Στον έλεγχο των κρυπτονομισμάτων με στόχο να εντοπίσει εστίες ξεπλύματος μαύρου χρήματος αλλά και φοροδιαφυγής προσανατολίζεται η ΑΑΔΕ. Ωστόσο, πρόκειται για μία δύσκολη υπόθεση καθώς υπάρχει κενό νόμου σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων στη χώρα για αυτούς που τα κατέχουν, ενώ την ίδια στιγμή είναι άγνωστοι και οι πωλητές τους.

Στο πλαίσιο αυτό ο Διοικητής της ΑΑΔΕ Γ. Πιτσιλής συναντήθηκε στην Ουάσινγκτον με τον Acting Commissioner του IRS, Douglas O’ Donnell, όπου συζήτησαν για την προοπτική συνεργασίας των δύο υπηρεσιών για τον έλεγχο των συναλλαγών σε κρυπτονομίσματα και ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία (digital assets). Η αμερικανική φορολογική διοίκηση έχει τεχνογνωσία στον έλεγχο κρυπτονομισμάτων κάτι που επιδιώκει να αξιοποιήσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και να μεταφερθεί στην Ελλάδα η εμπειρία σε συγκεκριμένους τομείς παρακολούθησης των κρυπτονομισμάτων και των ευρύτερων ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων, όπως:


Εργαλεία εντοπισμού συναλλαγών και κατόχων digital assets
Δραστηριότητες στο dark web
Εκπαίδευση προσωπικού
Προετοιμασία κανονιστικού πλαισίου
Βέβαια, σε πρώτη φάση θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση και συγκεκριμένα το υπουργείο Οικονομικών να θεσπίσει το πλαίσιο και εν συνεχεία να εκδοθούν οι εγκύκλιοι, ώστε να μπορέσει ο ελεγκτικός μηχανισμός να ξέρει τι ψάχνει και τι συνιστά φοροδιαφυγή.

Ουσιαστικά στις σκέψεις της κυβέρνησης είναι η επέκταση του φόρου υπεραξίας και στα κρυπτονομίσματα με παράλληλα υποχρέωση δήλωσής τους στο έντυπο της φορολογικής δήλωσης. Δηλαδή, η διάταξη θα προβλέπει τη φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων και των κερδών τους ως επένδυση χαρτοφυλακίου, με φόρο 15% όπως στις μετοχές.


Όπως αναφέρουν μεγάλοι ελεγκτικοί Οίκοι, η πρόταση που κάνουν στους πελάτες τους είναι να δηλώνουν και σήμερα τα κρυπτονομίσματα στη φορολογική τους δήλωση. Συγκεκριμένα, να δηλώνουν την αγορά αυτών στον κωδικό 743 του πίνακα 5 του εντύπου Ε1 της φορολογικής δήλωσης το έτος αγοράς τους και σε περίπτωση πώλησης, το ποσό του κεφαλαίου που εισπράχθηκε στον κωδικό 781 του πίνακα 6 του εντύπου Ε1 της φορολογικής δήλωσης, στο έτος της πώλησής τους. Στην περίπτωση που προκύψει υπεραξία από την πώληση των κρυπτονομισμάτων, θα αναγραφεί στον κωδικό 865 του πίνακα 4 Ε του εντύπου Ε1 της φορολογικής δήλωσης προκειμένου να φορολογηθεί με συντελεστή 15%. Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει σήμερα σχετική υποχρέωση αλλά ουδείς μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι στο μέλλον δεν μπορεί να φορολογηθεί η υπεραξία και μάλιστα αναδρομικά.

Και στην ιστοσελίδα της ΤτΕ δεν υπάρχει σαφής τοποθέτηση περί της φορολόγησής τους. Συγκεκριμένα τονίζεται ότι: «Πρέπει να γνωρίζετε ότι η κατοχή εικονικών νομισμάτων μπορεί να έχει φορολογικές συνέπειες, για παράδειγμα να υπόκειται σε φόρο προστιθέμενης αξίας ή φόρο υπεραξίας. Όταν χρησιμοποιείτε εικονικά νομίσματα, πρέπει να εξετάζετε κατά πόσον ισχύουν στη χώρα σας φορολογικές υποχρεώσεις».


Όπως και στην Ελλάδα στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. δεν υπάρχει πλαίσιο για τη φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων και κατ’ επέκταση τον έλεγχο τους. Στο πλαίσιο αυτό η Ε.Ε. προχωρά στη σύσταση Αρχής που θα αναλάβει την εποπτεία των κρυπτονομισμάτων.

Έτσι λοιπόν, οι πάροχοι υπηρεσιών κρυπτονομισμάτων, η εποπτεία 40 ομίλων που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτό, καθώς και συγκεκριμένα πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπαίνουν στο στόχαστρο της νέας ειδικής Αρχής.

Σύμφωνα με τις αποφάσεις της Επιτροπής για να ενισχυθεί η αποτελεσματική λειτουργία του πλαισίου της Ένωσης για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (AML/CTF), η ΕΕ θα δημιουργήσει ειδική Αρχή για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (AMLA).

Δεδομένου του διασυνοριακού χαρακτήρα του εγκλήματος, η νέα Αρχή αναμένεται να συμβάλει στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Μεταξύ άλλων καθηκόντων, θα συμβάλει στην εναρμόνιση και τον συντονισμό των εποπτικών πρακτικών στον χρηματοπιστωτικό και μη χρηματοπιστωτικό τομέα, στην άμεση εποπτεία των υψηλού κινδύνου και διασυνοριακών χρηματοπιστωτικών οντοτήτων και στον συντονισμό των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών.

Το επόμενο διάστημα, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται να αποσταλούν και στην Ελληνική Ανεξάρτητη Αρχή για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητας οδηγίες για το πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν και να ελέγχουν περίεργες υποθέσεις κρυπτονομισμάτων.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθέτει στην Αρχή εξουσίες άμεσης εποπτείας ορισμένων τύπων πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων, σε περίπτωση που θεωρείται ότι ενέχουν κινδύνους. Αναθέτει επίσης στην Αρχή να εποπτεύει έως 40 ομίλους και οντότητες -τουλάχιστον κατά την πρώτη διαδικασία επιλογής- και να διασφαλίζει την πλήρη κάλυψη της εσωτερικής αγοράς υπό την εποπτεία της. Περισσότερες εξουσίες σε σχέση με τη διακυβέρνηση της AMLA ανατίθενται επίσης στο γενικό συμβούλιο.

Οι κίνδυνοι λοιπόν που συνδέονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αποτελούν πηγή σοβαρής ανησυχίας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ και για την ασφάλεια των πολιτών της.