Εστίαση: Εισπράξεις κατώτερες των προσδοκιών – Οι επιλογές των τουριστών
Αν και οι ξενοδοχειακές επενδύσεις στο κέντρο της Αθήνας καλλιέργησαν προσδοκίες σε εστιατόρια και καφέ του ιστορικού κέντρου λίγες επιχειρήσεις φαίνεται να απολαμβάνουν ικανοποιητικά επίπεδα τζίρου στο ξεκίνημα της τουριστικής σεζόν.
Η ζήτηση είναι περιορισμένη και κατευθύνεται σε λίγα καταστήματα, όπως αναφέρουν στο powergame.gr παράγοντες της τοπικής αγοράς, που θεωρούν ότι η ανοδική τάση που καταγράφεται στα επίσημα στοιχεία δεν αντανακλά την εικόνα του κλάδου στην πρωτεύουσα.
Τονίζουν ότι ενόψει της προσδοκώμενης αύξησης της ζήτησης πολλές επιχειρήσεις προχώρησαν σε επενδύσεις αλλά φαίνεται ότι θα περιμένουν πολύ για την απόσβεση. Καθώς τα λειτουργικά έξοδα τρέχουν αυξάνονται οι ανησυχίες.
Διαπιστώνεται ότι ο πληθωρισμός, που έχει πλήξει πολλές ευρωπαϊκές χώρες, επηρεάζει την αγοραστική δύναμη παραδοσιακών επισκεπτών της Ελλάδας κατά τη θερινή περίοδο. Ξοδεύουν λιγότερα και περιορίζονται σε δαπάνες εντός των μονάδων φιλοξενίας, αξιοποιούν το delivery φαγητού ενώ καλύπτουν ανάγκες σε βασικά αγαθά ψωνίζοντας από τα σούπερ μάρκετ. Μια άλλη τάση που αναδεικνύουν οι επαγγελματίες της εστίασης είναι η κακή φήμη που δημιουργεί η ακρίβεια και κάποιες κακές πρακτικές σε δημοφιλείς προορισμούς.
«Δεν πετάει ούτε κουνούπι στο κέντρο της Αθήνας», αναφέρει χαρακτηριστικά η Μαρία Μποτονάκη, που εκπροσωπεί πάνω από 300 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέλη του Κύκλου Επαγγελματιών Εστίασης.
Όπως εξηγεί, υπάρχει κίνηση σε συγκεκριμένες γειτονιές όπως ορισμένες περιοχές της Ακρόπολης και του Μακρυγιάννη αλλά κι εκεί η κατανάλωση είναι περιορισμένη. Σύμφωνα με την κ. Μποτονάκη, που διατηρεί μπαρ στην πλατεία Καρύτση, στο εμπορικό τρίγωνο παρατηρείται τουρίστες να βγαίνουν από ξενοδοχεία των 300-400 ευρώ ανά διανυκτέρευση για να πάνε στο mini market της γειτονιάς για γάλα, καφέ και βασικά τρόφιμα.
Κοινή πεποίθηση των επαγγελματιών που δραστηριοποιούνται στο ιστορικό κέντρο είναι ότι οι τάσεις στην αγορά έχουν αλλάξει εξαιτίας του πληθωρισμού, που έχει πλήξει τα εισοδήματα και των τουριστών, κυρίως των Ευρωπαίων. Η κ. Μποτονάκη προσθέτει και την αντίληψη περί «εκμετάλλευσης». Όπως μεταφέρει, ευθύνη φέρουν κάποιες πρακτικές σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη όπου η αξία μιας χωριάτικης σαλάτας φτάνει τα 18 ευρώ και το φθηνότερο σουβλάκι με πίτα στοιχίζει 8,5-9 ευρώ. Σε αυτές τις πρακτικές οι επαγγελματίες αποδίδουν σε μεγάλο βαθμό την πτώση της επισκεψιμότητας φέτος των συγκεκριμένων προορισμών.
Αν και στο κέντρο της Αθήνας ο έντονος ανταγωνισμός δεν αφήνει περιθώρια για τέτοιες υπερβολές, η κατανάλωση είναι στο ναδίρ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Κολωνάκι, στη Βουκουρεστίου και άλλες πιάτσες του κέντρου της πρωτεύουσας, με πιστή πελατεία κυρίως από Αθηναίους, την Κυριακή που τα εμπορικά καταστήματα είναι κλειστά, κατεβάζουν ρολά και τα εστιατόρια και τα καφέ προκειμένου να περιορίσουν λειτουργικά έξοδα. Οι επιχειρηματίες μιλούν για κατακόρυφη πτώση της επισκεψιμότητας τόσο από Έλληνες όσο και από τουρίστες.
Πολλές επιχειρήσεις, εκτός τουριστικών περιοχών, που κατάφεραν να διαχειριστούν τις πρόσφατες κρίσεις επιβιώνουν ως στέκια με πιστούς πελάτες. Ωστόσο καθώς κλιμακώνεται η κρίση τιμών κι αυτοί οι θαμώνες δυσκολεύονται οικονομικά, οπότε τα έσοδα των καταστημάτων εστίασης μειώνονται. Όπως αναφέρουν στο Powergame.gr παράγοντες της αγοράς τα στοιχεία που δείχνουν αύξηση τζίρου στην επικράτεια στην πραγματικότητα αποτυπώνουν μετατόπιση της ζήτησης.
Υπενθυμίζεται ότι πριν από λίγες ημέρες (20.6.2023) η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι στον κλάδο των υπηρεσιών εστίασης (εταιρείες με υποχρέωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων) ο κύκλος εργασιών τον Απρίλιο ξεπέρασε τα 179 εκατ. ευρώ σημειώνοντας αύξηση 13,1% σε σχέση με τον Απρίλιο 2022. Μάλιστα η μικρότερη αύξηση (7,3%) καταγράφηκε στην Μύκονο. Επιπλέον, είχε προηγηθεί ένα θετικό α’ τρίμηνο καθώς η χρονιά ξεκίνησε με αύξηση 27% και με τζίρο που ξεπέρασε το 1,5 δισ. ευρώ. Τότε η μεγαλύτερη αύξηση τζίρου παρατηρήθηκε στη Σαντορίνη (42,4%) και η μικρότερη (12,5%) και πάλι στη Μύκονο.
Η ζήτηση είναι περιορισμένη και κατευθύνεται σε λίγα καταστήματα, όπως αναφέρουν στο powergame.gr παράγοντες της τοπικής αγοράς, που θεωρούν ότι η ανοδική τάση που καταγράφεται στα επίσημα στοιχεία δεν αντανακλά την εικόνα του κλάδου στην πρωτεύουσα.
Τονίζουν ότι ενόψει της προσδοκώμενης αύξησης της ζήτησης πολλές επιχειρήσεις προχώρησαν σε επενδύσεις αλλά φαίνεται ότι θα περιμένουν πολύ για την απόσβεση. Καθώς τα λειτουργικά έξοδα τρέχουν αυξάνονται οι ανησυχίες.
Διαπιστώνεται ότι ο πληθωρισμός, που έχει πλήξει πολλές ευρωπαϊκές χώρες, επηρεάζει την αγοραστική δύναμη παραδοσιακών επισκεπτών της Ελλάδας κατά τη θερινή περίοδο. Ξοδεύουν λιγότερα και περιορίζονται σε δαπάνες εντός των μονάδων φιλοξενίας, αξιοποιούν το delivery φαγητού ενώ καλύπτουν ανάγκες σε βασικά αγαθά ψωνίζοντας από τα σούπερ μάρκετ. Μια άλλη τάση που αναδεικνύουν οι επαγγελματίες της εστίασης είναι η κακή φήμη που δημιουργεί η ακρίβεια και κάποιες κακές πρακτικές σε δημοφιλείς προορισμούς.
«Δεν πετάει ούτε κουνούπι στο κέντρο της Αθήνας», αναφέρει χαρακτηριστικά η Μαρία Μποτονάκη, που εκπροσωπεί πάνω από 300 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέλη του Κύκλου Επαγγελματιών Εστίασης.
Όπως εξηγεί, υπάρχει κίνηση σε συγκεκριμένες γειτονιές όπως ορισμένες περιοχές της Ακρόπολης και του Μακρυγιάννη αλλά κι εκεί η κατανάλωση είναι περιορισμένη. Σύμφωνα με την κ. Μποτονάκη, που διατηρεί μπαρ στην πλατεία Καρύτση, στο εμπορικό τρίγωνο παρατηρείται τουρίστες να βγαίνουν από ξενοδοχεία των 300-400 ευρώ ανά διανυκτέρευση για να πάνε στο mini market της γειτονιάς για γάλα, καφέ και βασικά τρόφιμα.
Κοινή πεποίθηση των επαγγελματιών που δραστηριοποιούνται στο ιστορικό κέντρο είναι ότι οι τάσεις στην αγορά έχουν αλλάξει εξαιτίας του πληθωρισμού, που έχει πλήξει τα εισοδήματα και των τουριστών, κυρίως των Ευρωπαίων. Η κ. Μποτονάκη προσθέτει και την αντίληψη περί «εκμετάλλευσης». Όπως μεταφέρει, ευθύνη φέρουν κάποιες πρακτικές σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη όπου η αξία μιας χωριάτικης σαλάτας φτάνει τα 18 ευρώ και το φθηνότερο σουβλάκι με πίτα στοιχίζει 8,5-9 ευρώ. Σε αυτές τις πρακτικές οι επαγγελματίες αποδίδουν σε μεγάλο βαθμό την πτώση της επισκεψιμότητας φέτος των συγκεκριμένων προορισμών.
Αν και στο κέντρο της Αθήνας ο έντονος ανταγωνισμός δεν αφήνει περιθώρια για τέτοιες υπερβολές, η κατανάλωση είναι στο ναδίρ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Κολωνάκι, στη Βουκουρεστίου και άλλες πιάτσες του κέντρου της πρωτεύουσας, με πιστή πελατεία κυρίως από Αθηναίους, την Κυριακή που τα εμπορικά καταστήματα είναι κλειστά, κατεβάζουν ρολά και τα εστιατόρια και τα καφέ προκειμένου να περιορίσουν λειτουργικά έξοδα. Οι επιχειρηματίες μιλούν για κατακόρυφη πτώση της επισκεψιμότητας τόσο από Έλληνες όσο και από τουρίστες.
Πολλές επιχειρήσεις, εκτός τουριστικών περιοχών, που κατάφεραν να διαχειριστούν τις πρόσφατες κρίσεις επιβιώνουν ως στέκια με πιστούς πελάτες. Ωστόσο καθώς κλιμακώνεται η κρίση τιμών κι αυτοί οι θαμώνες δυσκολεύονται οικονομικά, οπότε τα έσοδα των καταστημάτων εστίασης μειώνονται. Όπως αναφέρουν στο Powergame.gr παράγοντες της αγοράς τα στοιχεία που δείχνουν αύξηση τζίρου στην επικράτεια στην πραγματικότητα αποτυπώνουν μετατόπιση της ζήτησης.
Υπενθυμίζεται ότι πριν από λίγες ημέρες (20.6.2023) η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι στον κλάδο των υπηρεσιών εστίασης (εταιρείες με υποχρέωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων) ο κύκλος εργασιών τον Απρίλιο ξεπέρασε τα 179 εκατ. ευρώ σημειώνοντας αύξηση 13,1% σε σχέση με τον Απρίλιο 2022. Μάλιστα η μικρότερη αύξηση (7,3%) καταγράφηκε στην Μύκονο. Επιπλέον, είχε προηγηθεί ένα θετικό α’ τρίμηνο καθώς η χρονιά ξεκίνησε με αύξηση 27% και με τζίρο που ξεπέρασε το 1,5 δισ. ευρώ. Τότε η μεγαλύτερη αύξηση τζίρου παρατηρήθηκε στη Σαντορίνη (42,4%) και η μικρότερη (12,5%) και πάλι στη Μύκονο.