ΕΚΤ – Νέα αύξηση στα επιτόκια: Τα σενάρια για οικονομία, τράπεζες και καταναλωτές
Με το βλέμμα στραμμένο στη συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου είναι τα επιτελεία των ελληνικών τραπεζών, που τιμολογούν την επίπτωση της νέας αύξησης επιτοκίων στα στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι έτοιμη να κάνει ακόμη πιο ακριβό το χρήμα, γεγονός που θα οδηγήσει σε περιορισμό της ρευστότητας στην αγορά. Έχοντας μείνει αρκετά πίσω από τις κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας σε ό,τι αφορά στη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, την ώρα που ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη ανήλθε στο 10% τον Σεπτέμβριο και προβλέπεται να παραμείνει ψηλά για πολλούς μήνες, η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει σε σημαντική αύξηση των επιτοκίων στη συνεδρίαση στο τέλος της εβδομάδας.
Δεν αποκλείεται μια jumbo αύξηση 1%
Η εκτίμηση που κυριαρχεί στις τάξεις των αναλυτών είναι ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν κατά 0,75%. Δεν αποκλείεται ωστόσο και μία jumbo αύξηση του 1% γιατί από την τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ, οι προοπτικές της οικονομικής δραστηριότητας έχουν επιδεινωθεί. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι οι λιανικές πωλήσεις βρίσκονται σε πτωτική τροχιά, οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου επιβαρύνουν τους ενεργοβόρους βιομηχανικούς κλάδους και κρίσιμοι πρόδρομοι δείκτες όπως ο PMI, υποδεικνύουν περαιτέρω επιδείνωση της δραστηριότητας και του κλίματος.
Οι αποφάσεις που θα ανακοινώσει η Κριστίν Λαγκάρντ θα έχουν αντίκτυπο τόσο στα επιτόκια των τραπεζικών δανείων και καταθέσεων, όσο και στο κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου.
Δημόσιο
Η αύξηση του κόστους δανεισμού του ελληνικού δημοσίου και η γενικότερη επιδείνωση των χρηματοδοτικών συνθηκών αποτελούν άμεσες επιπτώσεις των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Όσο η ΕΚΤ αυξάνει τα επιτόκια και όσο ενισχύονται οι πιθανότητες ύφεσης, τόσο θα συνεχίζεται η ανοδική τροχιά στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, καθιστώντας ακριβότερο τον δανεισμό.
Στις 8 Σεπτεμβρίου, η ΕΚΤ αποφάσισε να αυξήσει τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης (ή 0,75%), με την Κριστίν Λαγκάρντ να προειδοποιεί ότι έρχονται και νέες αυξήσεις, καθώς ο πληθωρισμός επιμένει να βρίσκεται σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις των οικονομολόγων της ΕΚΤ, ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 8,1% το 2022, στο 5,5% το 2023 και στο 2,3% το 2024. Οι εν λόγω προβλέψεις λύνουν τα χέρια της Λαγκάρντ να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια. Η αγορά προεξοφλεί μία νέα jumbo αύξηση 75 μονάδων βάσης στη συνεδρίαση της ερχόμενης Πέμπτης, ενώ υπάρχουν και εκτιμήσεις για αύξηση 100 μονάδων βάσης.
Σήμερα, το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ διαμορφώνεται στο 0,75% και το επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 1,25%. Πριν από λίγες ημέρες, ο κεντρικός τραπεζίτης του Βελγίου Pierre Wunsch δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να ανεβάσει η ΕΚΤ τα επιτόκια ακόμη και πάνω από το 3% στους επόμενους μήνες. Όλα αυτά στηρίζουν τη συνεχιζόμενη άνοδο των αποδόσεων. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς δείχνει να παγιώνεται πάνω από το 5%, επίπεδο που τελευταία φορά καταγράφηκε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2017, όταν η Ελλάδα ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές.
Το αυξημένο κόστος δανεισμού δυσκολεύει την προσπάθεια του ελληνικού δημοσίου να χρηματοδοτήσει τις αυξημένες ανάγκες που προκύπτουν εξαιτίας της κλιμάκωσης της ενεργειακής κρίσης. Υπενθυμίζεται ότι ο ΟΔΔΗΧ δανείστηκε με επιτόκιο 1,84% στα τέλη Ιανουαρίου 2022 και με 0,92% τον Ιούνιο του 2021. Σήμερα μία έκδοση 10ετούς ομολόγου θα γινόταν με περίπου 3 φορές υψηλότερο επιτόκιο από τον περασμένο Ιανουάριο και γι’ αυτό το λόγο έχουν παγώσει τα όποια σχέδια για νέα έξοδο στις αγορές έως το τέλος του έτους.
Πληροφορίες θέλουν το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να σχεδιάζει την αποπληρωμή μνημονιακών δανείων ύψους 2,6 δισ. ευρώ έως το τέλος του έτους, ενώ ο νέος δανεισμός μέσα στο 2023 τοποθετείται γύρω στα 8 δισ. ευρώ και θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που θα επικρατούν στις αγορές.
Στη Φρανκφούρτη υπάρχουν σκέψεις να ξεκινήσει πρόγραμμα ποσοτικής σύσφιξης, μέσω του οποίου η ΕΚΤ θα πουλάει κρατικά ομόλογα που έχει στον ισολογισμό της. Μία τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε περαιτέρω άνοδο το κόστος δανεισμού. Υπάρχει ωστόσο και ο κίνδυνος βαθιάς ύφεσης στην Ευρώπη που ενδέχεται να υποχρεώσει την ΕΚΤ αντί να πουλήσει ομόλογα να ξεκινήσει εκ νέου τις αγορές ομολόγων μέσα στο 2023, σε ένα νέο QE που θα ρίξει αισθητά το κόστος δανεισμού.
Τράπεζες
Όσον αφορά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αυτή τη φορά, μια οριακή γεύση ανόδου απόδοσης θα έχουν και οι καταθέσεις, αρχής γενομένης του Νοεμβρίου, αν και κάποιες τράπεζες, όπως η Alpha Bank και η Eurobank, έκαναν πρεμιέρα με ανοδική τιμολόγηση στις προθεσμιακές.
Προεξοφλώντας με βάση τα δεδομένα του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, ένα επιθετικό επιτόκιο 0,75%, οι Έλληνες τραπεζίτες υπολογίζουν τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τα έσοδα αλλά και το κόστους τους.
Όπως έχει επισημάνει το powergame.gr, κάθε αύξηση κατά μία ποσοστιαία μονάδα ισοδυναμεί με περίπου 100 εκατ. ευρώ στα έσοδα από τόκους, ενδυναμώνοντας μια βασική πηγή της οργανικής τους κερδοφορίας. Αυτή η παράμετρος ισχυροποιεί κέρδη και έσοδα και αποτελεί πόλο έλξης επενδυτικών τοποθετήσεων από ξένα κεφάλαια, δίνοντας θετική προοπτική στο σύνολο του κλάδου.
Τι σημαίνει η αύξηση αυτή για νοικοκυριά και επιχειρήσεις
Σημαίνει αυτόματη αύξηση του κόστους χρηματοδότησης. Είτε από κυμαινόμενο επιτόκιο, είτε από σταθερό, αν κάποιος θέλει τώρα να αποκτήσει σταθερό επιτόκιο (καθώς είναι προφανές ότι σε σταθερά που έχουν ήδη συναφθεί δεν αλλάζουν οι δόσεις).
Οι τράπεζες προγραμματίζουν λοιπόν, ή μάλλον έχουν ήδη έτοιμες, τις νέες αυξήσεις στα δάνεια σταθερού επιτοκίου νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Σε μέσα επίπεδα, τα επιτόκια στα σταθερά δάνεια είναι για τη δεκαετία στο 4% και για τη δεκαπενταετία στο 4,30%.
Τα δάνεια σταθερού επιτοκίου έχουν σαφώς μια προτίμηση έναντι των κυμαινόμενου επιτοκίου, καθώς η συγκυρία ευνοεί την κλειδωμένη σταθερή δόση για μια δεκαετία- δεκαπενταετία.
Το euribor και τα spreads
Ως προς τα κυμαινόμενα, αυτά ακολουθούν αυτόματα και άμεσα την πορεία του euribor, η οποία διαμορφώνεται ευθύς αμέσως μετά τις αποφάσεις της ΕΚΤ. Σήμερα το euribor τριμήνου είναι στο 1,54% και αυτό αποτελεί τη βάση διαμόρφωσης του κυμαινόμενου επιτοκίου, συν ένα περιθώριο (spread).
Οι τράπεζες σε μία προσπάθεια να συμβάλουν στη συγκράτηση της αύξησης του κόστους στα δάνεια και έχοντας ήδη κερδίσει οι ίδιες από την άνοδο του euribor μειώνουν τα περιθώρια του επιτοκίου, προς όφελος των πελατών τους και προκειμένου να εξυπηρετείται ομαλά η πορεία αποπληρωμών.
Παράδειγμα δόσης και πώς αλλάζει
Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι δάνειο ύψους 100.000 ευρώ και διάρκειας 15 ετών. Σήμερα η δόση είναι 675 ευρώ. Αν αυξηθεί το επιτόκιο κατά 0,50% η δόση αυτή φθάνει τα 699 ευρώ και αν αυξηθεί κατά 0,75%- που είναι και το πιθανότερο σενάριο – η δόση πάει στο 711 ευρώ.
Αν το δάνειο είναι ύψους 150.000 ευρώ, η δόση ξεκινάει από 1.012 ευρώ και αν είναι 200.000 ευρώ, η δόση ξεκινάει από 1.350 ευρώ, οπότε ανάλογα με το ύψος δανείου, οι αυξήσεις επιτοκίων διαμορφώνονται αντίστοιχα και ανάλογα με τη διάρκεια των ετών.
Alpha Bank και Eurobank αύξησαν επιτόκια σε προθεσμιακές
Στις καταθέσεις, οι κινήσεις των τραπεζών περιορίζονται στις προθεσμιακές καταθέσεις για έως 0,20%. Η Alpha Bank έκανε την αρχή στις 17 Οκτωβρίου και λίγες μέρες μετά, η Eurobank προχώρησε σε αντίστοιχης κλίμακας αύξηση, στις προθεσμιακές (έως 0,20% ανάλογα με τη διάρκεια). Αναμένεται να ακολουθήσουν από Νοέμβριο Πειραιώς και Εθνική, σε ανάλογες κινήσεις.
Δεν αποκλείεται μια jumbo αύξηση 1%
Η εκτίμηση που κυριαρχεί στις τάξεις των αναλυτών είναι ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν κατά 0,75%. Δεν αποκλείεται ωστόσο και μία jumbo αύξηση του 1% γιατί από την τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ, οι προοπτικές της οικονομικής δραστηριότητας έχουν επιδεινωθεί. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι οι λιανικές πωλήσεις βρίσκονται σε πτωτική τροχιά, οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου επιβαρύνουν τους ενεργοβόρους βιομηχανικούς κλάδους και κρίσιμοι πρόδρομοι δείκτες όπως ο PMI, υποδεικνύουν περαιτέρω επιδείνωση της δραστηριότητας και του κλίματος.
Οι αποφάσεις που θα ανακοινώσει η Κριστίν Λαγκάρντ θα έχουν αντίκτυπο τόσο στα επιτόκια των τραπεζικών δανείων και καταθέσεων, όσο και στο κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου.
Δημόσιο
Η αύξηση του κόστους δανεισμού του ελληνικού δημοσίου και η γενικότερη επιδείνωση των χρηματοδοτικών συνθηκών αποτελούν άμεσες επιπτώσεις των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Όσο η ΕΚΤ αυξάνει τα επιτόκια και όσο ενισχύονται οι πιθανότητες ύφεσης, τόσο θα συνεχίζεται η ανοδική τροχιά στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, καθιστώντας ακριβότερο τον δανεισμό.
Στις 8 Σεπτεμβρίου, η ΕΚΤ αποφάσισε να αυξήσει τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης (ή 0,75%), με την Κριστίν Λαγκάρντ να προειδοποιεί ότι έρχονται και νέες αυξήσεις, καθώς ο πληθωρισμός επιμένει να βρίσκεται σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις των οικονομολόγων της ΕΚΤ, ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 8,1% το 2022, στο 5,5% το 2023 και στο 2,3% το 2024. Οι εν λόγω προβλέψεις λύνουν τα χέρια της Λαγκάρντ να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια. Η αγορά προεξοφλεί μία νέα jumbo αύξηση 75 μονάδων βάσης στη συνεδρίαση της ερχόμενης Πέμπτης, ενώ υπάρχουν και εκτιμήσεις για αύξηση 100 μονάδων βάσης.
Σήμερα, το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ διαμορφώνεται στο 0,75% και το επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 1,25%. Πριν από λίγες ημέρες, ο κεντρικός τραπεζίτης του Βελγίου Pierre Wunsch δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να ανεβάσει η ΕΚΤ τα επιτόκια ακόμη και πάνω από το 3% στους επόμενους μήνες. Όλα αυτά στηρίζουν τη συνεχιζόμενη άνοδο των αποδόσεων. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς δείχνει να παγιώνεται πάνω από το 5%, επίπεδο που τελευταία φορά καταγράφηκε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2017, όταν η Ελλάδα ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές.
Το αυξημένο κόστος δανεισμού δυσκολεύει την προσπάθεια του ελληνικού δημοσίου να χρηματοδοτήσει τις αυξημένες ανάγκες που προκύπτουν εξαιτίας της κλιμάκωσης της ενεργειακής κρίσης. Υπενθυμίζεται ότι ο ΟΔΔΗΧ δανείστηκε με επιτόκιο 1,84% στα τέλη Ιανουαρίου 2022 και με 0,92% τον Ιούνιο του 2021. Σήμερα μία έκδοση 10ετούς ομολόγου θα γινόταν με περίπου 3 φορές υψηλότερο επιτόκιο από τον περασμένο Ιανουάριο και γι’ αυτό το λόγο έχουν παγώσει τα όποια σχέδια για νέα έξοδο στις αγορές έως το τέλος του έτους.
Πληροφορίες θέλουν το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης να σχεδιάζει την αποπληρωμή μνημονιακών δανείων ύψους 2,6 δισ. ευρώ έως το τέλος του έτους, ενώ ο νέος δανεισμός μέσα στο 2023 τοποθετείται γύρω στα 8 δισ. ευρώ και θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που θα επικρατούν στις αγορές.
Στη Φρανκφούρτη υπάρχουν σκέψεις να ξεκινήσει πρόγραμμα ποσοτικής σύσφιξης, μέσω του οποίου η ΕΚΤ θα πουλάει κρατικά ομόλογα που έχει στον ισολογισμό της. Μία τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε περαιτέρω άνοδο το κόστος δανεισμού. Υπάρχει ωστόσο και ο κίνδυνος βαθιάς ύφεσης στην Ευρώπη που ενδέχεται να υποχρεώσει την ΕΚΤ αντί να πουλήσει ομόλογα να ξεκινήσει εκ νέου τις αγορές ομολόγων μέσα στο 2023, σε ένα νέο QE που θα ρίξει αισθητά το κόστος δανεισμού.
Τράπεζες
Όσον αφορά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αυτή τη φορά, μια οριακή γεύση ανόδου απόδοσης θα έχουν και οι καταθέσεις, αρχής γενομένης του Νοεμβρίου, αν και κάποιες τράπεζες, όπως η Alpha Bank και η Eurobank, έκαναν πρεμιέρα με ανοδική τιμολόγηση στις προθεσμιακές.
Προεξοφλώντας με βάση τα δεδομένα του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, ένα επιθετικό επιτόκιο 0,75%, οι Έλληνες τραπεζίτες υπολογίζουν τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τα έσοδα αλλά και το κόστους τους.
Όπως έχει επισημάνει το powergame.gr, κάθε αύξηση κατά μία ποσοστιαία μονάδα ισοδυναμεί με περίπου 100 εκατ. ευρώ στα έσοδα από τόκους, ενδυναμώνοντας μια βασική πηγή της οργανικής τους κερδοφορίας. Αυτή η παράμετρος ισχυροποιεί κέρδη και έσοδα και αποτελεί πόλο έλξης επενδυτικών τοποθετήσεων από ξένα κεφάλαια, δίνοντας θετική προοπτική στο σύνολο του κλάδου.
Τι σημαίνει η αύξηση αυτή για νοικοκυριά και επιχειρήσεις
Σημαίνει αυτόματη αύξηση του κόστους χρηματοδότησης. Είτε από κυμαινόμενο επιτόκιο, είτε από σταθερό, αν κάποιος θέλει τώρα να αποκτήσει σταθερό επιτόκιο (καθώς είναι προφανές ότι σε σταθερά που έχουν ήδη συναφθεί δεν αλλάζουν οι δόσεις).
Οι τράπεζες προγραμματίζουν λοιπόν, ή μάλλον έχουν ήδη έτοιμες, τις νέες αυξήσεις στα δάνεια σταθερού επιτοκίου νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Σε μέσα επίπεδα, τα επιτόκια στα σταθερά δάνεια είναι για τη δεκαετία στο 4% και για τη δεκαπενταετία στο 4,30%.
Τα δάνεια σταθερού επιτοκίου έχουν σαφώς μια προτίμηση έναντι των κυμαινόμενου επιτοκίου, καθώς η συγκυρία ευνοεί την κλειδωμένη σταθερή δόση για μια δεκαετία- δεκαπενταετία.
Το euribor και τα spreads
Ως προς τα κυμαινόμενα, αυτά ακολουθούν αυτόματα και άμεσα την πορεία του euribor, η οποία διαμορφώνεται ευθύς αμέσως μετά τις αποφάσεις της ΕΚΤ. Σήμερα το euribor τριμήνου είναι στο 1,54% και αυτό αποτελεί τη βάση διαμόρφωσης του κυμαινόμενου επιτοκίου, συν ένα περιθώριο (spread).
Οι τράπεζες σε μία προσπάθεια να συμβάλουν στη συγκράτηση της αύξησης του κόστους στα δάνεια και έχοντας ήδη κερδίσει οι ίδιες από την άνοδο του euribor μειώνουν τα περιθώρια του επιτοκίου, προς όφελος των πελατών τους και προκειμένου να εξυπηρετείται ομαλά η πορεία αποπληρωμών.
Παράδειγμα δόσης και πώς αλλάζει
Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι δάνειο ύψους 100.000 ευρώ και διάρκειας 15 ετών. Σήμερα η δόση είναι 675 ευρώ. Αν αυξηθεί το επιτόκιο κατά 0,50% η δόση αυτή φθάνει τα 699 ευρώ και αν αυξηθεί κατά 0,75%- που είναι και το πιθανότερο σενάριο – η δόση πάει στο 711 ευρώ.
Αν το δάνειο είναι ύψους 150.000 ευρώ, η δόση ξεκινάει από 1.012 ευρώ και αν είναι 200.000 ευρώ, η δόση ξεκινάει από 1.350 ευρώ, οπότε ανάλογα με το ύψος δανείου, οι αυξήσεις επιτοκίων διαμορφώνονται αντίστοιχα και ανάλογα με τη διάρκεια των ετών.
Alpha Bank και Eurobank αύξησαν επιτόκια σε προθεσμιακές
Στις καταθέσεις, οι κινήσεις των τραπεζών περιορίζονται στις προθεσμιακές καταθέσεις για έως 0,20%. Η Alpha Bank έκανε την αρχή στις 17 Οκτωβρίου και λίγες μέρες μετά, η Eurobank προχώρησε σε αντίστοιχης κλίμακας αύξηση, στις προθεσμιακές (έως 0,20% ανάλογα με τη διάρκεια). Αναμένεται να ακολουθήσουν από Νοέμβριο Πειραιώς και Εθνική, σε ανάλογες κινήσεις.