Έτοιμη να υπογράψει «μικτές» δεκαετείς διμερείς συμβάσεις με τη βιομηχανία εμφανίζεται η διοίκηση της ΔΕΗ υπό την προϋπόθεση πως θα ψηφιστεί η νομοθετική ρύθμιση με την οποία θα καταργείται το πλαφόν άντλησης «υπερεσόδων» στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που προορίζεται για διμερή συμβόλαια (PPAs).

Η ρύθμιση είναι έτοιμη, έχει ήδη συζητηθεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πρόκειται να κατατεθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες καθώς έχουν λήξει αρκετές συμβάσεις βιομηχανιών με τη ΔΕΗ με αποτέλεσμα να προμηθεύονται ρεύμα με τις υψηλές τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς. Στο τέλος του χρόνου, έληξαν οι συμβάσεις για περίπου δέκα μεγάλα εργοστάσια και πλήθος μικρότερων (που συνδέονται στη μέση τάση) μεταξύ των οποίων έξι μονάδες του ομίλου Βιοχάλκο, δύο της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ Ηρακλής, ενώ τον Ιούνιο λήγει η σύμβαση της ΤΙΤΑΝ.


Τα δεκαετή διμερή συμβόλαια που συζητά ήδη η διοίκηση της ΔΕΗ με τις βιομηχανίες είναι «μικτά». Προβλέπουν, δηλαδή, πως τα πρώτα δύο χρόνια η επιχείρηση θα προμηθεύει στους ενεργοβόρους καταναλωτές ηλεκτρικό ρεύμα με υψηλότερη τιμή που θα παράγεται κυρίως από θερμικές μονάδες και υδροηλεκτρικά ενώ στα επόμενα οκτώ θα παρέχει ρεύμα με χαμηλότερη τιμή από μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), κυρίως τα υπό ανάπτυξη φωτοβολταϊκά πάρκα.

Η ΔΕΗ σήμερα δεν διαθέτει την παραγωγή ΑΠΕ που επιτρέπει την υπογραφή αποκλειστικά πράσινων διμερών συμβολαίων αφού, για παράδειγμα, μόνο οι ανάγκες των δύο μεγάλων πελατών (της Βιοχάλκο και της ΤΙΤΑΝ) απαιτούν 1.500 MW ισχύος. Γι’ αυτό και προτείνει τα «μικτά» PPAs τα οποία σταδιακά «θα πρασινίζουν», καθώς θα παραδίδονται οι νέες μονάδες ΑΠΕ (κυρίως φωτοβολταϊκά) της επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση η τιμή θα είναι αρκετά χαμηλότερη από τις τρέχουσες τιμές της αγοράς.


Η ενεργειακή κρίση και οι υψηλές τιμές στη χονδρεμπορική αγορά φαίνεται πως κάμπτουν τις αντιστάσεις διοικήσεων βιομηχανιών οι οποίες από τη μία ήθελαν χαμηλές τιμές για την ηλεκτρική ενέργεια, αλλά από την άλλη εμφανίζονταν επιφυλακτικές στη σύναψη πολυετών διμερών συμβάσεων. Σε μια τέτοια σύμβαση, η βιομηχανία δεσμεύεται πως θα πληρώνει συγκεκριμένη τιμή ανά μεγαβατώρα επί μια δεκαετία. Συνεπώς παίρνει το ρίσκο να πληρώσει υψηλότερη τιμή από την αγορά σε μια δεδομένη στιγμή. Από την άλλη γνωρίζει εκ των προτέρων και για δέκα χρόνια το ενεργειακό της κόστος.

Οι πράσινες διμερείς συμβάσεις, με ενέργεια που παράγεται από ΑΠΕ, αποτελούν το μεγάλο ζητούμενο για τους ενεργοβόρους καταναλωτές (βιομηχανίες αλλά και ισχυρούς εμπορικούς ομίλους) οι οποίοι προσπαθούν να κατεβάσουν το ενεργειακό κόστος και να υπογράψουν μακροχρόνια συμβόλαια προμήθειας.


Τα PPAs είναι επίσης μονόδρομος προκειμένου να προχωρήσουν σημαντικές επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) καθώς είναι περιορισμένος ο αριθμός των επενδύσεων που θα χωρέσει στους διαγωνισμούς που προωθεί η κυβέρνηση για μονάδες ΑΠΕ με προκαθορισμένη ταρίφα. Σύμφωνα με μελέτη της σουηδικής εταιρείας συμβούλων μηχανικών AFRY για την ανάπτυξη των πράσινων διμερών συμβάσεων μονάδες ΑΠΕ συνολικής ισχύος άνω των 7,5 GW που θα κατασκευαστούν μέχρι το 2030 πρέπει να αναζητήσουν εναλλακτικές διαδρομές προς την αγορά, πέρα από τους διαγωνισμούς του δημοσίου για προκαθορισμένες ταρίφες.

Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ, που συζητείται σήμερα στη διυπουργική επιτροπή περιλαμβάνει ακόμα πιο φιλόδοξους στόχους για τις ΑΠΕ μέχρι το 2030 και συνεπώς ακόμα περισσότερες μονάδες θα χρειαστεί να αναζητήσουν διμερείς συμβάσεις ώστε να υλοποιηθούν.

Ήδη πριν από λίγες ημέρες η κοινή εταιρεία της γερμανικής RWERenewables (51%) με τη ΔΕΗ Ανανεώσιμες (49%) υπέγραψε δεκαετή διμερή σύμβαση με τηλεπικοινωνιακό όμιλο στο πλαίσιο χρηματοδότησης νέου φωτοβολταϊκού πάρκου, ισχύος 200 MW, από δάνειο μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις με δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης, με παράλληλη σύναψη διμερών συμβάσεων, ετοιμάζουν και άλλοι μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι (ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, Mytilineos, κ.α.) όπως είχε γράψει πρόσφατα το powergame.gr.