Η Ελλάδα αποδείχθηκε η πιο ακριβή χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση για το βρεφικό γάλα (έως 213%) αλλά δεν είναι η μόνη χώρα που λαμβάνει μέτρα, δεδομένου ότι οι πληθωριστικές πιέσεις, με την αύξηση του κόστους διαβίωσης που επιφέρουν, δυσκολεύουν παντού στον κόσμο τους νέους γονείς να ανταποκριθούν στη διατροφή των μωρών τους, γεγονός που αναδεικνύει ευθύνες για τους προμηθευτές.

Στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου το βρεφικό γάλα έφτασε να βρίσκεται μεταξύ των προϊόντων με υψηλά ποσοστά κλοπών στα σούπερ μάρκετ. Στη χώρα διεξάγεται έρευνα καθώς οι ρυθμιστικές αρχές (Competition and Markets Authority-CMA) διαπιστώνουν ότι οι τιμές μπορεί να μειώθηκαν το τελευταίο διάστημα αλλά παραμένουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Είχε προηγηθεί η δημοσίευση έκθεσης τον Νοέμβριο που έδειχνε ότι η τιμή της βρεφικής φόρμουλας γάλακτος είχε αυξηθεί κατά 25% σε διάστημα δύο ετών.

Η έκθεση της CMA επιρρίπτει εν πολλοίς ευθύνες στους προμηθευτές για αύξηση τιμών πάνω από το κόστος που επωμίστηκαν λόγω της κρίσης. Από την άλλη μεριά, διαπιστώνει μια τάση που επιβεβαιώνεται και σε άλλες αγορές, ότι δηλαδή οι αγοραστές συνήθως αλλάζουν σε φθηνότερες μάρκες όταν είναι διαθέσιμες, αλλά αυτό δεν έχει συμβεί στα βρεφικά γάλατα. Η αξιοπιστία των ισχυρών σημάτων και οι πιστοποιήσεις που παρέχουν είναι πιθανόν το πιο σημαντικό κίνητρο για την πιστότητα των καταναλωτών αλλά αναμένονται νέα στοιχεία για το αν τελικά οι καταναλωτές λαμβάνουν τις σωστές πληροφορίες για το τι αγοράζουν, αν υπάρχουν εμπόδια στην είσοδο νέων προμηθευτών στην αγορά και αν λειτουργεί σωστά ο ανταγωνισμός.

Υπενθυμίζεται ότι εν μέσω πανδημίας και παρά το γεγονός ότι το βρεφικό γάλα είναι ένα από τα πιο αυστηρά ελεγχόμενα προϊόντα διατροφής από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) στις ΗΠΑ, πολλοί καταναλωτές αναζητούσαν μέσω διαδικτύου ευρωπαϊκές μάρκες επειδή θεωρούσαν ότι ορισμένες φόρμουλες παρασκευάζονται από κατσικίσιο γάλα ή γάλα από αγελάδες που εκτρέφονται σε βοσκότοπους και επειδή είχαν την εντύπωση ότι οι ευρωπαϊκές παιδικές τροφές είναι υψηλότερης ποιότητας λόγω των αυστηρότερων ευρωπαϊκών κανονισμών. Πολλοί καταναλωτές αψηφούσαν τότε τα κόστη για την εισαγωγή αυτών των προϊόντων αλλά έκτοτε ακολούθησαν κύματα ανατιμήσεων που άλλαξαν τις καταναλωτικές επιλογές σε όλο τον κόσμο.

Υπενθυμίζεται ότι στη Γαλλία η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει τον «πληθωρισμό απληστίας» έφτασε να πιέσει τις εταιρείες τροφίμων να περιορίσουν τα «αδικαιολόγητα» κέρδη απειλώντας ακόμη και με την επιβολή φόρων εάν δεν μειώσουν τις τιμές.

Ακόμη και στον Καναδά καταγράφονται αντιδράσεις από τους καταναλωτές που πληρώνουν αυξημένες τιμές στο βρεφικό γάλα, πάνω από 20% σε ένα χρόνο, σύμφωνα με την τοπική Στατιστική Υπηρεσία. Σημειώνεται ότι στις αρχές του 2022 έκλεισε με εντολή του FDA εργοστάσιο της Abbot στο Μίσιγκαν, σε συνέχεια ανάκλησης προϊόντων φόρμουλας, γεγονός που επιβάρυνε την προσφορά στην τοπική αγορά και τις τιμές.

Με την καταναλωτική ζήτηση να παραμένει ανθεκτική και τα εταιρικά κέρδη να συνεχίζουν να τροφοδοτούν τις πληθωριστικές πιέσεις οι κυβερνήσεις σε πολλές χώρες καταφεύγουν σε φόρους και πλαφόν στα περιθώρια κέρδους για να διαχειριστούν την κρίση τιμών.
Παγκοσμίως, οι Nestle και Danone, με έδρα στην Ελβετία και τη Γαλλία αντίστοιχα, θεωρούνται «συνήθεις ύποπτοι», καθώς ελέγχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά. Ακολουθούν η δανέζικη Arla Foods, η κινέζικη Yili Group, η αμερικάνικη Αbbott κ.ο.κ.. Για παράδειγμα στο Ηνωμένο Βασίλειο τα σήματα της Danone ελέγχουν το 70% της αγοράς στη συγκεκριμένη κατηγορία, με επιπλέον 14% να ελέγχει η Nestle. Αθροίζουν επίσης τη μερίδα του λέοντος ακόμη και σε χώρες που υπάρχει έντονος διεθνής αλλά και τοπικός ανταγωνισμός, όπως για παράδειγμα στην Ελλάδα όπου δραστηριοποιούνται ισχυρές διεθνείς εταιρείες όπως η FrieslandCampina, που έχει στο χαρτοφυλάκιό της και το ΝουΝου αλλά και ελληνικά σήματα τόσο στο σούπερ μάρκετ, όπως ενδεικτικά η Γιώτης, με παρουσία στην αγορά παιδικών τροφών από το 1930 όσο και στο φαρμακείο, όπως π.χ. η Frezyderm που εισήγαγε το 2009 στην ελληνική αγορά βιολογικό βρεφικό γάλα και σήμερα αντλεί περίπου 15% του τζίρου της από προϊόντα βρεφικής διατροφής, με εξαγωγές σε δεκάδες χώρες.

Σημειώνεται επίσης ότι οι αποκλίσεις των τιμών της ελληνικής αγοράς συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές, που ανέδειξε πρόσφατα η έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού, δεν είναι σημερινό φαινόμενο και δεν προέκυψαν αποκλειστικά από τις επιπτώσεις των πρόσφατων κρίσεων. Η έλλειψη ελέγχων και παρακολούθησης των τιμών σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες συντηρούσε αποκλίσεις μεταξύ των αγορών αρκετά χρόνια, με βάση μελέτες. Επίσης δεν φαίνεται να ευθύνεται αποκλειστικά η βιομηχανία, καθώς στον εξορθολογισμό των τιμών θα μπορούσαν να συνεισφέρουν ακόμη και οι επαγγελματίες υγείας, δεδομένου ότι σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, πολλές εταιρείες που παρασκευάζουν βρεφικές φόρμουλες, στο πλαίσιο ενεργειών μάρκετινγκ, υποστηρίζουν και χρηματοδοτούν, εκτός από έρευνες σε συνεργασία με ακαδημαϊκούς φορείς και δράσεις παιδιατρικών και μαιευτικών εταιρειών και επιστημόνων υγείας.

Το πλαφόν στα περιθώρια κέρδους
Στη χώρα μας το υπουργείο Ανάπτυξης έχει θεσπίσει δέσμη μέτρων που θα ισχύσουν από 1η Μαρτίου και προβλέπει ότι θα δούμε μειώσεις τιμών σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης και ειδικά στο βρεφικό γάλα. Υπενθυμίζεται ότι θεσμοθετήθηκε πλαφόν στο μικτό περιθώριο κέρδους για το βρεφικό γάλα και δόθηκε διάστημα προσαρμογής στους προμηθευτές έως την 1η Μαρτίου. Οι εταιρείες είχαν την υποχρέωση να ενημερώσουν τη Μονάδα Ελέγχου της Αγοράς (ΔΙΜΕΑ) για τα στοιχεία καθορισμού του ύψους του λειτουργικού τους κόστους, προκειμένου να εφαρμοστεί από την 1.3.2024 ο νέος κανονισμός. Πρακτικά, το μικτό περιθώριο κέρδους δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το λειτουργικό κόστος της επιχείρησης με βάση τις οικονομικές καταστάσεις της προηγούμενης χρήσης, προσαυξημένο κατά 7% επί των καθαρών πωλήσεων και αφαιρουμένων των εκπτώσεων, των πιστώσεων ή άλλων παροχών ενώ δεν μπορεί το λειτουργικό κόστος της κατηγορίας να υπερβαίνει το μέσο λειτουργικό κόστος της επιχείρησης, όπως αποτυπώνεται στις οικονομικές καταστάσεις της τελευταίας δημοσιευμένης οικονομικής χρήσης, προσαυξημένο κατά 60%.

Οι προδιαγραφές και το μέγεθος
Σημειώνεται τέλος ότι η αγορά βρεφικού γάλακτος εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 8 δισ. δολ. μόνο στην Ευρώπη (Statista) και αντλεί έσοδα από τις πωλήσεις στα σούπερ μάρκετ, από το διαδίκτυο και από b2b πωλήσεις σε επαγγελματίες. Η βρεφική φόρμουλα περιλαμβάνει είδη γάλακτος που παρασκευάζονται ειδικά για βρέφη και μικρά παιδιά που δεν μπορούν ακόμη να καταναλώσουν στερεά τροφή ή που δεν μπορούν να θηλάσουν. Προορίζονται επίσης για παιδιά ηλικίας μεταξύ 1 και 3 ετών που δεν λαμβάνουν αρκετά θρεπτικά συστατικά από την κανονική τους διατροφή.

Το βρεφικό γάλα παρασκευάζεται συνήθως από αγελαδινό γάλα που έχει τροποποιηθεί για να είναι πιο εύπεπτο για τα μωρά και μπορεί να περιέχει πρόσθετα θρεπτικά συστατικά, όπως βιταμίνες και μέταλλα, για να διασφαλιστεί ότι τα βρέφη ή τα μικρά παιδιά λαμβάνουν όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζονται για υγιή ανάπτυξη. Η βρεφική φόρμουλα είναι ειδικά σχεδιασμένη για να μιμείται όσο το δυνατόν περισσότερο την περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά του μητρικού γάλακτος και διατίθεται στο εμπόριο σε μορφή σκόνης, υγρό συμπύκνωμα και σε μορφή έτοιμου προϊόντος για σίτιση.