Μεγαλώνει η ψαλίδα μισθών και ενοικίων στην Ελλάδα
Την ώρα που οι τιμές των ενοικίων στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί την τελευταία πενταετία από 37,2% έως 42,1%, δεν φαίνεται να συμβαίνει το ίδιο και με τα εισοδήματα των Ελλήνων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σήμερα να μεγαλώνει όλο και περισσότερο η ψαλίδα μεταξύ μισθών και ενοικίων. Σύμφωνα με την έρευνα της Utility Bidder, κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας ο μέσος μισθός στη χώρα μας αυξήθηκε μόλις κατά 1,5%, σημειώνοντας τη χαμηλότερη αύξηση του μέσου ετήσιου εισοδήματος μεταξύ όλων των χωρών του ΟΟΣΑ.
Αναλυτικότερα, το 2012 ο μέσος ετήσιος μισθός των Ελλήνων άγγιζε τα 24.339 ευρώ, ωστόσο μετά από μια ολόκληρη δεκαετία οι απολαβές στην Ελλάδα αυξήθηκαν μόλις 370 ευρώ, με τον μέσο μισθό να διαμορφώνεται στα 24.709 ευρώ. Την ίδια στιγμή που οι τιμές των ακινήτων συνεχίζουν να ανεβαίνουν ταχύτατα την τελευταία πενταετία, διευρύνοντας ακόμα περισσότερο το χάσμα με τις μισθολογικές απολαβές των πολιτών. Τα ακριβότερα ενοίκια συγκεντρώνονται περισσότερο σε αστικές περιοχές, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όπου τα νοικοκυριά ξοδεύουν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για τη στέγασή τους,
Ειδικότερα, με βάση τα πρόσφατα στοιχεία του τρίτου τριμήνου του 2023 του Spitogatos, προκύπτει ότι στην Αττική η μέση ζητούμενη τιμή ενοικίασης διαμορφώνεται σε 9,25 ευρώ/τ.μ., αυξημένη κατά 8,2% σε ετήσια βάση, ενώ σε σχέση με το 2019 σημειώνει άνοδο της τάξης του 37%. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, ότι οι μεγαλύτερες αυξήσεις εντοπίζονται στις πιο φθηνές περιοχές της Αττικής, όπου οι αξίες ήταν περισσότερο «συμπιεσμένες», εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που προηγήθηκε. Στο κέντρο της Αθήνας, παρατηρείται αύξηση κατά 10,9% στα 10 ευρώ/τ.μ., ενώ στα νότια προάστια, η μέση τιμή αγγίζει τα 12 ευρώ/τ.μ., όντας υψηλότερη κατά 9,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Στα βόρεια προάστια, η αύξηση είναι της τάξεως του 7,7%, στα 10,8 ευρώ/τ.μ.
Η συνεχής άνοδος των ενοικίων αναγκάζει την πλειοψηφία των νοικοκυριών να βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη, καθώς η αποπληρωμή των στεγαστικών τους υποχρεώσεων «τρώει» ένα μεγάλο μέρος του μηνιαίου εισοδήματός του. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και η πρόσφατη ανάλυση της Attica Bank, περίπου το 25% των ελληνικών νοικοκυριών δαπανούν πάνω από το 40% του εισοδήματος τους για τις ανάγκες στέγασης. Συγκεκριμένα, όπως αποκαλύπτει και η βρετανική εταιρεία Online Mortgage Advisor, στην Αθήνα απαιτείται ο μισός μισθός των εργαζομένων για τα ενοίκια, δηλαδή το 55,9%. Στη Θεσσαλονίκη, χρειάζεται κανείς να δαπανήσει το 53,55% του μισθού του, ενώ στην Πάτρα απαιτείται το 46,36% και στο Ηράκλειο το 45%. Έτσι, το 76,9% των ενοικιαστών εφόσον πληρώσουν τα έξοδα του σπιτιού, κάνει περικοπές στα βασικά αγαθά ή λαμβάνει οικονομική βοήθεια από τρίτους.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο και συγκεκριμένα σε 26 χώρες, οι τιμές των ενοικίων, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, δείχνουν ότι μεταξύ του 2010 και του δεύτερου τριμήνου του 2023, αυξήθηκαν κατά 21%. Ωστόσο, ο ετήσιος μέσος μισθός αυξήθηκε στην πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών σημαντικά κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Λιθουανία, που ενώ καταγράφει αύξηση στις τιμές των ενοικίων κατά 168%, ο μέσος μισθός τα τελευταία δέκα χρόνια έχει αυξηθεί κατά 82,4%, αντιπροσωπεύοντας αύξηση σχεδόν 19.000 ευρώ. Στην Ισπανία όπου οι τιμές ενοικίων έχουν αυξηθεί κατά 25%, ο μέσος μισθός έχει αυξηθεί κατά 17,9%.
Εκτός από την Ελλάδα, πάνω από το 30% του εισοδήματός τους για τη στέγαση ξοδεύουν και οι σκανδιναβικές χώρες, ενώ ακολουθεί η Δανία και η Ισλανδία όπου το μέσο νοικοκυριό ξοδεύει το 28%. Σε καλύτερη μοίρα είναι η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, καθώς σε χώρες όπως για παράδειγμα η Κροατία, η Βουλγαρία, η Τσεχία και η Σλοβενία οι πολίτες ξοδεύουν λίγο πάνω από το 10% του μισθού τους για το ενοίκιο, ενώ το λιγότερα έξοδα για τη στέγαση έχουν τα νοικοκυριά της Μάλτας τα οποία δαπανούν μόλις το 3%.