Με τέσσερα «κόλπα» όσοι είναι εγκλωβισμένοι με 20 χρόνια ασφάλισης και χρέη προς τα ασφαλιστικά ταμεία μπορούν να ξεφύγουν από τη «φάκα» του Νόμου Κατρούγκαλου.

Άλλη μια πληγή που άνοιξε στο Ασφαλιστικό η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αφορά την παράλληλη ασφάλιση σε διπλά ασφαλισμένους από το 1983 έως το 2002, καθώς ο χρόνος αυτός δεν υπολογίζεται στον συντελεστή της σύνταξης. Επιπλέον, 70.000 ασφαλισμένοι της ίδιας κατηγορίας μπορούν πια να διεκδικήσουν ανακεφαλαίωση της σύνταξής τους. Για τους ασφαλισμένους μετά το 2002, πιθανόν και να εξασφαλίζουν (παρότι με μόλις 20 χρόνια ασφάλισης και χρόνο παράλληλης ασφάλισης) μία καλή σύνταξη, χωρίς να χρειάζεται απαραίτητα η αποπληρωμή τυχόν χρεών τους προς τα ασφαλιστικά ταμεία.

Βελτιώσεις

Με βάση τον Νόμο Κατρούγκαλου, ο χρόνος ασφάλισης έως και το 2001 είναι χρήσιμος μόνο στην περίπτωση δεύτερης σύνταξης, η οποία διαμορφώνεται στο ύψος της ανταποδοτικής, χωρίς συμμετοχή από την εθνική σύνταξη, ενώ για την έκδοσή της απαιτείται χρόνος ασφάλισης τουλάχιστον 15 ετών, δηλαδή ο χρόνος που απαιτείται από τις ελάχιστες προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση. Ωστόσο, με τον ίδιο νόμο 4387/2016, τον Μάιο του 2023 προβλέφθηκε επιπλέον ποσό σύνταξης για το επασφάλιστρο που πληρώνουν οι εργαζόμενοι στη διάρκεια του ασφαλιστικού τους βίου. Το ποσοστό αυτό καθορίστηκε στο 0,075% για κάθε επιπλέον μονάδα εισφοράς (εργαζόμενου και εργοδότη) για κάθε έτος. Και αφορά τόσο τα βαρέα και ανθυγιεινά όσο και την παράλληλη ασφάλιση (π.χ. σύνταξη από τον ΟΑΕΕ για τους ελεύθερους επαγγελματίες), με προσαύξηση για τα ένσημα στον ιδιωτικό τομέα ή στο Δημόσιο για την παράλληλη ασφάλιση, στην περίπτωση που δεν θεμελιώνεται δικαίωμα δεύτερης διπλής σύνταξης.

Ανακεφαλαίωση

Ωστόσο, έπειτα από επτά χρόνια ισχύος του νόμου στις περιπτώσεις παράλληλης ασφάλισης, γιατροί του ΕΣΥ που πλήρωναν εισφορές στο ΤΣΑΥ και το Δημόσιο, Μηχανικοί του Δημοσίου σε Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και ΤΣΜΕΔΕ, δικηγόροι, υγειονομικοί κ.λπ. καθώς και οι ασφαλισμένοι του ιδιωτικού τομέα, έλαβαν σύνταξη από το κύριο Ταμείο, αλλά όχι την προσαύξηση. Σε αυτή την περίπτωση υπάγονται πάνω από 70.000 δικαιούχοι, οι οποίοι την 1η Ιουλίου 2023 θα λάβουν τη δεύτερη δόση της ανακεφαλαίωσης (καταμέτρηση ενσήμων). Αντιστοίχως, οι υπάλληλοι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ και τις τράπεζες διεκδικούν την προσαύξηση της σύνταξής τους, λόγω των επιπλέον εισφορών που πλήρωναν οι ίδιοι αλλά και οι επιχειρήσεις που απασχολούνταν.

Αποποίηση χρόνου

Η αποποίηση χρόνου ασφάλισης, προκειμένου κάποιος να συνταξιοδοτηθεί με λιγότερα από 40 ή 35 χρόνια ασφάλισης ή έχοντας 25ετία και 20ετία γίνεται σε δύο περιπτώσεις: όταν υπάρχει διπλή ασφάλιση, χωρίς να υπάρχει υποχρέωση (π.χ. για ασφαλισμένους μετά το 1992). Επίσης, στις περιπτώσεις που υφίστανται οφειλές στον ΕΦΚΑ πέραν της 10ετίας και αυτές, πλέον, έχουν παραγραφεί. Η δεύτερη προϋπόθεση είναι σε περίπτωση παράλληλης ασφάλισης στον πρώην ΟΓΑ και σε Ταμεία όπως ο π. ΟΑΕΕ, ΤΕΒΕ και ΤΑΕ.

Τέτοιες περιπτώσεις είναι:

  • Οι ασφαλισμένοι στον πρώην ΟΓΑ, οι οποίοι μπορούν να διανύσουν ή έχουν διανύσει μία πενταετία «εικονικής» ασφάλισης στο ΙΚΑ και, αφού συμπληρώνουν επιπλέον 15 έτη πληρωμένα στον ΟΓΑ, να αποχωρήσουν αποποιούμενοι την ασφάλιση που οφείλουν.
  • Στην περίπτωση υψηλού χρέους, η αποποίηση χρόνου ασφάλισης μπορεί να μειώσει την οφειλή κάτω των 20.000 ευρώ. Κατά συνέπεια, δεν απαιτείται η καταβολή μετρητών έτσι ώστε το υπόλοιπο χρέος (κάτω των 20.000 ευρώ ή κάτω των 6.000 ευρώ στον ΟΓΑ), και με μία απλή αίτηση, να αποπληρωθεί με τη μηνιαία παρακράτηση από τη σύνταξη.
  • Αν η αίτηση συνταξιοδότησης κατατίθεται μετά το 67ο έτος, τυχόν αποπληρωμή του χρέους από τις μηνιαίες αποδοχές θα τις διατηρήσει σε χαμηλά επίπεδα (αφαιρουμένων των κρατήσεων για την οφειλή) για σχεδόν πέντε χρόνια. Στο 70ό έτος της ηλικίας είναι ζητούμενο εάν συμφέρει η διατήρηση χρόνου ασφάλισης που μπορεί να απορριφθεί και να μην πληρωθεί (μειώνοντας την οφειλή στον ΕΦΚΑ).
  • Σε κάθε περίπτωση, ο ασφαλισμένος θα πρέπει να διατηρήσει χρόνο ασφάλισης τουλάχιστον 20 ετών, προκειμένου να λάβει ολόκληρη την εθνική σύνταξη των 413 ευρώ. Ως προς το ανταποδοτικό τμήμα της σύνταξης, με 20 έτη το ποσοστό αναπλήρωσης είναι 15,87% και με 24 έτη είναι 19,65%. Αυτή η διαφορά στους ελεύθερους επαγγελματίες είναι 8.160 ευρώ για ασφάλιστρα τετραετίας (σημερινές τιμές χωρίς προσαυξήσεις). Και εάν δεν πληρωθούν, θα δώσουν μικρότερη σύνταξη κατά 32 ευρώ τον μήνα. Ποσό που σε μια 10ετία θα φτάσει στα περίπου 8.600 ευρώ, όσα θα πληρώσει εφάπαξ ο ασφαλισμένος για την κατοχύρωση του ασφαλιστέου χρόνου ή θα παρακρατήσει τμηματικά ο ΕΦΚΑ.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 20/6