Οι συνθήκες, υπό τις οποίες θα εξελιχθεί η αναθεώρηση του Συντάγματος, είναι εξαιρετικά κρίσιμες αλλά και άκρως διδακτικές για τη σημασία και την αποστολή αυτής της κορυφαίας δημοκρατικής διαδικασίας.

I.        Οι περί αναθεώρησης διατάξεις του άρθρου 110 του Συντάγματος, πέραν των άλλων, «υπενθυμίζουν»:

Α.    Πριν απ’ όλα ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος, ακριβώς επειδή απαιτεί για την συντέλεσή της αυξημένες πλειοψηφίες, είναι κατ’ εξοχήν συναινετική διαδικασία.  ’ρα δεν προσφέρεται για την ανάδειξη στείρων κομματικών αντιπαραθέσεων.

Β.  Δεύτερον, ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος, με δεδομένο πως μεταξύ πρώτης και δεύτερης αναθεωρητικής φάσης παρεμβάλλεται η λαϊκή ετυμηγορία, είναι διαδικασία θεσμικής και πολιτικής περίσκεψης, η οποία έχει ως θεμέλιο τη δημοκρατική της νομιμοποίηση.

II.        Κατά συνέπεια, η αναθεώρηση του Συντάγματος σκοπεί να διορθώσει ή να επικαιροποιήσει το Σύνταγμα, ενόψει της ως τώρα εφαρμογής του και, κυρίως, ενόψει των κοσμογονικών κοινωνικοοικονομικών αλλαγών που βιώνουμε, μάλιστα δε στο επίκεντρο της βαθειάς παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.  Δεν μπορεί όμως να χρησιμοποιείται για να συγκαλύψει την αμηχανία των πολιτικών.  Και, πολύ περισσότερο, τα λάθη τους ως προς την εφαρμογή του Συντάγματος.  Συνιστά δε ζήτημα Δημοκρατίας το ν’ αναθεωρείται το Σύνταγμα μόνο και μόνο για ν’ αποφευχθεί η πιστή και πλήρης εφαρμογή του, όταν οι διατάξεις του βαίνουν προς τη σωστή κατεύθυνση.

III.        Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ισχύον Σύνταγμα, που φέρει την πολιτική –και όχι μόνο- «σφραγίδα» του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της «Νέας Δημοκρατίας», είναι εκείνο που:

Α.   Εδραίωσε τη Δημοκρατία και την θωράκισε με σύγχρονους θεσμούς, οι οποίοι αντέχουν στο χρόνο.

Β.    Είναι το μακροβιότερο και πιο επιτυχημένο δημοκρατικό Σύνταγμα στην ιστορία μας.  Γι’ αυτό και οι αναθεωρήσεις του είναι οι μόνες που έγιναν με τρόπο συνταγματικώς άψογο.

IV.        Πέραν τούτων, οι ως τώρα τρεις αναθεωρήσεις του Συντάγματος δεν άλλαξαν, ευτυχώς, τη βασική δομή του και τον θεσμικοπολιτικό του προσανατολισμό.  Αυτή την παρακαταθήκη πρέπει να σεβασθεί και η επόμενη αναθεώρησή του.

V.        Οι τελικές προτάσεις της ΝΔ, ύστερα από τη μακρά και σοβαρή επεξεργασία που έχει προηγηθεί, θα διαμορφωθούν μεσ’ από τις προβλεπόμενες θεσμικώς δημοκρατικές διαδικασίες.  Μένω μόνο σ’ ορισμένες επισημάνσεις, που θεωρούνται πια «κοινοί τόποι» στο σημερινό πολιτικό και θεσμικό τοπίο και που αποτέλεσαν τον «κορμό» της πρότασης της ΝΔ κατά την άκρως περιορισμένη –λόγω της προκλητικώς ανεύθυνης τότε στάσης του ΠΑΣΟΚ- αναθεώρηση του 2006/2008.

Α. Ενίσχυση του ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας. Τούτο μπορεί να επιτευχθεί μέσω της αποκατάστασης των αρμοδιοτήτων, τις οποίες προέβλεπε αρχικώς το Σύνταγμα του 1975.  Πρωτίστως δε των ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας.  Θεωρώ όμως ότι χρειάζεται περαιτέρω επεξεργασία η πρόταση περί απ’ ευθείας εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από το Εκλογικό Σώμα.  Μια επεξεργασία η οποία θα λάβει υπόψη της όλες τις βασικές συντεταγμένες του Κοινοβουλευτικού μας Πολιτεύματος.

Β. Ίδρυση και λειτουργία μη κρατικών αλλά μόνο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων.

Γ. Περαιτέρω θωράκιση του κοινωνικού κράτους δικαίου, του δικαιώματος στην ιδιοκτησία και του δικαιώματος δικαστικής προστασίας, που έχουν βαρύτατα πληγεί από την οικονομική κρίση.

Δ. Διαχωρισμός του κυβερνητικού ρόλου από τον κοινοβουλευτικό, ήτοι καθιέρωση ασυμβιβάστου μεταξύ μέλους της Κυβέρνησης και Βουλευτή.

Ε. Τόνωση των εγγυήσεων εφαρμογής του κράτους δικαίου και της αρχής της νομιμότητας, ιδίως δια της οδού ενδυνάμωσης των κυρωτικών μηχανισμών σε περίπτωση παραβίασής τους.

ΣΤ. Θεσμικά ερείσματα προκειμένου να ολοκληρώνεται, κατά το δυνατόν, η τετραετής θητεία της Κυβέρνησης.

Ζ. Κατάργηση του σημερινού, αναχρονιστικού πια, θεσμικού πλαισίου ευθύνης των μελών της Κυβέρνησης και των υφυπουργών, ιδίως δε της «αποσβεστικής προθεσμίας». Δηλαδή ουσιαστική εξομοίωση, ως προς την ποινική τους μεταχείριση, των μελών της Κυβέρνησης και των υφυπουργών με τον απλό πολίτη.

Η. Τομές ενίσχυσης της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου, με αμιγώς δικαστική σύνθεση, προκειμένου, πέραν των αρμοδιοτήτων του ΑΕΔ, να διεκπεραιώνεται εγκαίρως και αποτελεσματικώς ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων, ενδεχομένως δε και των διαταγμάτων κανονιστικού χαρακτήρα.

Η Δημοκρατία, μέσα στη σύγχρονη βαθειά κι επώδυνη κρίση, είναι το «προκεχωρημένο θεσμικό φυλάκιο» για την απόκρουση των «εισβολέων» που επιβουλεύονται την κοινωνική συνοχή.  Γι’ αυτό και η επερχόμενη αναθεώρηση πρέπει να κατατείνει πρωτίστως στην προστασία της Δημοκρατίας από τους νεόκοπους, εξαιρετικά επικίνδυνους, εχθρούς της. Των οποίων η διαβρωτική αλλά και αποκρουστική παρουσία είναι ήδη αισθητή, ακόμη και μέσα στη Βουλή.