Ρεύμα: Μειώσεις κοντά στο 30% για τα τιμολόγια Φεβρουαρίου
Η μεγάλη υποχώρηση των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου, που αποτυπώνεται με καθυστέρηση μηνός στην εγχώρια λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική υποχώρηση, κοντά στο 30%, των οικιακών τιμολογίων που θα ανακοινώσουν οι προμηθευτές για τον Φεβρουάριο. Τα τιμολόγια Φεβρουαρίου, που με βάση τη νομοθεσία ανακοινώνονται στις 20 του μήνα, θα ακολουθήσουν αντίστροφη πορεία από αυτήν του Ιανουαρίου.
Από τα περίπου 45 λεπτά ανά κιλοβατώρα προβλέπεται πως θα υποχωρήσουν σε επίπεδα γύρω στα 30 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Το τελικό όφελος για τα νοικοκυριά θα είναι, πάντως, πολύ μικρότερο αφού αναμένεται πως το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) θα ανακοινώσει χαμηλότερες επιδοτήσεις με στόχο να συγκρατηθούν οι τιμές πέριξ των 18 – 20 λεπτών ανά κιλοβατώρα. Τον Ιανουάριο, το ΥΠΕΝ αναγκάστηκε να διπλασιάσει τις επιδοτήσεις (από τα 400 στα 840 εκατ. ευρώ) λόγω των υψηλών τιμολογίων που είχαν ανακοινώσει οι προμηθευτές για τον μήνα που διανύουμε. Η επιδότηση του Ιανουαρίου ανέρχεται σε 33 λεπτά ανά κιλοβατώρα για μηνιαίες καταναλώσεις έως 500 κιλοβατώρες και σε 28 λεπτά ανά κιλοβατώρα για μηνιαίες καταναλώσεις από 501 – 1000 κιλοβατώρες.
Οι μεγάλες μειώσεις που αναμένεται να ανακοινώσουν οι προμηθευτές προσφέρει μια ανάσα στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ) μέσω του οποίου χρηματοδοτείται το μεγαλύτερο ποσοστό των επιδοτήσεων. Οι χαμηλότερες διεθνείς τιμές περιορίζουν τα έσοδα του μηχανισμού άντλησης υπερκερδών από τις εταιρείες παραγωγής ενέργειας που εφαρμόζει από τις αρχές του Ιουλίου το ΥΠΕΝ.
Η διεθνής τιμή του φυσικού αερίου, όπως αποτυπώνεται στα συμβόλαια TTF, αποκλιμακώθηκε τον Δεκέμβριο και συνεχίζει να κινείται πτωτικά αυτόν τον μήνα. Από τα 140 ευρώ ανά μεταβατώρα στις αρχές Δεκεμβρίου χθες κινούνταν πέριξ των 65 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας η Ελλάδα παραμένει η ακριβότερη αγορά της Ευρώπης (όπως ήταν και το 2022) αλλά τα όποια «υπερέσοδα» των παραγωγών πηγαίνουν στο ΤΕΜ μέσω των πλαφόν που εφαρμόζει το ΥΠΕΝ ανάλογα με την τεχνολογία παραγωγής. Σήμερα η τιμή στα συμβόλαια επόμενης ημέρας διαμορφώνεται στα 233,81 ευρώ ανά μεγαβατώρα πολύ υψηλότερα από το μέσο όρο της Ευρώπης.
Από τα περίπου 45 λεπτά ανά κιλοβατώρα προβλέπεται πως θα υποχωρήσουν σε επίπεδα γύρω στα 30 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Το τελικό όφελος για τα νοικοκυριά θα είναι, πάντως, πολύ μικρότερο αφού αναμένεται πως το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) θα ανακοινώσει χαμηλότερες επιδοτήσεις με στόχο να συγκρατηθούν οι τιμές πέριξ των 18 – 20 λεπτών ανά κιλοβατώρα. Τον Ιανουάριο, το ΥΠΕΝ αναγκάστηκε να διπλασιάσει τις επιδοτήσεις (από τα 400 στα 840 εκατ. ευρώ) λόγω των υψηλών τιμολογίων που είχαν ανακοινώσει οι προμηθευτές για τον μήνα που διανύουμε. Η επιδότηση του Ιανουαρίου ανέρχεται σε 33 λεπτά ανά κιλοβατώρα για μηνιαίες καταναλώσεις έως 500 κιλοβατώρες και σε 28 λεπτά ανά κιλοβατώρα για μηνιαίες καταναλώσεις από 501 – 1000 κιλοβατώρες.
Οι μεγάλες μειώσεις που αναμένεται να ανακοινώσουν οι προμηθευτές προσφέρει μια ανάσα στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ) μέσω του οποίου χρηματοδοτείται το μεγαλύτερο ποσοστό των επιδοτήσεων. Οι χαμηλότερες διεθνείς τιμές περιορίζουν τα έσοδα του μηχανισμού άντλησης υπερκερδών από τις εταιρείες παραγωγής ενέργειας που εφαρμόζει από τις αρχές του Ιουλίου το ΥΠΕΝ.
Η διεθνής τιμή του φυσικού αερίου, όπως αποτυπώνεται στα συμβόλαια TTF, αποκλιμακώθηκε τον Δεκέμβριο και συνεχίζει να κινείται πτωτικά αυτόν τον μήνα. Από τα 140 ευρώ ανά μεταβατώρα στις αρχές Δεκεμβρίου χθες κινούνταν πέριξ των 65 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας η Ελλάδα παραμένει η ακριβότερη αγορά της Ευρώπης (όπως ήταν και το 2022) αλλά τα όποια «υπερέσοδα» των παραγωγών πηγαίνουν στο ΤΕΜ μέσω των πλαφόν που εφαρμόζει το ΥΠΕΝ ανάλογα με την τεχνολογία παραγωγής. Σήμερα η τιμή στα συμβόλαια επόμενης ημέρας διαμορφώνεται στα 233,81 ευρώ ανά μεγαβατώρα πολύ υψηλότερα από το μέσο όρο της Ευρώπης.