Έκρηξη στις τιμές των υλικών που έχει βγάλει εκτός προϋπολογισμού πλήθος έργων, ελλείψεις υλικών λόγω της ενεργειακής κρίσης και της αναστάτωσης στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, περιορισμένα εργατικά χέρια, απαρχαιωμένος μηχανολογικός εξοπλισμός και αδυναμία του σημερινού οργανωτικού μοντέλου να διαχειριστεί τον τεράστιο όγκο εργασιών της επόμενης πενταετίας. Πρόκειται για πέντε πληγές, για πέντε προκλήσεις, που καλούνται να διαχειριστούν οι διοικήσεις των μεγάλων κατασκευαστικών ομίλων της χώρας.

Οι ισχυρές ελληνικές τεχνικές εταιρείες βρίσκονται σήμερα, με βάση και τα αποτελέσματα πρόσφατων διαγωνισμών, με τεράστιο ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων, το μεγαλύτερο μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Αν υπογραφούν οι συμβάσεις στους διαγωνισμούς που ολοκληρώθηκαν ή θα ολοκληρωθούν φέτος, το συνολικό ανεκτέλεστο των εισηγμένων ομίλων θα βρεθεί σε επίπεδα άνω των 12 – 14 δισ. ευρώ μαζί με τα ιδιωτικά έργα όπως το Ελληνικό.

Την ίδια στιγμή, όμως, καλούνται να διαχειριστούν τις πέντε προκλήσεις που προαναφέρθηκαν, αλλά και να βρουν πρόσθετα κεφάλαια κίνησης για να συντηρήσουν έναν τόσο μεγάλο αριθμό εργοταξίων. Έπειτα από δέκα χρόνια κρίσης, που έφερε ορισμένους ομίλους στα πρόθυρα της πλήρους κατάρρευσης, οι περισσότεροι δεν διαθέτουν την οργανωτική επάρκεια και τη χρηματοοικονομική επιφάνεια να διαχειριστούν αυτό τον όγκο εργασιών.

Νέος γύρος συγχωνεύσεων
Γι’ αυτό το λόγο πληθαίνουν και οι συζητήσεις / εισηγήσεις για νέο γύρο συγχωνεύσεων μεταξύ των μεγάλων ομίλων, των τεχνικών εταιρειών που ανήκουν στις δύο ανώτερες τάξεις του εργοληπτικού πτυχίου. Είναι κοινό μυστικό πως κάποιοι εκ των εισηγμένων ομίλων θα δυσκολευτούν να διαχειριστούν το ανεκτέλεστο υπόλοιπο με το οποίο θα βρεθούν όταν υπογραφούν οι συμβάσεις στα μεγάλα έργα που έχουν μειοδοτήσει.

Και οι προβλέψεις δεν αφορούν μόνο τον όμιλο Ελλάκτωρ που βρίσκεται εν μέσω μετοχικής διαμάχης και οργανωτικής αποσύνθεσης παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της σημερινής διοίκησης. Τα ίδια ισχύουν και για ομίλους με σπουδαία τεχνογνωσία και εμπειρία που βρίσκονται όμως με γερασμένες διοικήσεις. Αλλά και για εισηγμένες που μπορεί να διαθέτουν χρηματοοικονομικά εφόδια αλλά δυσκολεύονται να υλοποιήσουν σήμερα τα λίγα δημόσια έργα που έχουν αναλάβει. Σύντομα θα βρεθούν με ανεκτέλεστο άνω των τριών και τεσσάρων δισ. ευρώ, για πρώτη φορά στην ιστορία τους.

Στην κατασκευαστική αγορά προβλέπουν πως αναγκαστικά θα περιοριστεί περαιτέρω ο αριθμός των εταιρειών της ανώτατης τάξης, ενώ θεωρούν πως θα έπρεπε να εφαρμοστούν (όπως και με τον περίφημο νόμο του πρώην υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Κ. Λαλιώτη) κίνητρα για συγχωνεύσεις μεταξύ των εταιρειών της έκτης τάξης ώστε να δημιουργηθούν ισχυρότεροι όμιλοι ή να περιοριστούν οι εταιρείες – σφραγίδες.


Η εμπειρία από τον πρώτο γύρο συγχωνεύσεων, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, δεν είναι βέβαια και η καλύτερη αφού οι περισσότεροι από τους ισχυρούς ομίλους που δημιουργήθηκαν κατέρρευσαν. Μέσα σε 20 χρόνια εξαφανίστηκε από το χάρτη το 80% των μεγαλύτερων τεχνικών εταιρειών της χώρας, οι περισσότερες πριν καν αρχίσει η πολυετής κρίση. Ιστορικές εταιρείες όπως η ΑΕΓΕΚ, δυναμικοί όμιλοι των δεκαετιών του ’80 και του ’90 όπως η Μηχανική, εξειδικευμένοι «παίκτες» όπως η Θεμελιοδομή, αποτελούν παρελθόν από χρόνια. Οι «μαύρες τρύπες» που δημιουργήθηκαν από τις μεγάλες εκπτώσεις στα έργα του “πακέτου Ντελόρ”, οι συγχωνεύσεις με μοναδικό στόχο τις χρηματιστηριακές υπεραξίες που δεν ήρθαν και οι αναγκαστικοί γάμοι μεταξύ «χάρτινων πύργων», ήταν οι κύριες αιτίες της πτώσης.

«Το σίγουρο είναι πως οι ισχυροί όμιλοι χρειάζονται νέο οργανωτικό μοντέλο και πρόσθετα κεφάλαια ώστε να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες των νέων μεγάλων έργων» υποστηρίζουν στελέχη του κατασκευαστικού κλάδου. Γι’ αυτό και κάποιες συγχωνεύσεις θα είναι αναγκαστικές. «Με ή χωρίς συγχωνεύσεις οι εταιρείες πρέπει να αναβαθμίσουν την οργανωτική τους δομή κατά τα πρότυπα ομίλων του εξωτερικού» σύμφωνα με τους μηχανικούς. «Μόνο έτσι θα ανταπεξέλθουν στο μεγάλο όγκο εργασιών και θα διεκδικήσουν, σε δεύτερο χρόνο, συμβάσεις στη διεθνή αγορά». Τα ίδια στελέχη θεωρούν πως το απαρχαιωμένο οργανωτικό μοντέλο (σε συνδυασμό με την αδυναμία χρηματοδότησης) είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους κάποιοι ισχυροί όμιλοι είτε αποσύρθηκαν από τις διεθνείς αγορές, είτε επέστρεψαν με τεράστιες ζημιές.

Ταυτόχρονα η αγορά βρίσκεται αντιμέτωπη με τις προκλήσεις των μεγάλων αυξήσεων στα υλικά κατασκευών, των ελλείψεων σε εξοπλισμό και προσωπικό αλλά και της ανάγκης ανανέωσης του μηχανολογικού εξοπλισμού.

Πώς θα αντιμετωπιστούν οι μεγάλες αυξήσεις στα υλικά και οι ελλείψεις προσωπικού
Παρά τις συζητήσεις υπουργείου Υποδομών και κατασκευαστικών ομίλων ώστε να βρεθεί λύση στο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με το κόστος των έργων λόγω της μεγάλων αυξήσεων σε υλικά (από το χάλυβα και την ξυλεία μέχρι τα ασφαλτικά) τα περιθώρια της κυβέρνησης είναι ελάχιστα. Το υπουργείο προχώρησε πέρυσι σε αναθεώρηση περίπου 500 κωδικών και τώρα αναζητεί λύση «μηδενικής δημοσιονομικής επιβάρυνσης» με τους ανθρώπους της αγοράς να θεωρούν πως πιθανότατα θα περιοριστεί σε παράταση των συμβάσεων. Έτσι θα έχουν και οι εργολάβοι μερικούς μήνες περιθώριο ώστε να παραγγείλουν τα υλικά αργότερα που πιθανώς θα έχουν υποχωρήσει οι τιμές.

Το πρόβλημα των αυξημένων τιμών δεν είναι το μοναδικό που αντιμετωπίζει ο κλάδος. Ήδη λόγω της διακοπής λειτουργίας χαλυβουργιών και άλλων εργοστασίων (που αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υψηλές τιμές της ενέργειας) και των καθυστερήσεων στις διεθνείς μεταφορές, καταγράφονται και οι πρώτες ελλείψεις σε υλικά όπως ο χάλυβας και οι σωλήνες. Ταυτόχρονα οι διοικήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με ελλείψεις σε εργατικά χέρια.

«Οι Αλβανοί είτε επέστρεψαν στη χώρα τους είτε έχουν πλέον δικά τους συνεργεία σε οικοδομή και αλλού, οι Πομάκοι έφυγαν στο εξωτερικό» έλεγε αυτή την εβδομάδα ανώτατο στέλεχος διεθνούς ομίλου που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα. Ο ίδιος τόνιζε πως η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε εκπονήσει κάποιο σχέδιο εκπαίδευσης των χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών που βρίσκονται σήμερα στη χώρα ώστε να απασχοληθούν στα έργα. «Κάτι τέτοιο βέβαια δεν συνέβη και σήμερα αυτό το δυναμικό δε μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του κλάδου» θεωρεί.

Το ίδιο στέλεχος εξηγούσε πως μεγάλη πρόκληση για τις εταιρείες είναι και η ανανέωση του πεπαλαιωμένου μηχανολογικού εξοπλισμού των εταιρειών. «Τελευταία φορά που ανανεώθηκε ο στόλος μηχανημάτων ήταν κατά την περίοδο της ολυμπιακής προετοιμασίας» υποστήριξε.