Χαμένοι βγαίνουν από τη χθεσινή αύξηση των επιτοκίων παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι δανειολήπτες στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο καθώς θα κληθούν να αναλάβουν το κόστος από τις νέες αυξήσεις, οι οποίες μάλιστα θα συνεχισθούν, ίσως και με την ίδια ένταση, εντός του έτους. Ήδη, έχει προεξοφληθεί ένα 0,50% για το Μάρτιο.

Κερδισμένοι είναι τελικά όσοι έχουν κλειδώσει τα δάνειά τους σε σταθερά επιτόκια, όχι μόνο όσοι πρόλαβαν την έναρξη του ανοδικού κύκλου πέρυσι τον Ιούλιο (με σταθερά τότε επιτόκια ενδεικτικά 3,5% για 10 έτη και 3,7% για 15 έτη) αλλά και όσοι μετέτρεψαν ή συνήψαν στην πορεία του 2022 νέα δάνεια σταθερής διάρκειας.


Σε αντίθεση με τα κυμαινόμενα δάνεια, στα οποία η αναπροσαρμογή είναι αυτόματη, οι τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια για τα νέα σταθερά προγράμματα, αλλά, ευτυχώς, όχι σε κάθε βήμα ανόδου της ΕΚΤ. Έτσι, στο πλαίσιο αυτό, και ενώ μετά το φθινόπωρο του 2022 ανακοινώθηκαν αυξήσεις στα σταθερού επιτοκίου στεγαστικά δάνεια, η χθεσινή κίνηση του 0,50% δεν δείχνει να προμηνύει ανάλογη συμπεριφορά εκ μέρους των τραπεζών.


Άρα, ο μεγάλος «πονοκέφαλος» αφορά κυρίως όσους έχουν δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο, του οποίου το συνολικό κόστος βασίζεται είτε στο διατραπεζικό euribor, είτε
στο επιτόκιο της ΕΚΤ συν περιθώριο κέρδους (περίπου 2,50 ποσοστιαίες μονάδες). Κατά συνήθη πρακτική, το euribor ακολουθεί κατά πόδας τα εκάστοτε επίπεδα του επιτοκίου της ΕΚΤ (από χθες στο 3% – μετά τη νέα αύξηση κατά 0,50%), αν και αυτό δεν γίνεται πάντα από την πρώτη μέρα.


Επ’ αυτού να διευκρινίσουμε ότι σε δάνεια που έχουν ως βάση το επιτόκιο της ΕΚΤ (αντί του euribor) συν spread, υπάρχει συνήθως ρήτρα στο συμβόλαιο ότι αν το διατραπεζικό επιτόκιο υπολείπεται του αντίστοιχου της ΕΚΤ, θα λαμβάνεται υπόψη το euribor.

Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι από τον Ιούλιο πέρυσι έως σήμερα, ένα μέσο νοικοκυριό έχει επιβαρυνθεί κατά 150 ευρώ περίπου, αποπληρώνοντας με κυμαινόμενο επιτόκιο το στεγαστικό του δάνειο. Αν και για ένα δάνειο 100.000 ευρώ, δεκαπενταετούς διάρκειας με επιτόκιο 3%, η αύξηση της δόσης, για την πρώτη αύξηση του 0,50%, ήταν μόνο 25 ευρώ, μέσα στο οκτάμηνο (όπου θα ενσωματωθεί και η νέα αύξηση) η επιβάρυνση της δόσης θα είναι, όπως προαναφέρθηκε, 150 ευρώ.


Αν το στεγαστικό δάνειο είναι της τάξεως των 150.000 ευρώ, η επιβάρυνση της δόσης είναι στα 225 ευρώ, για 15 χρόνια και πολύ υψηλότερη αν είναι για 10 χρόνια. Χαρακτηριστικά, η δόση ενός δανείου 100.000 ευρώ με επιτόκιο 3% ήταν το καλοκαίρι 696 ευρώ και έφτασε τα 820 ευρώ με την προτελευταία αύξηση του 0,50% τον Δεκέμβριο. Θεωρητικά, όταν μέσα στο μήνα, ενσωματωθεί η χθεσινή αύξηση (που θα περάσει στην πορεία του euribor) τότε η δόση θα είναι πάνω κάτω στα 845 ευρώ.

Οι αιτήσεις των ευάλωτων
Σήμερα θα είναι η τρίτη ημέρα της λειτουργίας της νέας πλατφόρμας για την υποβολή αιτήσεων εκ μέρους ευάλωτων οικονομικά νοικοκυριών που θέλουν να ενταχθούν στο πλαίσιο προστασίας στο οποίο συμφώνησαν τραπεζίτες και υπουργείο Οικονομικών, για τη συμβολή των τραπεζών, μέσω συμμετοχής τους σε ενιαίο κουμπαρά, για την επιδότηση της αύξησης της δόσης του στεγαστικού. Ως γνωστόν, η επιδότηση θα αφορά μόνο το 50% στο τμήμα της αύξησης της δόσης, η οποία θα υπολογίζεται με αφετηρία τον Ιούνιο 2022 και θα έχει διάρκεια 12 μήνες.

Ενδεικτικές του ενδιαφέροντος των ευάλωτων, είναι ο αριθμός των αιτήσεων που υποβλήθηκαν. Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, έως χθες το απόγευμα, είχαν υποβληθεί συνολικά 6.350 αιτήσεις (εκ των οποίων οι 4.845 την πρώτη ημέρα λειτουργίας).

Από αυτές τις 6.350 αιτήσεις, παραμένουν ενεργές σε στάδιο «δημιουργίας νέας αίτησης» οι 3.783 αιτήσεις, καθώς οι 2.567 ήταν άκυρες (λανθασμένα στοιχεία ή δεδομένα).