Πώς θα έρθει νωρίτερα η επενδυτική βαθμίδα
Πιο πίσω χρονικά φαίνεται ότι πηγαίνει η κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την ελληνική οικονομία όσο περισσότερο βαθαίνει η παγκόσμια κρίση. Μιλώντας στο συνέδριο του Economist ο Επικεφαλής αποστολής ESM στην Ελλάδα Πάολο Φιορέτι τόνισε ότι «υπάρχει η πιθανότητα για την Ελλάδα να λάβει την επενδυτική βαθμίδα» για να συμπληρώσει: «Σίγουρα όχι φέτος, αλλά το 2023, μάλλον κατά το δεύτερο εξάμηνο. Αλλά κι αυτό εξαρτάται από το σενάριο που θα επικρατήσει». Σύμφωνα με το βασικό σενάριο που είναι και το πιο πιθανό, η Ελλάδα θα συνεχίσει να έχει υψηλή ανάπτυξη και το 2023. Όπως τόνισε ο Χρήστος Σταϊκούρας από το βήμα του Economist, το ΑΕΠ θα κλείσει φέτος στα 210 δισ. ευρώ και του χρόνου θα πάει στα 220, δηλαδή θα έχει αύξηση που θα φτάσει στο 4,7%.
Βλέποντας αυτή τη θετική εξέλιξη είναι σαφές ότι η χώρα μπορεί να πετύχει την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, φαίνεται όμως ότι αυτή θα έρθει μετά τις εκλογές που προγραμματίζονται το αργότερο για την αρχή του καλοκαιριού. Άλλωστε για τους περισσότερους αναλυτές των οίκων αξιολόγησης οι εκλογικές διαδικασίες αποτελούν πηγή αβεβαιότητας και άρα δεν δίνουν κατάλληλη λαβή για μία τόσο σημαντική αναβάθμιση που θα βγάλει τη χώρα μας από την κατηγορία σκουπίδια και θα την επαναφέρει στην πλήρη κανονικότητα.
Η οικονομία μας, πάντως, μπορεί ακόμη να καταφέρει να φέρει και στο πρώτο εξάμηνο την αναβάθμισή της. Σύμφωνα με υψηλόβαθμο στέλεχος χρηματοπιστωτικού οργανισμού την άποψη του οποίου λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη το Μέγαρο Μαξίμου, «αν παρουσιάσουμε κάποια θετική έκπληξη στα δημοσιονομικά μπορεί να την πάρουμε πριν» τις εκλογές. Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, η οικονομία μας θα πρέπει να εξασφαλίσει σίγουρα το πρωτογενές πλεόνασμα του 1% το οποίο αποτελεί όρο απαράβατο για τους οίκους αξιολόγησης. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι δαπάνες του επόμενου προϋπολογισμού -το προσχέδιο του οποίου θα κατατεθεί τον Οκτώβριο- θα «ξεψαχνίσουν» γραμμή-γραμμή.
Η σημασία των πλεονασμάτων φαίνεται κι από μία άλλη αποστροφή του Πάολο Φιορέτι που τόνισε: «Είναι σημαντική η ανακοίνωση από την κυβέρνηση και τον κ. Σταϊκούρα ότι έχουν δεσμευθεί για πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 1% του χρόνου». Έθεσε όμως έναν ακόμη όρο. Όπως εξήγησε ίσως θα ήταν πιο συνετό να γίνει εξοικονόμηση δημοσιονομικού χώρου φέτος για να χρησιμοποιηθεί πιθανόν την επόμενη χρονιά. Η προτροπή του συνδυάζεται και με τα όσα είπε η Κριστίν Λαγκαρντ, η οποία μιλώντας στην Επιτροπή Οικονομικών του Ευρωκοινοβουλίου, προέτρεψε τις κυβερνήσεις της Ευρώπης να επικεντρώσουν τα όποια βοηθήματα και ενισχύσεις μόνο στην ενέργεια και τα τρόφιμα.
Η ελληνική οικονομία, πάντως, θεωρείται ότι φέτος έκανε ένα θαύμα. Σύμφωνα με τον Ρουχίρ Σαρμά, επικεφαλής του Rockfeller International, κατάφερε να συμπεριλαμβάνεται σε ένα πολύ μικρό γκρουπ επτά θαυματουργών οικονομικών, που σε αυτή τη μαύρη περίοδο, επιτυγχάνουν υψηλή ανάπτυξη. Οι άλλες έξι οικονομίες είναι η Ιαπωνία, η Σαουδική Αραβία, η Ινδία, η Πορτογαλία, το Βιετνάμ και η Ινδονησία. Η διατήρηση αυτής της ανάπτυξης πάντως, μπορεί να συνεχιστεί (ίσως αυτή να είναι και η «έκπληξη» που χρειάζεται να κάνει η ελληνική οικονομία) μόνο εφόσον αποφασιστούν σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απαίτηση για ταχύτερη απόδοση Δικαιοσύνης, μία μεταρρύθμιση που σχεδόν απαιτείται από τον επιχειρηματικό και επενδυτικό κόσμο, προκειμένου να συνεχίσει και το 2023 να βάζει τα χρήματά του στην Ελλάδα. Οι μεταρρυθμίσεις άλλωστε (σύμφωνα με τον διευθυντή σημαντικού ελληνικού ιδρύματος αναλύσεων) είναι οι μόνες που θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν την πολιτική αβεβαιότητα που θα φέρει για ένα διάστημα η εκλογική διαδικασία με την απλή αναλογική, αλλά και οι κραυγές χωρίς νόημα που ακούγονται από την άλλη πλευρά του Αιγαίου.
Βλέποντας αυτή τη θετική εξέλιξη είναι σαφές ότι η χώρα μπορεί να πετύχει την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, φαίνεται όμως ότι αυτή θα έρθει μετά τις εκλογές που προγραμματίζονται το αργότερο για την αρχή του καλοκαιριού. Άλλωστε για τους περισσότερους αναλυτές των οίκων αξιολόγησης οι εκλογικές διαδικασίες αποτελούν πηγή αβεβαιότητας και άρα δεν δίνουν κατάλληλη λαβή για μία τόσο σημαντική αναβάθμιση που θα βγάλει τη χώρα μας από την κατηγορία σκουπίδια και θα την επαναφέρει στην πλήρη κανονικότητα.
Η οικονομία μας, πάντως, μπορεί ακόμη να καταφέρει να φέρει και στο πρώτο εξάμηνο την αναβάθμισή της. Σύμφωνα με υψηλόβαθμο στέλεχος χρηματοπιστωτικού οργανισμού την άποψη του οποίου λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη το Μέγαρο Μαξίμου, «αν παρουσιάσουμε κάποια θετική έκπληξη στα δημοσιονομικά μπορεί να την πάρουμε πριν» τις εκλογές. Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, η οικονομία μας θα πρέπει να εξασφαλίσει σίγουρα το πρωτογενές πλεόνασμα του 1% το οποίο αποτελεί όρο απαράβατο για τους οίκους αξιολόγησης. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι δαπάνες του επόμενου προϋπολογισμού -το προσχέδιο του οποίου θα κατατεθεί τον Οκτώβριο- θα «ξεψαχνίσουν» γραμμή-γραμμή.
Η σημασία των πλεονασμάτων φαίνεται κι από μία άλλη αποστροφή του Πάολο Φιορέτι που τόνισε: «Είναι σημαντική η ανακοίνωση από την κυβέρνηση και τον κ. Σταϊκούρα ότι έχουν δεσμευθεί για πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 1% του χρόνου». Έθεσε όμως έναν ακόμη όρο. Όπως εξήγησε ίσως θα ήταν πιο συνετό να γίνει εξοικονόμηση δημοσιονομικού χώρου φέτος για να χρησιμοποιηθεί πιθανόν την επόμενη χρονιά. Η προτροπή του συνδυάζεται και με τα όσα είπε η Κριστίν Λαγκαρντ, η οποία μιλώντας στην Επιτροπή Οικονομικών του Ευρωκοινοβουλίου, προέτρεψε τις κυβερνήσεις της Ευρώπης να επικεντρώσουν τα όποια βοηθήματα και ενισχύσεις μόνο στην ενέργεια και τα τρόφιμα.
Η ελληνική οικονομία, πάντως, θεωρείται ότι φέτος έκανε ένα θαύμα. Σύμφωνα με τον Ρουχίρ Σαρμά, επικεφαλής του Rockfeller International, κατάφερε να συμπεριλαμβάνεται σε ένα πολύ μικρό γκρουπ επτά θαυματουργών οικονομικών, που σε αυτή τη μαύρη περίοδο, επιτυγχάνουν υψηλή ανάπτυξη. Οι άλλες έξι οικονομίες είναι η Ιαπωνία, η Σαουδική Αραβία, η Ινδία, η Πορτογαλία, το Βιετνάμ και η Ινδονησία. Η διατήρηση αυτής της ανάπτυξης πάντως, μπορεί να συνεχιστεί (ίσως αυτή να είναι και η «έκπληξη» που χρειάζεται να κάνει η ελληνική οικονομία) μόνο εφόσον αποφασιστούν σημαντικές μεταρρυθμίσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απαίτηση για ταχύτερη απόδοση Δικαιοσύνης, μία μεταρρύθμιση που σχεδόν απαιτείται από τον επιχειρηματικό και επενδυτικό κόσμο, προκειμένου να συνεχίσει και το 2023 να βάζει τα χρήματά του στην Ελλάδα. Οι μεταρρυθμίσεις άλλωστε (σύμφωνα με τον διευθυντή σημαντικού ελληνικού ιδρύματος αναλύσεων) είναι οι μόνες που θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν την πολιτική αβεβαιότητα που θα φέρει για ένα διάστημα η εκλογική διαδικασία με την απλή αναλογική, αλλά και οι κραυγές χωρίς νόημα που ακούγονται από την άλλη πλευρά του Αιγαίου.