Ίθαν Μπράουν: Ο πράσινος φόρος στο κρέας και τα υποκατάστατα
Σε μια εποχή που οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται αισθητές και η κοινή γνώμη φαίνεται να αποδέχεται κάποιες αλλαγές στην καθημερινότητά της προς αυτήν την κατεύθυνση, η ιδέα της αύξησης των φόρων στην κατανάλωση του κρέατος συζητείται όλο και πιο πολύ. «Ενδιαφέρουσα» τη βρίσκει ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Beyond Meat, Ίθαν Μπράουν, κάνοντας αναφορά στην αρνητική επίδραση που έχει η μαζική παραγωγή κρέατος στο περιβάλλον. «Σε γενικές γραμμές, ένα φορολογικό σύστημα (για το κρέας) είναι ενδιαφέρουσα ιδέα», δήλωσε ο Μπράουν σε συνέντευξη που έδωσε προ ημερών στο BBC, προσθέτοντας, ωστόσο, πως οι ειδικοί θα πρέπει να εξετάσουν τις λεπτομέρειες ενός τέτοιου σχεδίου.
Η Beyond Meat μαζί με την Impossible Foods είναι οι μεγαλύτερες εταιρείες που ειδικεύονται στην παραγωγή υποκατάστατων κρέατος από φυτικά συστατικά με σκοπό να αντισταθμίσουν και να περιορίσουν τις επιπτώσεις στο περιβάλλον από τις εκπομπές μεθανίου. Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Beyond Meat έχει επίσης αναπτύξει δραστηριότητα στον τομέα της πράσινης ενέργειας, έχοντας αναλάβει καθήκοντα αντιπροέδρου στο Συμβούλιο της αμερικανικής Ένωσης Υδρογόνου και γραμματέα στο Συμβούλιο Κυψελών Καυσίμων των ΗΠΑ. Ο ‘Ιθαν Μπράουν θεωρεί πως ακόμη και χωρίς έναν περιβαλλοντικό φόρο σε προϊόντα κρέατος, ο κόσμος ήδη στρέφεται σε εναλλακτικές λύσεις χωρίς να είναι απαραιτήτως χορτοφάγοι.
Εάν εξετάσει κανείς τα στοιχεία για τις προτιμήσεις των καταναλωτών, «το 93% που βάζουν ένα μπέργκερ της Beyond Meat στο καλάθι τους, επιλέγουν επίσης και πρωτεΐνες κρέατος», δήλωσε ο Μπράουν στο βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο. Συμπλήρωσε πως «αυτό σημαίνει πως μπορούμε και διεισδύουμε» στην αγορά των καταναλωτών κρέατος, επηρεάζοντας καταναλωτές που έχουν αρχίσει να ανησυχούν για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής ή προβληματίζονται για τη μαζική παραγωγή κρέατος.
Ο κολοσσός JBS στρέφεται στην παραγωγή σολομού
Στην αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών αποδίδεται, εξάλλου, η απόφαση της JBS, της μεγαλύτερης εταιρείας στη μεταποίηση κρέατος του κόσμου, να εξαγοράσει την αυστραλιανή Huon Aquaculture Group, η οποία ειδικεύεται στην παραγωγή σολομού. Η συμφωνία των 425 εκατ. αυστραλιανών δολαρίων ή 314 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ έχει κερδίσει την αποδοχή της πλειοψηφίας των μετόχων και θεωρείται πως θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους. Η Huon διατηρεί την έδρα στην Τασμανία, ένα νησί που βρίσκεται 200 χιλιόμετρα στα νότια της ηπειρωτικής Αυστραλίας, και παράγει περίπου 35.000 τόνους σολομού, σε ετήσια βάση. «Είναι μια στρατηγική κίνηση, η οποία σηματοδοτεί την είσοδο της JBS στις υδατοκαλλιέργειες», σχολίασε ο διευθύνων σύμβουλος της JBS, ΓκιλμπέρτοΤομαζόνι. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν πως η κατανάλωση ψαριών, μια αγορά που αποτιμάται στα 400 δισ. δολάρια, αυξάνεται ταχύτερα από αυτήν του κρέατος λόγω επέκτασης της μεσαίας τάξης, ιδιαίτερα στις αναδυόμενες αγορές.
Μια μεγάλη αγορά που δύσκολα συρρικνώνεται
Σε κάθε περίπτωση, όμως, τα μεγέθη της αγοράς κρέατος εξακολουθούν να υπερβαίνουν κάθε άλλη αγορά. Πέρσι ο τζίρος της παγκόσμιας αγοράς διαμορφώθηκε στα 1,4 τρισ δολάρια. Η αγορά του φυτικού κρέατος καταλαμβάνει στις ΗΠΑ έως και το 2% του συνόλου, αν και οι αυξητικές τάσεις είναι αρκετά έντονες, ιδιαίτερα μετά την πανδημία. Το 12μήνο που έληξε τέλη Μαΐου καταγράφηκε αύξηση πωλήσεων σε υποκατάστατα κρέατος κατά 25% έναντι αντίστοιχης ανόδου 9,5% για τα προϊόντα κρέατος.
Είναι άγνωστο, όμως, εάν θα συνεχιστεί αυτή η δυναμική καθώς οι τιμές του κρέατος είναι χαμηλότερες από τα υποκατάστατα κρέατος. Ένα πακέτο με δέκα μπιφτέκια της Beyond Meat κοστίζει στη λιανική 15,99 δολάρια ή 6,40 δολάρια ανά λίβρα ή 454 γραμμάρια έναντι των 5,26 δολαρίων για την αντίστοιχη ποσότητα στα «παραδοσιακά» μπιφτέκια. Παράγοντες της αγοράς, ωστόσο, παρατηρούν πως το χάσμα των τιμών κλείνει στις ΗΠΑ. Μεταξύ άλλων, τα υποκατάστατα κρέατος κερδίζουν την αποδοχή των νεότερων γενεών.
Παρόλα αυτά, η φορολόγηση του κρέατος είναι δύσκολη απόφαση για τις κυβερνήσεις. Πρόσφατα, η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο, ενώ έκθεση του πανεπιστημίου του Μπρίστολ συμπέρανε πως το αυξημένο κόστος του κρέατος επισκιάζει τα οφέλη για το περιβάλλον.
Η Beyond Meat μαζί με την Impossible Foods είναι οι μεγαλύτερες εταιρείες που ειδικεύονται στην παραγωγή υποκατάστατων κρέατος από φυτικά συστατικά με σκοπό να αντισταθμίσουν και να περιορίσουν τις επιπτώσεις στο περιβάλλον από τις εκπομπές μεθανίου. Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Beyond Meat έχει επίσης αναπτύξει δραστηριότητα στον τομέα της πράσινης ενέργειας, έχοντας αναλάβει καθήκοντα αντιπροέδρου στο Συμβούλιο της αμερικανικής Ένωσης Υδρογόνου και γραμματέα στο Συμβούλιο Κυψελών Καυσίμων των ΗΠΑ. Ο ‘Ιθαν Μπράουν θεωρεί πως ακόμη και χωρίς έναν περιβαλλοντικό φόρο σε προϊόντα κρέατος, ο κόσμος ήδη στρέφεται σε εναλλακτικές λύσεις χωρίς να είναι απαραιτήτως χορτοφάγοι.
Εάν εξετάσει κανείς τα στοιχεία για τις προτιμήσεις των καταναλωτών, «το 93% που βάζουν ένα μπέργκερ της Beyond Meat στο καλάθι τους, επιλέγουν επίσης και πρωτεΐνες κρέατος», δήλωσε ο Μπράουν στο βρετανικό ειδησεογραφικό δίκτυο. Συμπλήρωσε πως «αυτό σημαίνει πως μπορούμε και διεισδύουμε» στην αγορά των καταναλωτών κρέατος, επηρεάζοντας καταναλωτές που έχουν αρχίσει να ανησυχούν για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής ή προβληματίζονται για τη μαζική παραγωγή κρέατος.
Ο κολοσσός JBS στρέφεται στην παραγωγή σολομού
Στην αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών αποδίδεται, εξάλλου, η απόφαση της JBS, της μεγαλύτερης εταιρείας στη μεταποίηση κρέατος του κόσμου, να εξαγοράσει την αυστραλιανή Huon Aquaculture Group, η οποία ειδικεύεται στην παραγωγή σολομού. Η συμφωνία των 425 εκατ. αυστραλιανών δολαρίων ή 314 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ έχει κερδίσει την αποδοχή της πλειοψηφίας των μετόχων και θεωρείται πως θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του τρέχοντος έτους. Η Huon διατηρεί την έδρα στην Τασμανία, ένα νησί που βρίσκεται 200 χιλιόμετρα στα νότια της ηπειρωτικής Αυστραλίας, και παράγει περίπου 35.000 τόνους σολομού, σε ετήσια βάση. «Είναι μια στρατηγική κίνηση, η οποία σηματοδοτεί την είσοδο της JBS στις υδατοκαλλιέργειες», σχολίασε ο διευθύνων σύμβουλος της JBS, ΓκιλμπέρτοΤομαζόνι. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν πως η κατανάλωση ψαριών, μια αγορά που αποτιμάται στα 400 δισ. δολάρια, αυξάνεται ταχύτερα από αυτήν του κρέατος λόγω επέκτασης της μεσαίας τάξης, ιδιαίτερα στις αναδυόμενες αγορές.
Μια μεγάλη αγορά που δύσκολα συρρικνώνεται
Σε κάθε περίπτωση, όμως, τα μεγέθη της αγοράς κρέατος εξακολουθούν να υπερβαίνουν κάθε άλλη αγορά. Πέρσι ο τζίρος της παγκόσμιας αγοράς διαμορφώθηκε στα 1,4 τρισ δολάρια. Η αγορά του φυτικού κρέατος καταλαμβάνει στις ΗΠΑ έως και το 2% του συνόλου, αν και οι αυξητικές τάσεις είναι αρκετά έντονες, ιδιαίτερα μετά την πανδημία. Το 12μήνο που έληξε τέλη Μαΐου καταγράφηκε αύξηση πωλήσεων σε υποκατάστατα κρέατος κατά 25% έναντι αντίστοιχης ανόδου 9,5% για τα προϊόντα κρέατος.
Είναι άγνωστο, όμως, εάν θα συνεχιστεί αυτή η δυναμική καθώς οι τιμές του κρέατος είναι χαμηλότερες από τα υποκατάστατα κρέατος. Ένα πακέτο με δέκα μπιφτέκια της Beyond Meat κοστίζει στη λιανική 15,99 δολάρια ή 6,40 δολάρια ανά λίβρα ή 454 γραμμάρια έναντι των 5,26 δολαρίων για την αντίστοιχη ποσότητα στα «παραδοσιακά» μπιφτέκια. Παράγοντες της αγοράς, ωστόσο, παρατηρούν πως το χάσμα των τιμών κλείνει στις ΗΠΑ. Μεταξύ άλλων, τα υποκατάστατα κρέατος κερδίζουν την αποδοχή των νεότερων γενεών.
Παρόλα αυτά, η φορολόγηση του κρέατος είναι δύσκολη απόφαση για τις κυβερνήσεις. Πρόσφατα, η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο, ενώ έκθεση του πανεπιστημίου του Μπρίστολ συμπέρανε πως το αυξημένο κόστος του κρέατος επισκιάζει τα οφέλη για το περιβάλλον.