Σιτηρά: Παγκόσμια ανησυχία προκαλούν η ξηρασία και ο πόλεμος
Ανησυχίες για επαπειλούμενη κρίση στην παγκόσμια παραγωγή σιτηρών εκφράζουν οι αναλυτές καθώς, μετά τους περιορισμούς που έχουν προκληθεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία, τώρα και η Γαλλία, τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας σιταριού παγκοσμίως και πρώτος στην ΕΕ, βρίσκεται αντιμέτωπη με μία από τις χειρότερες χρονιές ξηρασίας της τελευταίας 60ετίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας για το 2022-2023, που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή, η παγκόσμια παραγωγή σιτηρών θα μειωθεί για πρώτη φορά εδώ και τέσσερα χρόνια στους 774,8 εκατ. τόνους.
Παράλληλα, η Ινδία, χτυπημένη τον Μάρτιο από κύμα καύσωνα, εξετάζει το ενδεχόμενο να επιβάλλει περιορισμούς ή και πλήρη απαγόρευση στις εξαγωγές σιταριού, ενώ χτυπημένες από ξηρασία είναι φέτος 30 στις 50 Πολιτείες στις ΗΠΑ και δύο επαρχίες στον Καναδά. Δηλαδή στα δύο κράτη που βρίσκονται στη δεύτερη και τρίτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη των εξαγωγέων σιτηρών.
Ήδη 23 κράτη φέτος έχουν λάβει αποφάσεις περιορισμού στις εξαγωγές τους. Οι αναλυτές προειδοποιούν πως πιθανή απόφαση εμπορικού προστατευτισμού από πλευράς Ινδίας θα έσπερνε το χάος στις παγκόσμιες αγορές, ενισχύοντας την επισιτιστική κρίση, ενώ ήδη και ο δείκτης που μετρά τον παγκόσμιο εμπορικό προστατευτισμό -λόγω και της ανασφάλειας για την επάρκεια των αποθεμάτων- έχει αγγίξει τα υψηλότερα σημεία που είχε φτάσει κατά την παγκόσμια κρίση τροφίμων του 2008.
Η εικόνα όσον αφορά στα σιτηρά αποτυπώθηκε ήδη και στις αγορές. Μετά και τις ανακοινώσεις του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας, τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (ΣΜΕ) του σιταριού διαμορφώθηκαν την Παρασκευή στα 411,50 ευρώ ανά τόνο, ενώ στο χρηματιστήριο του Σικάγου, η τιμή του σιταριού ανήλθε στα 12 δολάρια το μπουσέλ, μία αύξηση της τάξης του 8% σε σχέση με μία εβδομάδα νωρίτερα.
Η τιμή των ΣΜΕ του σιταριού βρίσκεται σε σταδιακή άνοδο από το β’ μισό του 2020, οπότε ανερχόταν κάτω από τα 200 δολάρια ανά τόνο, όμως πλέον μετά και τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχει εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα επίπεδα.
Πηγή: https://oec.world/en
«Υπάρχει τεράστιος βαθμός εξάρτησης από τη σοδειά της Γαλλίας» αναφέρει η Κόνα Χέιγκ, επικεφαλής ερευνών στην εταιρεία commodities ED&F Man. Η Γαλλία παράγει περί τα 35 εκατ. τόνους σιταριού ετησίως, εκ των οποίων -υπό κανονικές συνθήκες-εξάγει περίπου το 50%. Πέρυσι, ξεπέρασε το ποσοστό εξαγάγοντας 20 εκατ. τόνους.
Το κενό στην παγκόσμια προμήθεια έχει γίνει δυσαναπλήρωτο καθώς η Ρωσία, πρώτος εξαγωγέας σιτηρών στον πλανήτη που κάλυπτε το 19,5%, το 2020, έχει περιορίσει τις εξαγωγές επιβάλλοντας ειδικό φόρο, προκειμένου να κρατήσει χαμηλά τις τιμές των τροφίμων στην εγχώρια αγορά. Να σημειωθεί πως η Ουκρανία βρισκόταν προπολεμικά στην πέμπτη θέση των εξαγωγέων σιτηρών, καλύπτοντας σχεδόν το 9% της αγοράς.
Κρίσιμο το επόμενο δεκαήμερο
«Η Γαλλία είναι μία πολύ μεγάλη παραγωγός και εξαγωγέας σιτηρών και σχεδόν στο σύνολό της πρόκειται για χειμερινό σιτάρι» αναφέρει ο Κριστιάν Ουίγκ, επιστημονικός διευθυντής στο γαλλικό εθνικό ινστιτούτο αγρονομικής έρευνας. «Οι επόμενες δέκα μέρες θα είναι κρίσιμες» σημειώνει, καθώς τα σπαρτά βρίσκονται σε περίοδο ανάπτυξης και η παράταση της λειψυδρίας θα αποτυπωθεί στις σοδειές.
Πολλοί Γάλλοι αγρότες επένδυσαν στα σιτηρά, εγκαταλείποντας άλλες καλλιέργειες, καθώς όμως βρίσκονται σε ισχύ περιορισμοί στην άρδευση σε πολλές γαλλικές επαρχίες, δύσκολα μπορούν να αναπληρώσουν την έλλειψη βροχοπτώσεων. Ο Μπαζίλ Φοσό, αγρότης στην επαρχία Λουαρέ νότια του Παρισιού, εκτιμά πως στο χειρότερο σενάριο, η παραγωγή του θα πληγεί φέτος κατά 30-50%.
Ήδη ο πόλεμος στον «σιτοβολώνα» της Ευρώπης έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα κυρίως στις ιδιαίτερα εξαρτημένες από τις εισαγωγές χώρες, όπως είναι η ευρύτερη Μέση Ανατολή και ειδικά η Αίγυπτος, ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εισαγωγέας σιτηρών. Τον Μάρτιο, μετά την επίσκεψη του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ στο Κάιρο, ο Αιγύπτιος πρωθυπουργός Μουσταφά Κεμάλ Μαντμπουλί είχε δηλώσει πως η χώρα του βασίζεται στη Γαλλία για να αναπληρώσει τις χαμένες εισαγωγές του πολέμου που προέρχονταν από τη Μαύρη Θάλασσα.
Το μεγάλο πρόβλημα της Κίνας, και οι ελλείψεις σε ΗΠΑ και Καναδά
Μία άλλη εστία ανησυχίας είναι η κινεζική παραγωγή. Η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό σιτηρών παγκοσμίως αλλά και ταυτόχρονα έναν από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς, προκειμένου να καλύψει την υψηλή εγχώρια κατανάλωση. H χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με το αντίστροφο πρόβλημα το φθινόπωρο του 2021, δηλαδή με έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες, ενώ καθυστερήσεις στη σπορά σημειώθηκαν και λόγω των περιορισμών από τα lockdown για τον έλεγχο της εξάπλωσης του κορονοϊού.
Πηγή: https://oec.world/en
Όπως ανέφερε ο Κινέζος υπουργός γεωργίας και αγροτικών υποθέσεων, Τανγκ Ρεντζιάν, βροχοπτώσεις και πλημμύρες καθυστέρησαν κατά το 1/3 την σπορά για τη φετινή χειμερινή παραγωγή.
Την ίδια ώρα στις ΗΠΑ, πλήττονται από ξηρασία 30 στις 50 Πολιτείες, όπως αναφέρουν οι Financial Times, ενώ στον Καναδά παρόμοιο πρόβλημα, που αποδίδεται στην κλιματική αλλαγή, επηρεάζει τις δύο μεγαλύτερες αγροτικές επαρχίες, την Αλμπέρτα και το Σασκάτσουαν.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας για το 2022-2023, που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή, η παγκόσμια παραγωγή σιτηρών θα μειωθεί για πρώτη φορά εδώ και τέσσερα χρόνια. Ειδικά για την Ουκρανία, η πρόβλεψη είναι πως η παραγωγή της θα είναι μειωμένη κατά 35% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, στους 21,5 εκατ. τόνους, ενώ η παγκόσμια παραγωγή θα ανέλθει στους 774,8 εκατ. τόνους.
Με το βλέμμα στην Ινδία οι αγορές τροφίμων
Το τελευταίο διάστημα και η Ινδία έχει αυξήσει τις εξαγωγές σιτηρών, προκειμένου να καλύψει το κενό στην παγκόσμια αγορά. Από τους μεγαλύτερους παραγωγούς παγκοσμίως αλλά και με τεράστια εγχώρια κατανάλωση, κατάφερε το διάστημα Μαρτίου 2021-Μάρτιο 2022 να εξαγάγει 7 εκατ. τόνους, βοηθώντας να αποκατασταθούν μερικώς οι ελλείψεις λόγω του πολέμου. Ωστόσο, ο καύσωνας που χτύπησε τη χώρα τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, με θερμοκρασίες άνω των 45 βαθμών Κελσίου σε πολλές από τις περιοχές που βρίσκονται στην σιτοπαραγωγό ζώνη, εγείρει ανησυχίες για την κάλυψη της φετινής εγχώριας ζήτησης.
Εκτιμάται πως τη χώρα περιμένει ακόμη περίπου έναν μήνα καύσωνα, μέχρι να ξεκινήσει δηλαδή η περίοδος των μουσώνων, κάτι που οδήγησε ήδη την κυβέρνηση σε υποβάθμιση των εκτιμήσεων για τη φετινή σοδειά κατά τουλάχιστον 5% στους 105 εκατ. τόνους (προβολές για την περίοδο Ιουνίου 2021-Ιουνίου 2022).
Το ενδεχόμενο το Νέο Δελχί να επιβάλλει απαγόρευση εξαγωγών σιτηρών οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση των παγκόσμιων τιμών. Πάντως ο υπουργών Τροφίμων της Ινδίας, Σουντχασού Παντέϊ αρνήθηκε στις αρχές του μήνα πως υπάρχει τέτοιος σχεδιασμός, αναφέροντας ότι τα εγχώρια αποθέματα επαρκούν. Σημείωσε επίσης πως η αναμενόμενη σοδειά της Αργεντινής αυτό τον Ιούνιο, θα ελαφρύνει τις πιέσεις προς την Ινδία και άλλες σιτοπαραγωγούς χώρες.
Η σπέκουλα σχετικά με ενδεχόμενους περιορισμούς στις εξαγωγές ξεκίνησε και με αφορμή την Ινδονησία, όπου οι περιορισμοί στις εξαγωγές φοινικελαίου εκτόξευσαν στα ύψη την τιμή των μαγειρικών ελαίων σε μία περίοδο όπου η συγκεκριμένη αγορά έχει επίσης πληγεί λόγω του πολέμου.
Ο παράγοντας του εμπορικού προστατευτισμού
Σύμφωνα με την Μπεάτα Τζάβορτσικ, επικεφαλής οικονομολόγο στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ο εμπορικός προστατευτισμός μπορεί να οδηγήσει σε τεχνητή αύξηση των τιμών, ακόμη και σε επίπεδα ρεκόρ, τροφοδοτώντας την παγκόσμια επισιτιστική επισφάλεια. «Αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση των επιπέδων της παγκόσμιας φτώχειας. Και, σε ακραίες καταστάσεις, μπορεί να οδηγήσει αυταρχικά καθεστώτα να γίνουν ακόμη πιο καταπιεστικά.
Σύμφωνα με το αμερικανικό ινστιτούτο International Food Policy Research Institute (IFPRI), ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε 23 χώρες στον εμπορικό προστατευτισμό στον τομέα των τροφίμων.
Όπως αναφέρει ο Νταβίντ Λαμπόρντ, συνεργαζόμενος ερευνητής στο IFPRI, οι εξαγωγικοί περιορισμοί δημιουργούν ένα «φαινόμενο ντόμινο», περιορίζοντας τις παγκόσμιες προμήθειες για αυτούς που πραγματικά τις χρειάζονται. «Καταλήγεις να υπονομεύεις το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα» σημείωσε, καθώς περιορίζοντας την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, οι περιορισμοί μειώνουν επίσης τα κίνητρα για τους αγρότες. «Πλήττεις το ίδιο σου το αγροτικό σύστημα και τις προμήθειες τροφίμων». Το αντίθετο επιχείρημα, είναι πως σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, πρέπει να δοθεί προτεραιτότητα στις οικείες ανάγκες.
Στην περίπτωση του Ινδονήσιου προέδρου Τζόκο Γουιντόντο, η απόφαση για την πρώτη οριζόντια απαγόρευση στις εξαγωγές βρώσιμων ελαίων φαίνεται πως απέδωσε και πολιτικά, αυξάνοντας την δημοφιλία του κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες στο 64%, σε πρόσφατη δημοσκόπηση.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας για το 2022-2023, που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή, η παγκόσμια παραγωγή σιτηρών θα μειωθεί για πρώτη φορά εδώ και τέσσερα χρόνια στους 774,8 εκατ. τόνους.
Παράλληλα, η Ινδία, χτυπημένη τον Μάρτιο από κύμα καύσωνα, εξετάζει το ενδεχόμενο να επιβάλλει περιορισμούς ή και πλήρη απαγόρευση στις εξαγωγές σιταριού, ενώ χτυπημένες από ξηρασία είναι φέτος 30 στις 50 Πολιτείες στις ΗΠΑ και δύο επαρχίες στον Καναδά. Δηλαδή στα δύο κράτη που βρίσκονται στη δεύτερη και τρίτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη των εξαγωγέων σιτηρών.
Ήδη 23 κράτη φέτος έχουν λάβει αποφάσεις περιορισμού στις εξαγωγές τους. Οι αναλυτές προειδοποιούν πως πιθανή απόφαση εμπορικού προστατευτισμού από πλευράς Ινδίας θα έσπερνε το χάος στις παγκόσμιες αγορές, ενισχύοντας την επισιτιστική κρίση, ενώ ήδη και ο δείκτης που μετρά τον παγκόσμιο εμπορικό προστατευτισμό -λόγω και της ανασφάλειας για την επάρκεια των αποθεμάτων- έχει αγγίξει τα υψηλότερα σημεία που είχε φτάσει κατά την παγκόσμια κρίση τροφίμων του 2008.
Η εικόνα όσον αφορά στα σιτηρά αποτυπώθηκε ήδη και στις αγορές. Μετά και τις ανακοινώσεις του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας, τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (ΣΜΕ) του σιταριού διαμορφώθηκαν την Παρασκευή στα 411,50 ευρώ ανά τόνο, ενώ στο χρηματιστήριο του Σικάγου, η τιμή του σιταριού ανήλθε στα 12 δολάρια το μπουσέλ, μία αύξηση της τάξης του 8% σε σχέση με μία εβδομάδα νωρίτερα.
Η τιμή των ΣΜΕ του σιταριού βρίσκεται σε σταδιακή άνοδο από το β’ μισό του 2020, οπότε ανερχόταν κάτω από τα 200 δολάρια ανά τόνο, όμως πλέον μετά και τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχει εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα επίπεδα.
Πηγή: https://oec.world/en
«Υπάρχει τεράστιος βαθμός εξάρτησης από τη σοδειά της Γαλλίας» αναφέρει η Κόνα Χέιγκ, επικεφαλής ερευνών στην εταιρεία commodities ED&F Man. Η Γαλλία παράγει περί τα 35 εκατ. τόνους σιταριού ετησίως, εκ των οποίων -υπό κανονικές συνθήκες-εξάγει περίπου το 50%. Πέρυσι, ξεπέρασε το ποσοστό εξαγάγοντας 20 εκατ. τόνους.
Το κενό στην παγκόσμια προμήθεια έχει γίνει δυσαναπλήρωτο καθώς η Ρωσία, πρώτος εξαγωγέας σιτηρών στον πλανήτη που κάλυπτε το 19,5%, το 2020, έχει περιορίσει τις εξαγωγές επιβάλλοντας ειδικό φόρο, προκειμένου να κρατήσει χαμηλά τις τιμές των τροφίμων στην εγχώρια αγορά. Να σημειωθεί πως η Ουκρανία βρισκόταν προπολεμικά στην πέμπτη θέση των εξαγωγέων σιτηρών, καλύπτοντας σχεδόν το 9% της αγοράς.
Κρίσιμο το επόμενο δεκαήμερο
«Η Γαλλία είναι μία πολύ μεγάλη παραγωγός και εξαγωγέας σιτηρών και σχεδόν στο σύνολό της πρόκειται για χειμερινό σιτάρι» αναφέρει ο Κριστιάν Ουίγκ, επιστημονικός διευθυντής στο γαλλικό εθνικό ινστιτούτο αγρονομικής έρευνας. «Οι επόμενες δέκα μέρες θα είναι κρίσιμες» σημειώνει, καθώς τα σπαρτά βρίσκονται σε περίοδο ανάπτυξης και η παράταση της λειψυδρίας θα αποτυπωθεί στις σοδειές.
Πολλοί Γάλλοι αγρότες επένδυσαν στα σιτηρά, εγκαταλείποντας άλλες καλλιέργειες, καθώς όμως βρίσκονται σε ισχύ περιορισμοί στην άρδευση σε πολλές γαλλικές επαρχίες, δύσκολα μπορούν να αναπληρώσουν την έλλειψη βροχοπτώσεων. Ο Μπαζίλ Φοσό, αγρότης στην επαρχία Λουαρέ νότια του Παρισιού, εκτιμά πως στο χειρότερο σενάριο, η παραγωγή του θα πληγεί φέτος κατά 30-50%.
Ήδη ο πόλεμος στον «σιτοβολώνα» της Ευρώπης έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα κυρίως στις ιδιαίτερα εξαρτημένες από τις εισαγωγές χώρες, όπως είναι η ευρύτερη Μέση Ανατολή και ειδικά η Αίγυπτος, ο μεγαλύτερος παγκόσμιος εισαγωγέας σιτηρών. Τον Μάρτιο, μετά την επίσκεψη του Γάλλου υπουργού Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ στο Κάιρο, ο Αιγύπτιος πρωθυπουργός Μουσταφά Κεμάλ Μαντμπουλί είχε δηλώσει πως η χώρα του βασίζεται στη Γαλλία για να αναπληρώσει τις χαμένες εισαγωγές του πολέμου που προέρχονταν από τη Μαύρη Θάλασσα.
Το μεγάλο πρόβλημα της Κίνας, και οι ελλείψεις σε ΗΠΑ και Καναδά
Μία άλλη εστία ανησυχίας είναι η κινεζική παραγωγή. Η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό σιτηρών παγκοσμίως αλλά και ταυτόχρονα έναν από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς, προκειμένου να καλύψει την υψηλή εγχώρια κατανάλωση. H χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με το αντίστροφο πρόβλημα το φθινόπωρο του 2021, δηλαδή με έντονες βροχοπτώσεις και πλημμύρες, ενώ καθυστερήσεις στη σπορά σημειώθηκαν και λόγω των περιορισμών από τα lockdown για τον έλεγχο της εξάπλωσης του κορονοϊού.
Πηγή: https://oec.world/en
Όπως ανέφερε ο Κινέζος υπουργός γεωργίας και αγροτικών υποθέσεων, Τανγκ Ρεντζιάν, βροχοπτώσεις και πλημμύρες καθυστέρησαν κατά το 1/3 την σπορά για τη φετινή χειμερινή παραγωγή.
Την ίδια ώρα στις ΗΠΑ, πλήττονται από ξηρασία 30 στις 50 Πολιτείες, όπως αναφέρουν οι Financial Times, ενώ στον Καναδά παρόμοιο πρόβλημα, που αποδίδεται στην κλιματική αλλαγή, επηρεάζει τις δύο μεγαλύτερες αγροτικές επαρχίες, την Αλμπέρτα και το Σασκάτσουαν.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας για το 2022-2023, που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή, η παγκόσμια παραγωγή σιτηρών θα μειωθεί για πρώτη φορά εδώ και τέσσερα χρόνια. Ειδικά για την Ουκρανία, η πρόβλεψη είναι πως η παραγωγή της θα είναι μειωμένη κατά 35% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, στους 21,5 εκατ. τόνους, ενώ η παγκόσμια παραγωγή θα ανέλθει στους 774,8 εκατ. τόνους.
Με το βλέμμα στην Ινδία οι αγορές τροφίμων
Το τελευταίο διάστημα και η Ινδία έχει αυξήσει τις εξαγωγές σιτηρών, προκειμένου να καλύψει το κενό στην παγκόσμια αγορά. Από τους μεγαλύτερους παραγωγούς παγκοσμίως αλλά και με τεράστια εγχώρια κατανάλωση, κατάφερε το διάστημα Μαρτίου 2021-Μάρτιο 2022 να εξαγάγει 7 εκατ. τόνους, βοηθώντας να αποκατασταθούν μερικώς οι ελλείψεις λόγω του πολέμου. Ωστόσο, ο καύσωνας που χτύπησε τη χώρα τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, με θερμοκρασίες άνω των 45 βαθμών Κελσίου σε πολλές από τις περιοχές που βρίσκονται στην σιτοπαραγωγό ζώνη, εγείρει ανησυχίες για την κάλυψη της φετινής εγχώριας ζήτησης.
Εκτιμάται πως τη χώρα περιμένει ακόμη περίπου έναν μήνα καύσωνα, μέχρι να ξεκινήσει δηλαδή η περίοδος των μουσώνων, κάτι που οδήγησε ήδη την κυβέρνηση σε υποβάθμιση των εκτιμήσεων για τη φετινή σοδειά κατά τουλάχιστον 5% στους 105 εκατ. τόνους (προβολές για την περίοδο Ιουνίου 2021-Ιουνίου 2022).
Το ενδεχόμενο το Νέο Δελχί να επιβάλλει απαγόρευση εξαγωγών σιτηρών οδήγησε σε κατακόρυφη αύξηση των παγκόσμιων τιμών. Πάντως ο υπουργών Τροφίμων της Ινδίας, Σουντχασού Παντέϊ αρνήθηκε στις αρχές του μήνα πως υπάρχει τέτοιος σχεδιασμός, αναφέροντας ότι τα εγχώρια αποθέματα επαρκούν. Σημείωσε επίσης πως η αναμενόμενη σοδειά της Αργεντινής αυτό τον Ιούνιο, θα ελαφρύνει τις πιέσεις προς την Ινδία και άλλες σιτοπαραγωγούς χώρες.
Η σπέκουλα σχετικά με ενδεχόμενους περιορισμούς στις εξαγωγές ξεκίνησε και με αφορμή την Ινδονησία, όπου οι περιορισμοί στις εξαγωγές φοινικελαίου εκτόξευσαν στα ύψη την τιμή των μαγειρικών ελαίων σε μία περίοδο όπου η συγκεκριμένη αγορά έχει επίσης πληγεί λόγω του πολέμου.
Ο παράγοντας του εμπορικού προστατευτισμού
Σύμφωνα με την Μπεάτα Τζάβορτσικ, επικεφαλής οικονομολόγο στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ο εμπορικός προστατευτισμός μπορεί να οδηγήσει σε τεχνητή αύξηση των τιμών, ακόμη και σε επίπεδα ρεκόρ, τροφοδοτώντας την παγκόσμια επισιτιστική επισφάλεια. «Αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση των επιπέδων της παγκόσμιας φτώχειας. Και, σε ακραίες καταστάσεις, μπορεί να οδηγήσει αυταρχικά καθεστώτα να γίνουν ακόμη πιο καταπιεστικά.
Σύμφωνα με το αμερικανικό ινστιτούτο International Food Policy Research Institute (IFPRI), ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε 23 χώρες στον εμπορικό προστατευτισμό στον τομέα των τροφίμων.
Όπως αναφέρει ο Νταβίντ Λαμπόρντ, συνεργαζόμενος ερευνητής στο IFPRI, οι εξαγωγικοί περιορισμοί δημιουργούν ένα «φαινόμενο ντόμινο», περιορίζοντας τις παγκόσμιες προμήθειες για αυτούς που πραγματικά τις χρειάζονται. «Καταλήγεις να υπονομεύεις το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα» σημείωσε, καθώς περιορίζοντας την πρόσβαση στις διεθνείς αγορές, οι περιορισμοί μειώνουν επίσης τα κίνητρα για τους αγρότες. «Πλήττεις το ίδιο σου το αγροτικό σύστημα και τις προμήθειες τροφίμων». Το αντίθετο επιχείρημα, είναι πως σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, πρέπει να δοθεί προτεραιτότητα στις οικείες ανάγκες.
Στην περίπτωση του Ινδονήσιου προέδρου Τζόκο Γουιντόντο, η απόφαση για την πρώτη οριζόντια απαγόρευση στις εξαγωγές βρώσιμων ελαίων φαίνεται πως απέδωσε και πολιτικά, αυξάνοντας την δημοφιλία του κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες στο 64%, σε πρόσφατη δημοσκόπηση.