιδιαίτερα υψηλότερο ποσοστό στις γυναίκες (18%) και τους νέους 18-29 ετών (21%).
Στις τελευταίες θέσεις στην κατάταξη της έρευνας των Ελλήνων καταναλωτών, βρίσκονται δύο προβλήματα που κατατάσσονται στην πρώτη τετράδα στα υπό σύγκριση δείγματα του εξωτερικού: η δυσκολία του να βρει κανείς αυτό που θέλει (9% στην Ελλάδα, έναντι 22%-27% στο εξωτερικό) και το μη ικανοποιητικό επίπεδο εξυπηρέτησης και υποστήριξης του πελάτη (9% στην Ελλάδα, έναντι 18%-20% σε άλλες περιοχές/χώρες).
Το ποσοστό των Ελλήνων, που προβληματίζονται για τις καθυστερήσεις στην παράδοση / παραλαβή των προϊόντων είναι κατά πολύ υψηλότερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο (29%), αλλά και από τον ευρωπαϊκό (28%). Eπίσης είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό χωρών, όπως η Ιταλία (26%) και η Ισπανία (31%).
Μάλιστα, οι χρόνοι παράδοσης αναδεικνύονται ως σημαντικό σε όλες τις επιμέρους ομάδες του ελληνικού πληθυσμού, εντονότερα δε, στις νεότερες ηλικίες και στους άντρες, που ενδεχομένως έχουν μικρότερη ανεκτικότητα, και, από γεωγραφικής σκοπιάς, ιδιαίτερα στην Αττική.
Η στροφή στο ηλεκτρονικό εμπόριο που έγινε στη διάρκεια της πανδημίας, σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, φαίνεται ότι βρήκε πολλούς καταναλωτές, αλλά και το λιανεμπόριο και τα κανάλια διανομής, απροετοίμαστους.
«Το πρόβλημα της αργής ανταπόκρισης των εταιρειών ταχυμεταφορών στον αυξημένο φόρτο που δημιούργησε η πανδημία και τα lockdowns, έχει διαπιστωθεί από όλους και, μέχρι σήμερα, έχει μόνο μερικώς βελτιωθεί. Το λεγόμενο “last mile”, είναι, χωρίς αμφιβολία, ένα από τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, προκειμένου το ηλεκτρονικό εμπόριο να έχει προοπτικές μεγαλύτερης και ταχύτερης ανάπτυξης στην Ελλάδα» διαπιστώνει μελέτη της MRB για λογαριασμό της ΕΥ Ελλάδος.
Το κόστος απασχολεί τους Έλληνες
Ως δεύτερο βασικό πρόβλημα των online αγορών, σε πολύ μικρή απόσταση από τους χρόνους παράδοσης, αναδεικνύουν οι Έλληνες καταναλωτές το υψηλό κόστος παράδοσης / αποστολής. Το κόστος αυτό, σε όλες τις υπό σύγκριση περιοχές και χώρες βρίσκεται στην πρώτη θέση. Το ζήτημα φαίνεται να απασχολεί εντονότερα τις μεγαλύτερες ηλικίες των 50-64 (57%).
Σύμφωνα με την έρευνα, Future Consumer Index Ελλάδα 2021, που παρουσίασε η ΕΥ Ελλάδος και διεξήχθη με τη συνεργασία της MRB, οι Έλληνες καταναλωτές εντοπίζουν ως τρίτο μεγαλύτερο «αγκάθι» για τις online αγορές, με 43%, τη δυσκολία στην αλλαγή προϊόντων. Το ζήτημα αυτό φαίνεται να έχει ξεπεραστεί σε άλλες χώρες, καθώς αναφέρεται από πολύ χαμηλότερα ποσοστά ερωτώμενων (21%-27%).
Εντονότερος στην Ελλάδα είναι, επίσης, ο προβληματισμός ως προς την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων κατά τις συναλλαγές, καθώς αναφέρεται από το 37% των συμμετεχόντων, έναντι 21%-24% στις άλλες περιοχές/χώρες. Περισσότερη ανησυχία δημιουργεί το ζήτημα στους μεγαλύτερους ηλικιακά (41%) και τα χαμηλότερα εισοδήματα (44%).
Τρόποι πληρωμής
Προβληματισμός, αν και σε μικρότερο ποσοστό, υπάρχει και για ζητήματα όπως η μικρή επιλογή τρόπων πληρωμής (13%), με ιδιαίτερα υψηλότερο ποσοστό στις γυναίκες (18%) και τους νέους 18-29 ετών (21%).
Στις τελευταίες θέσεις στην κατάταξη της έρευνας των Ελλήνων καταναλωτών, βρίσκονται δύο προβλήματα που κατατάσσονται στην πρώτη τετράδα στα υπό σύγκριση δείγματα του εξωτερικού: η δυσκολία του να βρει κανείς αυτό που θέλει (9% στην Ελλάδα, έναντι 22%-27% στο εξωτερικό) και το μη ικανοποιητικό επίπεδο εξυπηρέτησης και υποστήριξης του πελάτη (9% στην Ελλάδα, έναντι 18%-20% σε άλλες περιοχές/χώρες).