«Oι προοπτικές της Ελλάδας τα επόμενα τρία χρόνια θα είναι εξαιρετικές», είχε πει ο Αλεξ Φωτακίδης, ο ισχυρός άνδρας του CVC Capital, μιλώντας στο Φόρουμ των Δελφών. Και σε αυτές τις εξαιρετικές προοπτικές, στις οποίες συμβάλλει και το CVC Capital, «ποντάρει» το επενδυτικό fund, που έχει επιδοθεί σε ένα μπαράζ εξαγορών και τοποθετήσεων σε πλήθος εταιρειών διαφορετικών κλάδων της εθνικής οικονομίας. Και δεν σταματά εκεί. Οπως είναι σε θέση να γνωρίζουν τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», τα στελέχη του CVC Capital έχουν σκανάρει πλήθος ελληνικών εταιρειών, ενώ βρίσκονται σε επαφές με αρκετές εξ αυτών. Δεν θα αποτελέσει έκπληξη, λοιπόν, μέχρι το τέλος του έτους, το αργότερο, το CVC Capital να ανακοινώσει την εξαγορά τουλάχιστον ακόμα δύο ελληνικών εταιρειών που θα μπουν στο άρμα του.

Μια εξ αυτών, όπως έχουμε ήδη γράψει, είναι από τον χώρο των logistics, ενώ βρίσκεται σε επαφές με άλλες δύο εταιρείες από τον κλάδο των τροφίμων. Επίσης, σύμφωνα με πληροφορίες, έχει εντοπίσει μια επιχείρηση που πρωταγωνιστεί στην αγορά της ντομάτας, ενώ έγιναν και συζητήσεις για την εξαγορά ενός εργοστασίου που παράγει κομπόστα. Η λογική που υπάρχει στα υψηλά κλιμάκια του CVC κινείται προς την κατεύθυνση της απόκτησης assets που, εκτός από την κυρίαρχη θέση που καταλαμβάνουν στην ελληνική αγορά, έχουν και όλες τις προϋποθέσεις για σημαντικές εξαγωγές.

Σε ό,τι αφορά τις πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα για ενδιαφέρον του επενδυτικού fund για τοποθέτηση και στον κλάδο των σούπερ μάρκετ, και συγκεκριμένα στη βορειοελλαδίτικη αλυσίδα «Μασούτης», διαψεύδονται αρμοδίως. Πηγές με γνώση υποστηρίζουν ότι, αν ένα fund, όπως το CVC Capital, που έχει τοποθετηθεί ήδη σε εταιρείες καταναλωτικών προϊόντων, όπως είναι η Vivartia, αποφάσιζε να πάρει θέση και στο λιανεμπόριο, αυτό θα μπορούσε να του γυρίσει μπούμερανγκ, αφού θα διατάρασσε τις σχέση με τους υπόλοιπους παίκτες της αγοράς σούπερ μάρκετ.

Αλεξ-Φωτακιδης__1_
Η ουσία είναι πως το CVC Capital, σύμφωνα με τον κ. Φωτακίδη, έχει εντοπίσει τουλάχιστον 25 εταιρείες στην Ελλάδα που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να έχουν διεθνείς θεσμικούς επενδυτές για να τις βοηθήσουν να αναπτυχθούν. Αλλωστε, προβλέπει πως ο ίδιος και η ομάδα του θα είναι πολύ απασχολημένοι τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια. Tο CVC, που έλκει την καταγωγή του από την επενδυτική οικογένεια της αμερικανικής Citicorp, είναι ένα ισχυρό private equity fund, που δραστηριοποιείται ήδη 35 χρόνια στην αγορά, με έδρα την Ευρώπη, με πάνω από 105 δισ. ευρώ κεφάλαια υπό διαχείριση. Ιδρύθηκε το 1981 και σήμερα έχει μία εξειδικευμένη ομάδα για τον χρηματοοικονομικό κλάδο με εκτεταμένη εμπειρία σε επενδύσεις ασφαλιστικών εταιριών, και συγκεκριμένα μέσω των επενδύσεών του στις εταιρείες Brit (Ην. Βασίλειο), Fidelis (ΗΠΑ), Domestic & General (Ην. Βασίλειο), Pension Insurance Corporation (Ην. Βασίλειο), April Group (Γαλλία), Riverstone (Ην. Βασίλειο) κ.ά.

Στο Φόρουμ των Δελφών ο Αλεξ Φωτακίδης είχε τονίσει ότι «οι προοπτικές της Ελλάδας τα επόμενα τρία χρόνια θα είναι εξαιρετικές»
Στην Ελλάδα μέχρι στιγμής, το CVC έχει προσφέρει 385 εκατ. ευρώ για την Εθνική Ασφαλιστική. Εχει ήδη επενδύσει κεφάλαια άνω των 620 εκατ. ευρώ για την από κτηση του οµίλου τροφίµων Vivartia (∆ΕΛΤΑ, Μπάρµπα Στάθης, Goody’s - Everest κ.ά.) και έχει τοποθετηθεί στη «∆ωδώνη». Θα πρέπει να σηµειωθεί πως µε τις εξαγορές της Vivartia, του No 2 παίκτη στο ελληνικό γιαούρτι, και της «∆ωδώνη», του Νο 1 σε µερίδια στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον πλανήτη παραγωγού φέτας, ο επενδυτικός… σίφουνας κατέστη ηγετική δύναµη στον χώρο των γαλακτοκοµικών. Οι δύο αυτές εξαγορές του CVC το οδηγούν σε απόσταση αναπνοής από τη ΦΑΓΕ (µερίδιο σε αξία 23,9% το 2020, σύµφωνα µε τα στοιχεία της IRI), καθώς η δεύτερη ∆ΕΛΤΑ (16,4%) µαζί µε την πέµπτη «∆ωδώνη» (6,3%) αθροίζουν ένα ποσοστό 22,7%. Εάν στο τελευταίο νούµερο προσθέσουµε και την παραγωγική συνεργασία της Danone µε τη ∆ΕΛΤΑ, το CVC έγινε ο απόλυτος ηγέτης στην ελληνική αγορά γιαουρτιού, φέτας και γαλακτοκοµικών προϊόντων.

Ηγέτης είναι και στον εγχώριο κλάδο των νοσοκοµείων. Σήµερα, ο αµερικανικός επενδυτικός όµιλος ελέγχει την Hellenic Healthcare Group, τον µεγαλύτερο όµιλο ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας στον οποίο ανήκουν έξι νοσοκοµεία (Metropolitan Hospital, Metropolitan General, Υγεία, Μητέρα, Λητώ και Creta Interclinic) µε 1.400 κλίνες. Επίσης, να σηµειώσουµε ότι θέση έχει κτίσει και στην ηλεκτρονική πλατφόρµα εµπορίου Skroutz.gr, που κυριαρχεί στην ελληνική αγορά ηλεκτρονικού εµπορίου. Επίσης, µετά την εξαγορά της D-Marin από τον τουρκικό όµιλο Dogus, η CVC ελέγχει στην Ελλάδα τις µαρίνες Ζέας, Γουβιών Κέρκυρας και Λευκάδας. Μέσω της σουηδικής Etraveli, που είχε αγοράσει το 2017, το CVC απέκτησε την ελληνική e-travel, που παρέχει υπηρεσίες τουριστικών κρατήσεων. Και τώρα πρόκειται να αποκτήσει το 10% της ∆ΕΗ. Με την τοποθέτησή του στη ∆ΕΗ, το fund, που συµµετείχε ως Cornestone Investor, έστειλε σήµα για συµµετοχή και άλλων µεγάλων ξένων επενδυτών.

Δεν θα αποτελέσει έκπληξη αν μέχρι το τέλος του έτους, το αργότερο, γίνουν επίσημες ανακοινώσεις για super deals
Αν, τώρα, προσθέσουµε όλες αυτές τις επενδύσεις, τότε τα κεφάλαια που έχει τοποθετήσει στην Ελλάδα υπερβαίνουν τα 1,8 δισ. ευρώ. Τον περασµένο Ιούλιο το CVC άντλησε 21,3 δισ. ευρώ για το όγδοο fund (CVC Capital Partners Fund VIIΙ), που είναι και το µεγαλύτερο στην ιστορία του. Οι επενδύσεις που έχουν πραγµατοποιηθεί µέχρι σήµερα στην Ελλάδα έγιναν µέσω του προηγούµενου fund (του CVC Capital Partners Fund VII), διά του οποίου είχε αντλήσει 16,4 δισ. ευρώ το 2017. Η ιστορία του CVC Capital Partners µε έντονη παρουσία όχι µόνο στην Ελλάδα, αλλά παγκοσµίως, ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν η ο τραπεζικός γίγαντας Citigroup (Citicorp τότε) δηµιούργησε ένα από τα πρώτα venture capitals στην Αµερική µε το όνοµα Citicorp Venture Capital. Στη συνέχεια, το 1981 δηµιούργησε τον ευρωπαϊκό του βραχίονα, το CVC Capital Partners. Τη δεκαετία του ’90 αποσχίστηκε από τον όµιλο της Citigroup και πέρασε σε ιδιώτες επενδυτές, ενώ έγινε γνωστό στο ευρύ κοινό όταν τοποθετήθηκε στη Formula One Group, που διαχειρίζεται το γνωστό πρωτάθληµα ταχύτητας.

Το CVC, µέσω της Vivartia και της απόκτησης θέσης στη γαλακτοβιοµηχανία «∆ωδώνη» και της συµφωνίας της µε τη SI Foods Holding Ltd, έχει αποκτήσει ισχυρή θέση στην εγχώρια αγορά γαλακτοκοµικών προϊόντων. Και αυτό, απ’ ό,τι φαίνεται, είναι µόνο η αρχή, διότι η «ιστορία» του CVC επιδιώκει να δηµιουργεί εθνικούς «πρωταθλητές» στους κλάδους όπου τοποθετείται. Η εγχώρια αγορά γαλακτοκοµικών προϊόντων τζιράρει µέσω των αλυσίδων σούπερ µάρκετ ετησίως περί τα 1,6 δισ. ευρώ, ενώ ο κλάδος των τυροκοµικών είναι πολυδιασπασµένος. Καλά πληροφορηµένες πηγές αναφέρουν πως ο επόµενος «στόχος» των δύο συνεταίρων πλέον δεν θα είναι η βορειοελλαδίτικη γαλακτοβιοµηχανία «Κολιός», διότι το συγκεκριµένο deal χάλασε, αλλά εξετάζονται άλλα projects. Ταυτόχρονα, στις αρχές Σεπτεµβρίου η Vivartia Συµµετοχών προχώρησε στην υπογραφή δεσµευτικού προσυµφώνου µε τον Μιχάλη Αραµπατζή για την απόκτηση µετοχών που θα οδηγήσει στην αύξηση των ποσοστών στις εταιρείας Ελληνική Ζύµη Α.Ε. και Αλεσις ΑΒΕΕ από 49% και 51%, αντίστοιχα, σε 75%.

Η κίνηση αυτή της Vivartia εντάσσεται στο πλαίσιο υλοποίησης της στρατηγικής του οµίλου για ενίσχυση της θέσης του στον κλάδο των κατεψυγµένων ζυµών διά της αύξησης της συµµετοχής του στην Ελληνική Ζύµη Α.Ε., τη µεγαλύτερη ελληνική εταιρεία στον χώρο αυτό. Για τη Vivartia η συγκεκριµένη κίνηση σηµατοδοτεί την απόφαση του οµίλου για περαιτέρω ενίσχυση της δραστηριότητάς του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.