Παρά τα μακρά πορεία της Αν Ντίας στον κόσμο των επενδύσεων, η ίδια και ο τέως σύζυγος της Κένεθ Γκρίφιν, μεγαλοεπενδυτής και ιδρυτής του επενδυτικού κολοσσού Citabel LLC, απασχόλησαν τον αμερικανικό Τύπο με την πολύκροτη υπόθεση του διαζυγίου της, προ εξαετίας. Σήμερα, η 50χρόνη Άν Ντίας, αμερικανικής και γαλλικής καταγωγής, επεκτείνει τη δική της Aragon Global Management σε ένα ευρύ πελατολόγιο, ανοίγοντας τις «πόρτες» σε υποψήφια επενδυτικά κεφάλαια. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας, η εταιρεία της, η οποία δραστηριοποιείται στον κλάδο των hedge funds σαν την Citabel, περιορίζονταν στη διαχείριση της οικογενειακής και προσωπικής της περιουσίας.

Απόφοιτος του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν και με μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, η Αν Ντίας έχει εργαστεί ως οικονομική αναλύτρια στα γραφεία της Goldman Sachs του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης, στα γραφεία της Fidelity Investments Limited στο Λονδίνο και την Soros Fund Management, όπου έναν χρόνο μετά προήχθη σε διαχειρίστρια χαρτοφυλακίων. Υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος της Viking Global Investors, της οποίας αντικείμενο είναι οι επενδύσεις στο Διαδίκτυο και τα ΜΜΕ.


Το 2001 δημιούργησε την Aragon Global Management στη Νέα Υόρκη, λαμβάνοντας αρχικά κεφάλαια από την 89χρόνη σήμερα Τζούλιαν Ρόμπινσον της Tiger Management, μιας δισεκατομμυριούχου επενδύτριας στον κλάδο των hedge funds. Σήμερα, η Ντίας φαίνεται προσανατολίζει την εταιρεία σε επενδύσεις στο Διαδίκτυο, την τεχνολογία, τις μετοχές του κλάδου λιανικού εμπορίου, αλλά και στην αναγνώριση επενδυτικών τάσεων που οδηγούν είτε στο κλείσιμο, είτε στη δημιουργία εταιρειών. Το ενεργητικό της ανέρχεται στα 120 εκατ. δολάρια.


Ένα πολύκροτο διαζύγιο
Το 2015, όταν η υπόθεση του διαζυγίου της Ντίας με τον Γκρίφιν συζητούνταν στις δικαστικές αίθουσες της πολιτείας του Ιλινόις, είχε γίνει λόγος για μια λίστα με μηνιαίες δαπάνες ενός εκατ. δολαρίων για τη διατροφή των τριών παιδιών τους. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν 6.800 δολάρια σε σούπερ μάρκετ, 7.200 δολάρια σε εστιατόρια και 300.000 δολάρια για τη χρήση ιδιωτικού τζετ. Οι συνήγοροι της είχαν τονίσει πως «το μόνο που έκανε η Άν ήταν να παρουσιάσει τα τεράστια έξοδα που έκανε ο Κεν για τα παιδιά τους κατά τη διάρκεια του έγγαμου βίου τους και τα χρήματα που χρειάζονται για την εξασφάλιση αυτών των ανέσεων, όπως απαιτείται από τη νομοθεσία της πολιτείας του Ιλινόις».


Ήταν ένα δύσκολο διαζύγιο μετά από μια 11ετία έγγαμου βίου. Ο Γκρίφιν ανέφερε προγαμιαίο συμβόλαιο 40 εκατ. δολαρίων, αρνούμενος να της παρέχει διατροφή, απαγορεύοντας της τη χρήση των κατοικιών στη Νέα Υόρκη, το Άσπεν, το Μάιαμι και τη Χαβάη. Η Ντίας ισχυρίζονταν πως αναγκάστηκε να αποσυρθεί από το δικό της hedge fund, την Aragon, για να μεγαλώσει τα τρία τους παιδιά.

Τελικά η υπόθεση έκλεισε με εξωδικαστικό συμβιβασμό όπου ο Γκρίφιν πλήρωσε 11,75 εκατ. δολάρια για να εξαγοράσει το μερίδιο της συζύγου του σε ρετιρέ στο Σικάγο. Έκτοτε δημοσιεύματα τον θέλουν να έχει αγοράσει ακίνητα αξίας 700 εκατ. δολαρίων από το Παλμ Μπίτσς στη Φλόριντα μέχρι το Λονδίνο. Το αποκορύφωμα ήταν η εξαγορά ρετιρέ στη Νέα Υόρκη με θέα το Σένταλ Παρκ έναντι 233 εκατ. δολαρίων, αντανακλώντας το πιο ακριβό συμβόλαιο που έγινε ποτέ στις ΗΠΑ.


Η Αν Ντίας φαίνεται να κινείται σε χαμηλότερους τόνους. Εκτός των άλλων είναι εντολοδόχος του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης (ΜοΜΑ) στη Νέα Υόρκη και του Μουσείου Διακοσμητικών Τεχνών στο Παρίσι. Είναι επίσης μέλος της επιτροπής συμβούλων στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Φαίνεται να διατηρεί ένα πλούσιο χρονοδιάγραμμα που, όμως, δεν περιλαμβάνει το ίδρυμα Κένεθ και Αν Γκρίφιν που δημιουργήθηκε το 2009 και διαλύθηκε το 2014 λόγω του διαζυγίου τους.