Η σημαντική αύξηση των τουριστικών αφίξεων κατά τη διάρκεια του Ιουλίου δημιουργεί βάσιμες προσδοκίες τόσο στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Τουρισμού όσο και στους επαγγελματίες του κλάδου ότι είναι εφικτός πλέον ο στόχος για έσοδα πέριξ των 9 δισ. ευρώ για το σύνολο της χρονιάς. Το ποσό αυτό που αντιστοιχεί στο 50% των τουριστικών εσόδων του 2019 είχε τεθεί ως στόχος στην αρχή του έτους αλλά στη συνέχεια η εκ νέου έξαρση της πανδημίας και οι περιορισμοί στις μετακινήσεις κατέβασαν αρκετά τον πήχη των προβλέψεων.

Να υπενθυμίσουμε ότι το 2019 – χρονιά ρεκόρ για τον ελληνικό τουρισμό οι εισπράξεις είχαν ξεπεράσει τα 18 δισ. ευρώ για να κατρακυλήσουν πέρυσι στα 4,5 δισ. ευρώ. Στη παρούσα φάση αξιολογούνται τα δεδομένα του Ιουλίου αλλά και οι μεγάλες πληρότητες που καταγράφονται για τον τρέχοντα και τους επόμενους μήνες στους βασικούς ελληνικούς προορισμούς.

Πιο αναλυτικά, τον Ιούλιο σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Τουρισμού οι αφίξεις ανήλθαν στα 2,36 εκατ. σημειώνοντας εντυπωσιακή αύξηση της τάξης του 70,12% σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2020 όταν είχαν διαμορφωθεί στα 1,39 εκατ.

Να σημειωθεί ότι το 2019 είχαν καταγραφεί αφίξεις άνω των 3,6 εκατ. και έτσι φέτος καλύφθηκε το 65% της χρονιάς ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού.

Στο τρίμηνο Μαΐου – Ιουλίου του τρέχοντος έτους οι αφίξεις ξεπερνούν πλέον τα 3,65 εκατ. Με αυτά τα δεδομένα και λαμβάνοντας υπόψη τις κρατήσεις και τις πληρότητες των επόμενων μηνών αρμόδιοι παράγοντες του υπουργείου τουρισμού ευελπιστούν ότι οι φετινές τουριστικές εισπράξεις θα προσεγγίσουν τα 9 δισ. ευρώ.

Μάλιστα πρόσφατη μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας χαρακτηρίζει εφικτό τον στόχο ανάκτησης του 50% των εσόδων του 2019 .

Στη μελέτη αξιολογούνται τα πρώτα σημάδια για τη φετινή τουριστική χρονιά και εκτιμώνται οι μεσοπρόθεσμες δυνατότητες ανάπτυξης που προσφέρουν τόσο η διαφαινόμενη επιστροφή στην ομαλότητα όσο και η προοπτική των πόρων που διατίθενται μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.

Όπως σημειώνεται τα πρώτα στοιχεία για την πορεία του κλάδου είναι ενθαρρυντικά, καθώς η αντιπαραβολή της πορείας των φετινών τουριστικών αφίξεων και εισπράξεων (ως ποσοστά του 2019) έναντι των αντίστοιχων περσινών δείχνει σημαντική ανάκτηση των κεκτημένων του 2019.

Εστιάζοντας στον κρίσιμο δείκτη των διεθνών αεροπορικών αφίξεων, ο Ιούνιος 2021 ανέκτησε το 1/3 του επιπέδου 2019 (έναντι ποσοστού ανάκτησης 3% για τον Ιούνιο 2020) και ο Ιούλιος 2021 φαίνεται να προσέγγισε ανάκτηση κοντά στα 2/3 του επιπέδου 2019 (έναντι ποσοστού ανάκτησης 29% για τον Ιούλιο 2020).

Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα υγειονομικά δεδομένα θα ακολουθήσουν μια ανάλογη με την περσινή πορεία, τότε σύμφωνα με τη μελέτη το 2021 θα κλείσει με ποσοστό ανάκτησης της τάξης του 50% του επιπέδου 2019. Δεδομένης της υψηλής συσχέτισης των αεροπορικών αφίξεων με τις τουριστικές εισπράξεις (με συντελεστή άνω του 90%), ένα αντίστοιχο ποσοστό ανάκτησης (δηλαδή, 50% του 2019) θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένας εφικτός στόχος για τις εισπράξεις της χρονιάς.

Ενισχυτικά στην υλοποίηση του παραπάνω στόχου –σημειώνεται στη μελέτη- λειτουργούν δύο στοιχεία που συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι η Ελλάδα έχει φέτος τα εχέγγυα να κερδίσει μερίδιο στην (ομολογουμένως ακόμα υπό πίεση και υψηλή αβεβαιότητα) διεθνή τουριστική αγορά:

Συνυπολογίζοντας τα υγειονομικά δεδομένα, τις τάσεις στην αεροπορική κίνηση και τις προτιμήσεις των τουριστών (όπως αποτυπώνονται στις αναζητήσεις και τις κρατήσεις), η Ελλάδα ξεχωρίζει ως η χώρα με την ισχυρότερη ανάκαμψη ζήτησης στη μεσογειακή αγορά.
Ακολουθώντας μια προσέγγιση 360ο και εστιάζοντας στις βασικές αγορές προέλευσης για τον ελληνικό τουρισμό, παραδοσιακές ευρωπαϊκές αγορές (όπως η Γερμανία) φαίνεται να αποτελούν σημαντικούς πυλώνες ζήτησης στο δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου, παίρνοντας τη σκυτάλη από λιγότερο παραδοσιακές αγορές (όπως οι ΗΠΑ και το Ισραήλ) που λειτούργησαν ενισχυτικά στο δίμηνο Μαΐου-Ιουνίου.