«Να γυρίσουν τα κόκκινα δάνεια σε πράσινα και να επιστρέψουν στο τραπεζικό σύστημα, με τη μορφή νέων, υγιών πιστώσεων». Αυτό είναι το mandate στην αγορά εν συνεχεία της μείωσης των κόκκινων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό και σαν πρόκληση για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας. Ρόλο κλειδί θα παίξει η δευτερογενής αγορά κόκκινων δανείων που αναμένεται να αναπτυχθεί περαιτέρω όσο οι πωλήσεις πράσινων, δηλαδή, ρυθμισμένων δανείων, μπαίνουν στο παιχνίδι.

Στόχος των τραπεζών, αλλά και των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων είναι τα παλαιά κόκκινα που ρυθμίστηκαν και έγιναν ενήμερα να επανέλθουν στο σύστημα απελευθερώνοντας κεφάλαια για νέες υγιείς χρηματοδοτήσεις.


Οι πρώτες πωλήσεις πράσινων δανείων από επενδυτικά κεφάλαια είναι προ των πυλών και απευθύνονται ήδη σε άλλα funds του εξωτερικού που ενδιαφέρονται να αποκτήσουν στην τιμή που θα συμφωνήσουν τα θεραπευμένα (cured) δάνεια, αποκομίζοντας σημαντικές αποδόσεις από τη διαχείρισή τους.

Μια πρακτική κοινή στο εξωτερικό, ειδικά στις ΗΠΑ, που αποφέρει τα μέγιστα στους επενδυτές, καθώς πολύ συχνά η αγορά των δανείων – στεγαστικών κυρίως- γίνεται κοντά στην ονομαστική τους αξίας. Εξ ου και το ενδιαφέρον των funds που «φλερτάρουν» με ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι κυρίως αμερικανικής προέλευσης.


Μένει να ρυθμισθούν διάφορες εκκρεμότητες που αφορούν την περίμετρο των δανείων που θα μπουν στα υπό πώληση πακέτα. Σε πρώτη φάση, οι πωλήσεις δανείων θα αφορούν ρυθμισμένα στεγαστικά δάνεια.

Σημειώνεται ότι η «απόχρωση» ενός ρυθμισμένου δανείου πρασινίζει, όταν μετά τη ρύθμιση, εξυπηρετείται κανονικά και εμπρόθεσμα.


Τα δάνεια που θα επιλεγούν να μπουν στα προς πώληση πακέτα θα έχουν έμπρακτες αποδείξεις για τη συνέπεια στην εξυπηρέτησή τους, καθώς θα έχουν τεθεί «υπό παρακολούθηση» για μία συγκεκριμένη περίοδο.

Ειδικότερα, δεν θα πρέπει να έχουν καθυστέρηση πάνω από 30 ημέρες για τους πρώτους 12 μήνες και πάνω από 90 ημέρες για μετά από 24 μήνες.

Μιλώντας για ρυθμισμένα δάνεια, είναι αξιοσημείωτο ότι παρά το αρνητικό περιβάλλον που έχει επικρατήσει από την πανδημία και μετά, τα νέα από το μέτωπο των κόκκινων δανείων είναι ενθαρρυντικά.

Τουλάχιστον μέχρι και το πρώτο εξάμηνο, διάστημα κατά το οποίο οι τράπεζες ενημέρωσαν τους διεθνείς επενδυτές και χρηματοοικονομικούς οίκους, ούτε ο πόλεμος ούτε η ενεργειακή κρίση, αλλά ούτε και ο πληθωρισμός δεν είχαν σοβαρές επιπτώσεις στη διαμόρφωση νέων κόκκινων δανείων.

Επίσης, το redefault δεν ξεπερνούσε σε γενικές γραμμές το 5% των ρυθμισμένων δανείων, ποσοστό διαχειρίσιμο.

Είναι πολύ ενδιαφέρον αν τα δεδομένα του φθινοπώρου, η εκτίναξη του πληθωρισμού, το ανοδικό περιβάλλον επιτοκίων και το κόστος ενέργειας, θα πιέσουν τα νοικοκυριά ή τις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να υπάρξουν νέες καθυστερήσεις στις αποπληρωμές των στεγαστικών ή επιχειρηματικών δανείων.

Επαγρύπνηση συστήνει η Τράπεζα της Ελλάδος
Προς το παρόν, οι τράπεζες «διυλίζουν τον κώνωπα» στα δανειακά τους χαρτοφυλάκια σε καθημερινή βάση, τηρώντας τις αυστηρότατες συστάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για επαγρύπνηση και παρατήρηση.

Εξάλλου, η ίδια η Κεντρική Τράπεζα της χώρας είναι αυτή που λόγω του ρόλου της επισημαίνει την ανάγκη να επιστρέψουν τα πράσινα δάνεια στις τράπεζες και κατ’ επέκταση στην οικονομία – εξ ου και με κάθε ευκαιρία «πιέζει» τις Εταιρείες Διαχείρισης Κόκκινων Δανείων προς αυτή την κατεύθυνση, επιδιώκοντας να επανέλθει η ομαλοποίηση στην αγορά.

Με βάση τα επίσημα στοιχεία του β’ τριμήνου (ΤτΕ), οι servicers διαχειρίζονται κόκκινα δάνεια συνολικού ύψους 90 δισ. ευρώ. Σε όρους ονομαστικής αξίας, διαχειρίζονται επιχειρηματικά δάνεια ύψους 32,3 δισ. ευρώ , εκ των οποίων τα 16,6 δισ. ευρώ αφορούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι μέχρι τον Ιούλιο, οι servicers αυτές είχαν ρυθμίσει 64.000 περιπτώσεις δανείων, συνολικής αξίας 2,6 δισ. ευρώ.