Στην ίδια κατεύθυνση με τις ΗΠΑ φαίνεται να κινούνται οι υπόλοιπες κυβερνήσεις των G7 προκειμένου να συμφωνηθεί ελάχιστος παγκόσμιος φορολογικός συντελεστής «τουλάχιστον 15%» και να καταπολεμηθεί έτσι η φοροαποφυγή των κολοσσών της παγκόσμιας οικονομίας.

Οι υπουργοί Οικονομικών των επτά ισχυρότερων κρατών του ανεπτυγμένου κόσμου βρίσκονται στο Λονδίνο από την Παρασκευή για να συζητήσουν την υιοθέτηση κοινών κριτηρίων στη φορολόγηση των πολυεθνικών ομίλων, όπως είναι οι τεχνολογικοί κολοσσοί
Facebook και Amazon

.Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, δήλωσε την Παρασκευή στο BBC πως ήταν «απολύτως βέβαιος» πως θα υπάρξει συμφωνία. Ο Γάλλος ομόλογος του, Μπρούνο Λε Μερ, μίλησε για «μια ιστορική συμφωνία» που θα αποδείξει πως οι G7 παραμένουν μια παγκόσμια δύναμη με την ισχύ να καθορίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού στη διεθνή τάξη πραγμάτων του 21 ου αιώνα.

Το Σάββατο αναμένεται να εκδώσουν κοινή ανακοίνωση, όπου η ενσωμάτωση της λέξης «τουλάχιστον» εκτιμάται πως θα παίξει κομβικό ρόλο. Και αυτό διότι θα δώσει περιθώρια ευελιξίας στη σύνοδο κορυφής των G7 στις 11 με 13 Ιουνίου και μετέπειτα στη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών των G20 τον Ιούλιο στη Βενετία, σύμφωνα με πληροφορίες του πρακτορείου Bloomberg. Απώτερος στόχος είναι να γίνει αποδεκτός ένας ελάχιστος φορολογικός συντελεστής για τις πολυεθνικές από περίπου 140 χώρες σε ένα πλαίσιο που θα διαμορφωθεί από τον ΟΟΣΑ. Μολονότι αυτό το εγχείρημα μπορεί να φαίνονταν μέχρι πρότινος ακατόρθωτο, ποτέ δεν ήταν τόσο κοντά ως προς την αποπεράτωσή του όσο σήμερα.
Σουνάκ: εφικτή μια συμφωνία για τους γίγαντες της ψηφιακής τεχνολογίας

Ο Ρίσι Σούνακ, υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας που ασκεί φέτος την εκ περιτροπής προεδρία των G7, δήλωσε νωρίς την Παρασκευή πως είναι βέβαιος πως θα επιτευχθεί μια συμφωνία για την φορολόγηση των κολοσσών της ψηφιακής τεχνολογίας. Η επιβολή φόρων σε τεχνολογικούς ομίλους από τη Γαλλία, τη Βρετανία, την Ιταλία, την Αυστρία, την Ισπανία, την Τουρκία και την Ινδία έχουν προκαλέσει την αντίδραση της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν, η οποία αποδοκιμάζει τη λήψη μεμονωμένων μέτρων και τάσσεται υπέρ ενός
ελάχιστου συντελεστή σε παγκόσμιο επίπεδο.

Προς την επίτευξη αυτού του στόχου, η Ουάσινγκτον ακολουθεί την τακτική «του μαστίγιου και του καρότου». Αφενός, η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γιέλεν, ασκεί όλες τις δεξιότητες της στην οικονομική διπλωματία, αναπροσαρμόζοντας προς τα κάτω τις προσδοκίες για έναν ελάχιστο παγκόσμιο φορολογικό συντελεστή στο 15% από το 21% για να κερδίσει ευρεία αποδοχή. Αφετέρου, η εκπρόσωπος Εμπορίου, Κάθριν Τάι, ανήγγειλε αυτήν την εβδομάδα την επιβολή δασμών 25% σε εισαγωγές 2 δις δολαρίων εις βάρος της Βρετανίας, της Αυστρίας, της Ινδίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Τουρκίας αλλά με αναστολή εξαμήνου. Ο λόγος των δασμών δεν είναι άλλος από την επιβολή φόρου στις ψηφιακές υπηρεσίες ή DST (digital services tax) σε αυτές τις χώρες. Ανάλογη απόφαση με αναστολή είχε ληφθεί από την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ σε βάρος της Γαλλίας, η οποία ήταν πρώτη που φορολόγησε τους τεχνολογικούς κολοσσούς.
Άμεση κατάργηση του DST επιθυμεί η κυβέρνηση Μπάιντεν

Πληροφορίες των Financial Times αποκάλυψαν πως οι ΗΠΑ προτίθενται να ζητήσουν από τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία, οι οποίες ανήκουν στους G7, την άμεση κατάργηση των DSTs. Αλλά το Παρίσι και το Λονδίνο διστάζουν να κάνουν ένα τόσο μεγάλο βήμα πριν εγκριθεί από το αμερικανικό Κογκρέσο ο νόμος για τον ελάχιστο παγκόσμιο φορολογικό συντελεστή. Ένα ακόμη ζήτημα που ανακύπτει είναι σε ποιο βαθμό ορισμένα κράτη-μέλη της Ε.Ε με χαμηλότερο συντελεστή από το 15%, όπως είναι η Ιρλανδία και η Ουγγαρία, θα αποδεχτούν ένα παγκόσμιο υψηλότερο φόρο ή θα ασκήσουν βέτο.

Το Δουβλίνο έχει ήδη τονίσει πως μια διεθνής συμφωνία θα πρέπει να ανταποκρίνεται στο 12,5% που ισχύει στην Ιρλανδία, όπου τεχνολογικοί κολοσσοί των ΗΠΑ διατηρούν την έδρα τους. Παρομοίως, η Ουγγαρία με φορολογικό συντελεστή στο 9% αποτελεί πόλο έλξης για τις μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες του κόσμου, όπως η Mercedes-Benz της Daimler. Το επιχείρημα των μικρών αυτών κρατών-μελών της Ε.Ε είναι πως με τη φορολογική πολιτική τους προσελκύουν ξένα κεφάλαια και δημιουργούν γόνιμο έδαφος για καινοτομίες. Από την άλλη πλευρά, οι ετήσιες απώλειες φορολογικών εσόδων από τη φοροαποφυγή των επιχειρήσεων και τη φοροδιαφυγή ιδιωτών ξεπερνούν τα 427 δισ δολάρια, σύμφωνα με υπολογισμούς της μη κυβερνητικής οργάνωσης Tax Justice Network.