Για στεγαστικά δάνεια σε «τιμή ευκαιρίας» κάνουν λόγο στην τραπεζική αγορά, σε μία προσπάθεια να ενθαρρύνουν τη ζήτηση ειδικά για τα δάνεια σταθερού επιτοκίου, που ούτως ή άλλως αποτελούν πρώτη επιλογή του κοινού.

Αν και εκ πρώτης φαντάζει αντιφατικό και ίσως εκτός τόπου και χρόνου όταν όλες οι συζητήσεις και οι προβληματισμοί στρέφονται γύρω από την άνοδο των επιτοκίων και τον μακρινό ορίζοντα αποκλιμάκωσης, εντούτοις είναι απόλυτα ρεαλιστικό, αν ακολουθήσει κανείς τον συλλογισμό πίσω από τον χαρακτηρισμό «τιμή ευκαιρίας».

Ανώτατος τραπεζικός παράγοντας που δραστηριοποιείται σε αυτό τον τομέα, σχολίαζε στο powergame.gr ότι σε γενικές γραμμές και με τις εκπτώσεις που γίνονται κατά περίπτωση, το επιτόκιο στα σταθερής διάρκειας δάνεια έχει κατά μέσο όρο αυξηθεί κατά 0,50% όταν τα επιτόκια γενικώς έχουν ανέβει κατά 5%. Αυτό σχετίζεται με τις διάφορες «εκπτώσεις επιτοκίων» που εφαρμόζονται μέσω της μείωσης των spreads ή άλλων παραμέτρων (συνάρτηση με ποσό, διάρκεια, εγγυήσεις κ.α.) και φυσικά με τον χώρο των σταθερών επιτοκίων και μόνο, όπου η Τράπεζα είναι αυτή που ανάλογα με το κόστος της, ορίζει το πλαφόν.

Τώρα το κόστος αυτό είναι μια άλλη παράμετρος, σημειώνει η ίδια πηγή, προσθέτοντας ότι με το σημερινό κόστος χρηματοδότησης οι τράπεζες όχι μόνο δεν αυξάνουν τα έσοδά τους (από τη συγκεκριμένη κατηγορία δανείων: στεγαστικά σταθερά) αλλά ενδεχομένως να χάνουν. Προσβλέπουν βέβαια, σε καλύτερες ημέρες, που έστω και στο τέλος του 2024 θα αρχίσουν να αντανακλώνται σε μειώσεις επιτοκίων, άρα θα έχουν λαμβάνειν από το σταθερό επιτόκιο όταν οι συνθήκες στις αγορές χρήματος βελτιωθούν.

Για τους δανειολήπτες, η καλύτερη λύση με τα σημερινά δεδομένα αφορά το σταθερό επιτόκιο. Είναι σαφώς καλύτερο του κυμαινόμενου, βέβαια, υποχρεώνει τον δανειολήπτη να πληρώνει μια δόση σταθερή για πολλές δεκαετίες. Κάθε φορά όμως που τα επιτόκια, με κάθε κρίση ή απειλή κρίσης, αυξάνονται, ο συγκεκριμένος δανειολήπτης θα είναι κερδισμένος Προφανώς μέσα στα 20 ή 30 χρόνια του δανείου, θα υπάρξουν και περίοδοι που τα κυμαινόμενα θα είναι πιο «φθηνά», αλλά τουλάχιστον δεν θα έχει το άγχος του πώς θα κινηθούν οι αγορές. Θα έχει κλειδωμένη μια σταθερή δόση.

Στοχεύοντας σε ενίσχυση της ζήτησης για νέα στεγαστικά και με τη φιλοσοφία για στροφή του κοινού σε δάνεια σταθερού επιτοκίου, οι τράπεζες προχώρησαν ή σχεδιάζουν να προχωρήσουν σε διαφημιστική καμπάνια, εκτιμώντας ότι είναι ίσως το κατάλληλο timing για να δοθεί ώθηση στη συγκεκριμένη αγορά.

Τα βασικά προγράμματα της αγοράς
Ήδη «τρέχει» η καμπάνια της Εθνικής Τράπεζας, η οποία προωθεί ένα στεγαστικό πρόγραμμα με σταθερό επιτόκιο 3% (για τα 3 πρώτα χρόνια- στη συνέχεια κυμαινόμενο) και με διάρκεια έως 40 έτη. Προέγκριση σε 48 ώρες και χρηματοδότηση έως το 80% του ακινήτου. Για δάνειο 70.000 ευρώ με προσημείωση, και εξόφληση σε 180 μήνες, η δόση φτάνει τα 487,46 ευρώ και περιλαμβάνει (εφάπαξ έξοδα, δικαστικές και τεχνικές δαπάνες, εισφορά 0,12%, μηνιαίο ασφάλιστρο πυρός και σεισμού).

Το 2019, πριν ακόμη την πανδημία και με τα επιτόκια αρνητικά, η Eurobank είχε τότε διαφημίσει τα δικά τα σταθερά, κινώντας τότε η ίδια την αγορά προς το κανάλι των σταθερών επιτοκίων. Ήταν τότε το επιτόκιο για 3 έτη στο 2,70% και 3,90% για τα 30 έτη (όλη τη διάρκεια σταθερό).

Σήμερα, με τα επιτόκια να έχουν αυξηθεί 5 ποσοστιαίες μονάδες, τα σταθερά αυτά επιτόκια της Eurobank είναι 3,5% για τα 3 έτη και 4,60% για τα 30 έτη (διευκρινίζεται για όλη τη διάρκεια των 30 ετών σταθερό).

Αντιστοίχως, οι προτάσεις και τα προγράμματα της Alpha Bank και της Πειραιώς περιλαμβάνουν επιλογές σταθερών επιτοκίων για μικρές ή για μεγάλες διάρκειες. Στην Αlpha Bank το σταθερό επιτόκιο ξεκινάει από 3,60% (συν εισφορά 0,12%) για 5, 10,15 , 20,25 ή και 30 χρόνια (μετά την 3ετία γίνεται κυμαινόμενο) αλλά μπορεί να επιλέξει ο ενδιαφερόμενος και σταθερή διάρκεια πάνω από 15 έτη, π.χ. για 20 έτη σταθερό.

Στη Τράπεζα Πειραιώς υπάρχει επιλογή δανείου με σταθερό επιτόκιο για μεγάλη διάρκεια (έως και 30 έτη σταθερό) ή για μικρότερη, όπως π.χ. 3 έτη και μετά κυμαινόμενο. Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του δανείου και τη συναλλακτική συμπεριφορά του πελάτη το επιτόκιο κυμαίνεται από 3,20% έως 5,10%.