Δύναμη πυρός 11,3 δισ. για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα μέσα στο πλαίσιο της πανδημίας αντέδρασε με εξαιρετικά μεγάλη ταχύτητα και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο για να κρατηθεί όρθια η ελληνική οικονομία». Με τη δήλωση αυτή, ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, έκανε τον πρώτο απολογισμό της ΕΑΤ που πραγματοποιήθηκε την περασμένη εβδομάδα.
Ο ίδιος σημείωσε ότι τα εύσημα αυτά τα δίνει και η επίτροπος Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βεστάγκερ. Η τελευταία συχνά-πυκνά αναφέρεται στην μεταμόρφωση της Ελλάδας και στο πώς έγινε το παράδειγμα, από «μαύρο πρόβατο» που ήταν πριν.
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα είναι ένα παράδειγμα αλλαγής της χώρας. Οι εκταμιεύσεις δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), από 280 εκατ. ευρώ που ήταν στο τέλος του 2019, δυόμισι χρόνια αργότερα έφτασαν τα 8,5 δισ. ευρώ εγκρίσεις δανείων και τα 8,4 δισ. ευρώ εκταμιεύσεις. Ο λόγος που συνέβη αυτό, όπως ανέφερε η πρόεδρος της ΕΑΤ Αθηνά Χατζηπέτρου, ήταν ότι η νέα διοίκηση, καίτοι είχε μόλις δύο μήνες διορισμένη στην ΕΑΤ (σ.σ.: τοποθετήθηκε τις πρώτες εβδομάδες του 2020), όταν της ζητήθηκε ο σχεδιασμός χρηματοοικονομικών εργαλείων λόγω της πανδημίας για τη στήριξη των ΜμΕ, η τράπεζα τα ετοίμασε μέσα σε ενάμιση μήνα.
Το πιο σημαντικό από αυτά ήταν το πρόγραμμα παροχής εγγυήσεων σε δάνεια των εμπορικών τραπεζών προς ΜμΕ, ύψους 2,0 δισ. ευρώ. Το πρόγραμμα αυτό ονομάστηκε Covid-19 Guarantee και μέσω μόχλευσης προστέθηκαν επιπλέον 4,4 δισ. ευρώ, φτάνοντας έτσι να ρίξει στην αγορά 6,4 δισ. ευρώ. Τα άλλα εργαλεία που δημιουργήθηκαν ήταν μικρότερου ύψους και έκτασης, αλλά περίπου της ίδιας αποτελεσματικότητας. Συνολικά η ΕΑΤ έχει εγκρίνει μέχρι σήμερα 41.000 δάνεια προς ΜμΕ, συνολικού ύψους 8,5 δισ. ευρώ. Πρόκειται για επίδοση-ρεκόρ, που δεν έχει επιτευχθεί και σε καμία περίοδο.
«Η ΕΑΤ στα τρία χρόνια της κυβέρνησης της Ν.Δ. έχει καταφέρει να χορηγήσει περισσότερα δάνεια από όσα είχαν δοθεί συνολικά στα πρώτα 16 χρόνια της λειτουργίας της (από την ίδρυσή της ως ΤΕΜΠΜΕ αρχικά και στη συνέχεια με διάφορες μορφές)», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Ανάπτυξης, Α. Γεωργιάδης, σηματοδοτώντας, έτσι, την καθοριστική συμβολή της ΕΑΤ στην πιστωτική επέκταση των εμπορικών τραπεζών, και μάλιστα προς τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.
Ουσιαστική Συμβολή
Από την άλλη πλευρά, ο αρμόδιος υφυπουργός για την ΕΑΤ, Γιάννης Τσακίρης, σημείωσε ότι η τράπεζα τα δύο τελευταία χρόνια έχει συμβάλει ουσιαστικά στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, έχοντας ήδη χορηγήσει περισσότερα από 8,6 δισ. ευρώ για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού της αγοράς με περισσότερα από 41.000 νέα δάνεια. «Εχει συνδράμει ταυτόχρονα», είπε ο κ. Τσακίρης, «στη δημιουργία πάνω από 18.600 νέων θέσεων εργασίας. Χρησιμοποιώντας διάφορες κρατικές πηγές χρηματοδότησης, όπως το ΕΣΠΑ, το ΠΔΕ, τα περιφερειακά κονδύλια ή ακόμα και σε σύμπραξη με ιδιωτικά κεφάλαια, σχεδιάζει χρηματοδοτικά εργαλεία με στόχο τη στήριξη όλων των ελληνικών ΜμΕ».
Η δύναμη πυρός της ΕΑΤ ανέρχεται σε 3,6 δισ. ευρώ για χρηματοδοτήσεις κυρίως ΜμΕ και από αυτά μέχρι τώρα έχουν διατεθεί 3,1 δισ. ευρώ, που μοχλευμένα αντιστοιχούν σε χρηματοδοτικά εργαλεία ύψους 9,3 δισ. ευρώ. Με το σύνολο των διαθέσιμων πόρων της, εκτιμάται ότι θα ρίξει στην αγορά μέχρι το τέλος του 2025 χρηματοδοτικά εργαλεία ονομαστικού ύψους 11,3 δισ. ευρώ. Το επόμενο δε χρηματοδοτικό εργαλείο που θα βγει από την ΕΑΤ θα είναι ύψους 1 δισ. ευρώ και θα αφορά στον πράσινο μετασχηματισμό των ΜμΕ.
Ο αντιπρόεδρος της ΕΑΤ, Παντελής Τζωρτζάκης, αναφέρθηκε στην αλλαγή μοντέλου έγκρισης των δανείων από την ΕΑΤ, καθώς από εδώ και στο εξής θα γίνεται η ίδια δέκτης των αιτήσεων δανείων. Οσες από τις αιτήσεις θα μπορούν εξεταστούν, δηλαδή δεν θα έχουν τυπικά κολλήματα (π.χ., απουσία ασφαλιστικής ή και φορολογικής ενημερότητας), θα προωθούνται για αξιολόγηση από τις εμπορικές τράπεζες. Αυτές στη συνέχεια θα αξιολογούν την ικανότητα χρηματοδότησής τους ή όχι, δηλαδή αν είναι bankable ή όχι.
Με τον τρόπο αυτό, η διοίκηση της ΕΑΤ, η οποία έχει εκτελέσει τα τελευταία δύο χρόνια σημαντικό έργο, θα έχει μια εικόνα των αιτήσεων οι οποίες φτάνουν σήμερα στις εμπορικές τράπεζες και δεν φτάνουν ποτέ στην ΕΑΤ. Είναι οι αιτήσεις που απορρίπτονται και πολλοί επιρρίπτουν ευθύνες στις τράπεζες για τους ανελαστικούς κανόνες χρηματοδότησης που εφαρμόζουν. Η ΕΑΤ, με αυτόν τον τρόπο, θα καταφέρει να γνωρίσει το non bankable οικοσύστημα της χώρας, με στόχο να παρέμβει έτσι ώστε ένα μέρος του να καταστεί bankable.
Ο ίδιος σημείωσε ότι τα εύσημα αυτά τα δίνει και η επίτροπος Ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βεστάγκερ. Η τελευταία συχνά-πυκνά αναφέρεται στην μεταμόρφωση της Ελλάδας και στο πώς έγινε το παράδειγμα, από «μαύρο πρόβατο» που ήταν πριν.
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα είναι ένα παράδειγμα αλλαγής της χώρας. Οι εκταμιεύσεις δανείων προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), από 280 εκατ. ευρώ που ήταν στο τέλος του 2019, δυόμισι χρόνια αργότερα έφτασαν τα 8,5 δισ. ευρώ εγκρίσεις δανείων και τα 8,4 δισ. ευρώ εκταμιεύσεις. Ο λόγος που συνέβη αυτό, όπως ανέφερε η πρόεδρος της ΕΑΤ Αθηνά Χατζηπέτρου, ήταν ότι η νέα διοίκηση, καίτοι είχε μόλις δύο μήνες διορισμένη στην ΕΑΤ (σ.σ.: τοποθετήθηκε τις πρώτες εβδομάδες του 2020), όταν της ζητήθηκε ο σχεδιασμός χρηματοοικονομικών εργαλείων λόγω της πανδημίας για τη στήριξη των ΜμΕ, η τράπεζα τα ετοίμασε μέσα σε ενάμιση μήνα.
Το πιο σημαντικό από αυτά ήταν το πρόγραμμα παροχής εγγυήσεων σε δάνεια των εμπορικών τραπεζών προς ΜμΕ, ύψους 2,0 δισ. ευρώ. Το πρόγραμμα αυτό ονομάστηκε Covid-19 Guarantee και μέσω μόχλευσης προστέθηκαν επιπλέον 4,4 δισ. ευρώ, φτάνοντας έτσι να ρίξει στην αγορά 6,4 δισ. ευρώ. Τα άλλα εργαλεία που δημιουργήθηκαν ήταν μικρότερου ύψους και έκτασης, αλλά περίπου της ίδιας αποτελεσματικότητας. Συνολικά η ΕΑΤ έχει εγκρίνει μέχρι σήμερα 41.000 δάνεια προς ΜμΕ, συνολικού ύψους 8,5 δισ. ευρώ. Πρόκειται για επίδοση-ρεκόρ, που δεν έχει επιτευχθεί και σε καμία περίοδο.
«Η ΕΑΤ στα τρία χρόνια της κυβέρνησης της Ν.Δ. έχει καταφέρει να χορηγήσει περισσότερα δάνεια από όσα είχαν δοθεί συνολικά στα πρώτα 16 χρόνια της λειτουργίας της (από την ίδρυσή της ως ΤΕΜΠΜΕ αρχικά και στη συνέχεια με διάφορες μορφές)», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Ανάπτυξης, Α. Γεωργιάδης, σηματοδοτώντας, έτσι, την καθοριστική συμβολή της ΕΑΤ στην πιστωτική επέκταση των εμπορικών τραπεζών, και μάλιστα προς τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.
Ουσιαστική Συμβολή
Από την άλλη πλευρά, ο αρμόδιος υφυπουργός για την ΕΑΤ, Γιάννης Τσακίρης, σημείωσε ότι η τράπεζα τα δύο τελευταία χρόνια έχει συμβάλει ουσιαστικά στις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, έχοντας ήδη χορηγήσει περισσότερα από 8,6 δισ. ευρώ για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού της αγοράς με περισσότερα από 41.000 νέα δάνεια. «Εχει συνδράμει ταυτόχρονα», είπε ο κ. Τσακίρης, «στη δημιουργία πάνω από 18.600 νέων θέσεων εργασίας. Χρησιμοποιώντας διάφορες κρατικές πηγές χρηματοδότησης, όπως το ΕΣΠΑ, το ΠΔΕ, τα περιφερειακά κονδύλια ή ακόμα και σε σύμπραξη με ιδιωτικά κεφάλαια, σχεδιάζει χρηματοδοτικά εργαλεία με στόχο τη στήριξη όλων των ελληνικών ΜμΕ».
Η δύναμη πυρός της ΕΑΤ ανέρχεται σε 3,6 δισ. ευρώ για χρηματοδοτήσεις κυρίως ΜμΕ και από αυτά μέχρι τώρα έχουν διατεθεί 3,1 δισ. ευρώ, που μοχλευμένα αντιστοιχούν σε χρηματοδοτικά εργαλεία ύψους 9,3 δισ. ευρώ. Με το σύνολο των διαθέσιμων πόρων της, εκτιμάται ότι θα ρίξει στην αγορά μέχρι το τέλος του 2025 χρηματοδοτικά εργαλεία ονομαστικού ύψους 11,3 δισ. ευρώ. Το επόμενο δε χρηματοδοτικό εργαλείο που θα βγει από την ΕΑΤ θα είναι ύψους 1 δισ. ευρώ και θα αφορά στον πράσινο μετασχηματισμό των ΜμΕ.
Ο αντιπρόεδρος της ΕΑΤ, Παντελής Τζωρτζάκης, αναφέρθηκε στην αλλαγή μοντέλου έγκρισης των δανείων από την ΕΑΤ, καθώς από εδώ και στο εξής θα γίνεται η ίδια δέκτης των αιτήσεων δανείων. Οσες από τις αιτήσεις θα μπορούν εξεταστούν, δηλαδή δεν θα έχουν τυπικά κολλήματα (π.χ., απουσία ασφαλιστικής ή και φορολογικής ενημερότητας), θα προωθούνται για αξιολόγηση από τις εμπορικές τράπεζες. Αυτές στη συνέχεια θα αξιολογούν την ικανότητα χρηματοδότησής τους ή όχι, δηλαδή αν είναι bankable ή όχι.
Με τον τρόπο αυτό, η διοίκηση της ΕΑΤ, η οποία έχει εκτελέσει τα τελευταία δύο χρόνια σημαντικό έργο, θα έχει μια εικόνα των αιτήσεων οι οποίες φτάνουν σήμερα στις εμπορικές τράπεζες και δεν φτάνουν ποτέ στην ΕΑΤ. Είναι οι αιτήσεις που απορρίπτονται και πολλοί επιρρίπτουν ευθύνες στις τράπεζες για τους ανελαστικούς κανόνες χρηματοδότησης που εφαρμόζουν. Η ΕΑΤ, με αυτόν τον τρόπο, θα καταφέρει να γνωρίσει το non bankable οικοσύστημα της χώρας, με στόχο να παρέμβει έτσι ώστε ένα μέρος του να καταστεί bankable.