Πλειστηριασμοί για 7.463 κατοικίες έχουν δρομολογηθεί μέχρι στιγμής κατά τη διάρκεια του 2023, αριθμός που αναμένεται να αυξηθεί κατακόρυφα το προσεχές διάστημα, μετά την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου, που ανοίγει τον δρόμο στις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (servicers) να διενεργούν πλειστηριασμούς. Σύμφωνα με τα στοιχεία του e-auction, της πλατφόρμας διενέργειας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, μέχρι τις 13 Φεβρουαρίου είχαν πραγματοποιηθεί συνολικά 2.990 πλειστηριασμοί για κατοικίες. Παράλληλα, είχαν προγραμματιστεί πλειστηριασμοί για επιπλέον 4.473 κατοικίες σε πανελλαδικό επίπεδο.

Τα νούμερα αυτά ασφαλώς και είναι ιδιαίτερα χαμηλά. Ωστόσο είναι χαρακτηριστικά του «μπλόκου» που είχε επιβληθεί τους τελευταίους μήνες στους πλειστηριασμούς, ένεκα της νομικής εμπλοκής που είχε παρουσιαστεί. Στελέχη της αγοράς υπολογίζουν ότι περίπου 150.000 κατοικίες βρίσκονται σήμερα στα χέρια τραπεζών κι εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων. Ο όγκος αυτός των οικιστικών ακινήτων επιχειρείται να βρει, σταδιακά τη δίοδό του προς την αγορά, είτε μέσω συναινετικής διαδικασίας, στο πλαίσιο διαπραγμάτευσης με τους δανειολήπτες, είτε μέσω πλειστηριασμού.


Πάντως, μέχρι σήμερα, οι πλειστηριασμοί έχουν αποδειχθεί μια όχι και τόσο ομαλή διαδικασία, δεδομένου ότι μόλις το 20% τελεσφορεί και προκύπτει αγοραστής. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, τα ακίνητα επαναγοράζονται από τους επισπεύδοντες, που στη συνέχεια προχωρούν στις απαιτούμενες «τακτοποιήσεις» νομικών και πολεοδομικών ζητημάτων και τα διοχετεύουν στην αγορά.


Η αναλογία αυτή γόνιμων-άγονων πλειστηριασμών θεωρείται δύσκολο να διαφοροποιηθεί σημαντικά, παρότι το τελευταίο διάστημα έχουν αρχίσει να διατίθενται και χρηματοδοτικά πακέτα, για όσα ακίνητα οδεύουν προς πλειστηριασμό. Παράλληλα, οι ενδιαφερόμενοι έχουν πρόσβαση σε πολύ περισσότερες πληροφορίες για κάθε ακίνητο, φωτογραφίες και εκθέσεις αποτίμησης της αξίας του. Ακόμα κι έτσι πάντως, δεν φαίνεται να έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά η εικόνα, ενδεχομένως κι εξαιτίας της αύξησης των επιτοκίων.


Κατά κανόνα, τα ακίνητα διατίθενται προς πώληση και όχι προς ενοικίαση. Αυτός είναι και ο λόγος, που δεν θα πρέπει να αναμένεται κάποια «ανακούφιση» στην αγορά, μέσω της αύξησης του αποθέματος κατοικιών προς ενοικίαση. Από την άλλη πλευρά, ούτε στο επίπεδο των τιμών πώλησης, θα πρέπει να αναμένονται σημαντικές διαφοροποιήσεις, εξαιτίας της στρατηγικής που έχουν επιλέξει οι servicers, για επιλεκτική διάθεση ακινήτων και όχι κινήσεις μαζικών πωλήσεων. Παράλληλα, βέβαια, γίνονται και συνεχείς αναδιαρθρώσεις δανείων, επιτρέποντας έτσι την διατήρηση των ακινήτων στην κατοχή των ιδιοκτητών τους, έστω για κάποιο χρονικό διάστημα.

Σύμφωνα με την καΛίλα Πατεράκη, επικεφαλής του τομέα Real Estate Services της doValue στην Ελλάδα, από τα 250.000 ακίνητα που διαχειρίζεται σήμερα η εταιρεία (αποτελούν εξασφαλίσεις σε δάνειά της), μόλις το 20% – 25% θα βγει προς πώληση στην αγορά. Εν ολίγοις, το συνολικό μέγεθος δεν θα ξεπεράσει τα 50.000 ακίνητα. Το μέγεθος αυτό θα πωληθεί σε βάθος τουλάχιστον πέντε ετών. Επομένως, η doValue δεν σχεδιάζει περισσότερες από 10.000 πωλήσεις ακινήτων σε ετήσια βάση.


Ανάλογη στρατηγική εφαρμόζουν κι άλλες μεγάλες εταιρείες του χώρου, όπως η Q Real Estate, μέλος του ομίλου Qualco, η οποία διαχειρίζεται ένα «πακέτο» της τάξεως των 35.000 ακινήτων, για λογαριασμό της PIMCO.

Όπως τονίζουν στελέχη της αγοράς, τα ακίνητα που θα καταλήξουν τελικά προς πώληση, θα διατεθούν σε τιμές χαμηλότερες, σε σχέση με τις αγοραίες αξίες, προκειμένου να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των επενδυτών, τόσο Ελλήνων, όσο και ξένων. Δεδομένου του μικρού τους αριθμού, δεν προβλέπεται να ασκήσουν σημαντική πίεση στην αγορά.