Τουλάχιστον δύο συναντήσεις έγιναν στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) το τελευταίο διάστημα με αντικείμενο την αύξηση των χρεώσεων στις παρεχόμενες τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες. Τις συναντήσεις προκάλεσαν τόσο ο ΟΤΕ όσο και η Vodafone, αλλά το θέμα το έθεσε και η Wind. Αμφότερες ωστόσο oι συναντήσεις των ΟΤΕ και Vodafone με την ΕΕΤΤ απέβησαν άκαρπες.

Η Ρυθμιστική Αρχή Τηλεπικοινωνιών απάντησε αρνητικά στις εταιρείες για τη μονομερή αλλαγή των χρεώσεων των συμβολαίων των πελατών τους, εφαρμόζοντας ουσιαστικά αυξήσεις στις μηνιαίες χρεώσεις. Οι εταιρείες ζητήσαν οι μεταβολές αυτές να κυμανθούν στο όριο του πληθωρισμού και για τον λόγο αυτό, δεν τις ονομάζουν «αυξήσεις» αλλά «αναπροσαρμογές». Επιπλέον σημειώνουν ότι στις περισσότερες χώρες, τα τιμολόγια παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, αναπροσαρμόζονται αυτόματα με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή.

Η κουβέντα αυτή δεν είναι τωρινή. Ξεκίνησε, μαζί με τις αρνητικές επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης και τις πληθωριστικές πιέσεις, που άρχισαν να «στριμώχνουν» οικονομικά τις εταιρείες παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Σύμφωνα δε και με τα στοιχεία που παρουσίασε προχθές ο επικεφαλής της Vodafone Χάρης Μπρουμίδης, ο τηλεπικοινωνιακός κλάδος σήμερα είναι ο μόνος που μειώνει τις χρεώσεις, σε μια περίοδο ραγδαίας ανόδου του πληθωρισμού και αύξησης του κόστους του χρήματος

Καθώς όμως οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα, έχουν βρεθεί στο επίκεντρο επικρίσεων όλα προηγούμενα χρόνια για τις χρεώσεις τους, διστάζουν να πουν τα πράγματα με το όνομά τους. Για παράδειγμα δεν έχουν διατυπώσει ποτέ γραπτώς το αίτημα για την «αναπροσαρμογή» των χρεώσεων. Το διατυπώνουν μόνον προφορικά.

Η ΕΕΤΤ κρατά το κλειδί στις εξελίξεις αυτές. Ο Κώδικας Δεοντολογίας που συμφωνήθηκε στο τέλος του 2021 και ενέχει τη θέση κανονισμού της ΕΕΤΤ, δηλαδή νόμου, δεν επιτρέπει μεταβολές των χρεώσεων -και δει προς τα επάνω- ενόσω υφίσταται μια σύμβαση προμήθειας υπηρεσίας. Κι επειδή το μεγαλύτερο μέρος των πελατών των τηλεπικοινωνιακών επιχειρήσεων διαθέτουν τέτοιου είδους συμβάσεις -κατά κανόνα 12μηνες και 24μηνες- οι όποιες μονομερείς μεταβολές των τιμολογίων από την πλευρά των παρόχων, επισύρει πρόστιμα από την πλευρά της ρυθμιστικής αρχής.

Η κυβέρνηση από την άλλη πλευρά, φέρεται να κρατά και αυτή την ίδια στάση με την ΕΕΤΤ. Οι επαφές που έγιναν από τις εταιρείες τηλεπικοινωνίων, κυρίως με το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ήταν και αυτές άκαρπες. Το υπουργείο που είδε κι έπαθε να σβήσει τη «φωτιά» των υψηλών τελών κινητής τηλεφωνίας, το τελευταίο που επιζητεί είναι να αναζωπυρωθεί ξανά η ίδια συζήτηση και ειδικά σε μια προεκλογική περίοδο.

Η στάση αυτή ωστόσο δεν απαγορεύει στις επιχειρήσεις τηλεπικοινωνιών να επιβάλλουν αυξήσεις σε εκείνους τους πελάτες που λήγουν τα προγράμματα. Κάτι τέτοιο δεν απαγορεύεται μετά το πέρας της διάρκειας του συμβολαίου, λήγουν τα συμβατικά δικαιώματα της κάθε πλευράς. Μετά από εκεί κάθε πελάτης μπορεί να διαπραγματευθεί τη νέα σύμβαση. Επομένως δεν αποκλείεται στους επόμενους μήνες, ανάλογα και με τις πολιτικές marketing της κάθε εταιρείας, κάποιοι από τους καταναλωτές να δουν αυξήσεις, μετά από μια μακρά περίοδο υποχώρησης των τιμολογίων.