Τι κερδίζει και τι χάνει η Ελλάδα από τις αποφάσεις της ΕΚΤ
Πέτυχε το παζάρι βορείων και νοτίων μέσα στη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η μπίλια έκατσε σε αύξηση των επιτοκίων για 50 μονάδες βάσης αντί των 25 που είχαν ανακοινωθεί αρχικά. Έτσι ικανοποιήθηκαν τόσο οι Βόρειοι που θα δουν σταδιακά μία αύξηση στις αποδόσεις των καταθέσεών τους, αλλά και οι Νότιοι, που πήραν τον Μηχανισμό προστασίας από τη μεγάλη αύξηση των επιτοκίων των κρατικών ομολόγων. Το εργαλείο ονομάστηκε Transmission Protection Instrument (TPI) και στην ουσία έφερε μία μεγάλη ανακούφιση στις χώρες του Νότου με τα υψηλά δάνεια, καθώς πλέον όταν τα επιτόκια των ομολόγων τους ξεφεύγουν, η ΕΚΤ θα παρεμβαίνει ρίχνοντας πολύ χρήμα στην αγορά. «Είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε δυνατά», τόνισε η Κριστίν Λαγκάρντ στη συνέντευξή της, αναλύοντας το TPI που ως εργαλείο δεν θα έχει κανέναν όρο ενεργοποίησης, αφαιρώντας στην ουσία τη δαμόκλειο σπάθη των μνημονίων πάνω από τα κεφάλια των υπερχρεωμένων οικονομιών.
Θετική εξέλιξη για τον Νότο
Για την Ελλάδα αυτή ήταν μία πολύ θετική εξέλιξη οπότε στο δούναι και λαβείν για τα επιτόκια η στάση της χώρας μας ήταν δεκτική σε κάθε ύψος. «Οι 25 ή οι 50 μονάδες βάσης για εμάς ήταν αδιάφορες» -μας τόνισε στέλεχος της ΤτΕ που γνωρίζει από πρώτο χέρι την πορεία των διαπραγματεύσεων. «Αν δεν γινόταν τώρα, θα γινόταν τον Σεπτέμβριο. Σημασία έχει ότι πήραμε το εργαλείο».
Η πρώτη χώρα που φαίνεται ότι μπορεί να χρειαστεί το TPI είναι η Ιταλία, της οποίας τα επιτόκια του χρέους της ήδη πήραν την ανιούσα, ιδίως μετά την παραίτηση Ντράγκι και την επερχόμενη πολιτική αστάθεια που θα έχει διάρκεια όλο το καλοκαίρι, αλλά και για σημαντικό τμήμα του φθινοπώρου. Αντιθέτως για τη χώρα μας το εργαλείο ναι μεν είναι σημαντικό, αλλά δεν φαίνεται ότι θα έχει σύντομα πρακτική εφαρμογή -πιθανότατα και ποτέ- καθώς το χρέος μας κατά το 95% είναι σταθερό, με πολύ καλή μέση διάρκεια που φτάνει τα 20 χρόνια, αλλά και με χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης που το καθιστά απολύτως βιώσιμο. Άλλωστε και οι όροι του εργαλείου όπως τους παρουσίασε η Κριστίν Λαγκάρντ είναι αρκετά γενικόλογοι και παρόλο που είναι τέσσερις, στην ουσία είναι ένας και θα μπορούσαν να χωρέσουν όλοι κάτω από τον τίτλο της «χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης», κάτι που ικανοποιεί πάντα τους Γερμανούς. Συγκεκριμένα η ΕΚΤ για να παρέμβει και άρα να σταματήσει την άνοδο των σπρεντ μίας χώρας, ζητά:
Τη συμμόρφωση με το δημοσιονομικό πλαίσιο της Ε.Ε. Δηλαδή μία χώρα να μην είναι σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Την απουσία σοβαρών μακροοικονομικών ανισορροπιών.
Την δημοσιονομική βιωσιμότητα. Δηλαδή να είναι καλή η τροχιά του δημόσιου χρέους.
Την υγιή και βιώσιμη μακροοικονομική πολιτική που συμμορφώνεται με τις δεσμεύσεις.
Επιπλέον βασικό χαρακτηριστικό του εργαλείου είναι ότι μπορεί να ενεργοποιηθεί άμεσα «ακόμη και αύριο» έλεγαν στελέχη της ΕΚΤ με γνώση των διαπραγματεύσεων.
Η άνοδος στο κόστος των δανείων
Στην καθημερινότητά μας η αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ για 50 μονάδες βάσεις θα σημάνει μία αύξηση στις δόσεις αποπληρωμής των δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια και σε δεύτερη φάση μία σταδιακή και μικρή αύξηση των επιτοκίων των καταθέσεων που μέχρι σήμερα ήταν αμελητέα.
Στη συνέντευξή της η Κριστίν Λαγκαρν αποφάσισε να μην κάνει ξανά το ίδιο λάθος και να προαναγγείλει τί θα συμβεί με τα επιτόκια στην επόμενη συνάντηση των Κεντρικών Τραπεζιτών που θα γίνει τον Σεπτέμβριο, καθώς οι εξελίξεις με τον πληθωρισμό παραμένουν ρευστές. Η Γαλλίδα τόνισε πολλές φορές ότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται ανάλογα με τα στοιχεία των τιμών όπως αυτά θα σχηματίζονται από συνεδρίαση σε συνεδρίαση. Πάντως, σύμφωνα με αναλυτές της τραπεζικής αγοράς, είναι πολύ πιθανό και για τις τρεις επόμενες συνεδριάσεις του 2023 να πέσουν πάλι 50άρια: Ένα τον Σεπτέμβριο, ένα τον Νοέμβριο και ένα τον Δεκέμβριο, ανεβάζοντας τελικά τα επιτόκια της ΕΚΤ κοντά στο 2% ενώ αν όλα πάνε καλά η πτώση των επιτοκίων μπορεί να αρχίσει πάλι μετά τον Απρίλιο του 2023 και αυτό όμως εφόσον οι πληθωρισμός αρχίσει να συγκρατείται με στόχο να φτάσει στο γνωστό επίπεδο που θέλει η ΕΚΤ, ήτοι το 2%.
Θετική εξέλιξη για τον Νότο
Για την Ελλάδα αυτή ήταν μία πολύ θετική εξέλιξη οπότε στο δούναι και λαβείν για τα επιτόκια η στάση της χώρας μας ήταν δεκτική σε κάθε ύψος. «Οι 25 ή οι 50 μονάδες βάσης για εμάς ήταν αδιάφορες» -μας τόνισε στέλεχος της ΤτΕ που γνωρίζει από πρώτο χέρι την πορεία των διαπραγματεύσεων. «Αν δεν γινόταν τώρα, θα γινόταν τον Σεπτέμβριο. Σημασία έχει ότι πήραμε το εργαλείο».
Η πρώτη χώρα που φαίνεται ότι μπορεί να χρειαστεί το TPI είναι η Ιταλία, της οποίας τα επιτόκια του χρέους της ήδη πήραν την ανιούσα, ιδίως μετά την παραίτηση Ντράγκι και την επερχόμενη πολιτική αστάθεια που θα έχει διάρκεια όλο το καλοκαίρι, αλλά και για σημαντικό τμήμα του φθινοπώρου. Αντιθέτως για τη χώρα μας το εργαλείο ναι μεν είναι σημαντικό, αλλά δεν φαίνεται ότι θα έχει σύντομα πρακτική εφαρμογή -πιθανότατα και ποτέ- καθώς το χρέος μας κατά το 95% είναι σταθερό, με πολύ καλή μέση διάρκεια που φτάνει τα 20 χρόνια, αλλά και με χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης που το καθιστά απολύτως βιώσιμο. Άλλωστε και οι όροι του εργαλείου όπως τους παρουσίασε η Κριστίν Λαγκάρντ είναι αρκετά γενικόλογοι και παρόλο που είναι τέσσερις, στην ουσία είναι ένας και θα μπορούσαν να χωρέσουν όλοι κάτω από τον τίτλο της «χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης», κάτι που ικανοποιεί πάντα τους Γερμανούς. Συγκεκριμένα η ΕΚΤ για να παρέμβει και άρα να σταματήσει την άνοδο των σπρεντ μίας χώρας, ζητά:
Τη συμμόρφωση με το δημοσιονομικό πλαίσιο της Ε.Ε. Δηλαδή μία χώρα να μην είναι σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Την απουσία σοβαρών μακροοικονομικών ανισορροπιών.
Την δημοσιονομική βιωσιμότητα. Δηλαδή να είναι καλή η τροχιά του δημόσιου χρέους.
Την υγιή και βιώσιμη μακροοικονομική πολιτική που συμμορφώνεται με τις δεσμεύσεις.
Επιπλέον βασικό χαρακτηριστικό του εργαλείου είναι ότι μπορεί να ενεργοποιηθεί άμεσα «ακόμη και αύριο» έλεγαν στελέχη της ΕΚΤ με γνώση των διαπραγματεύσεων.
Η άνοδος στο κόστος των δανείων
Στην καθημερινότητά μας η αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ για 50 μονάδες βάσεις θα σημάνει μία αύξηση στις δόσεις αποπληρωμής των δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια και σε δεύτερη φάση μία σταδιακή και μικρή αύξηση των επιτοκίων των καταθέσεων που μέχρι σήμερα ήταν αμελητέα.
Στη συνέντευξή της η Κριστίν Λαγκαρν αποφάσισε να μην κάνει ξανά το ίδιο λάθος και να προαναγγείλει τί θα συμβεί με τα επιτόκια στην επόμενη συνάντηση των Κεντρικών Τραπεζιτών που θα γίνει τον Σεπτέμβριο, καθώς οι εξελίξεις με τον πληθωρισμό παραμένουν ρευστές. Η Γαλλίδα τόνισε πολλές φορές ότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται ανάλογα με τα στοιχεία των τιμών όπως αυτά θα σχηματίζονται από συνεδρίαση σε συνεδρίαση. Πάντως, σύμφωνα με αναλυτές της τραπεζικής αγοράς, είναι πολύ πιθανό και για τις τρεις επόμενες συνεδριάσεις του 2023 να πέσουν πάλι 50άρια: Ένα τον Σεπτέμβριο, ένα τον Νοέμβριο και ένα τον Δεκέμβριο, ανεβάζοντας τελικά τα επιτόκια της ΕΚΤ κοντά στο 2% ενώ αν όλα πάνε καλά η πτώση των επιτοκίων μπορεί να αρχίσει πάλι μετά τον Απρίλιο του 2023 και αυτό όμως εφόσον οι πληθωρισμός αρχίσει να συγκρατείται με στόχο να φτάσει στο γνωστό επίπεδο που θέλει η ΕΚΤ, ήτοι το 2%.