Σχέδιο για την αύξηση των εφάπαξ βοηθηµάτων τόσο για τους δηµοσίους υπαλλήλους, τα οποία καταβάλλει το Ταµείο Πρόνοιας ∆ηµοσίων Υπαλλήλων, όσο και των υπόλοιπων Ταµείων επεξεργάζονται η κυβέρνηση και το αρµόδιο υπουργείο Εργασίας προκειµένου να βάλουν φρένο στις συνεχείς µειώσεις που προκαλεί ο τρόπος υπολογισµού βάσει νόµου Κατρούγκαλου (ν.4387/16), ο οποίος άλλαξε επί τα χείρω, µε τις µειώσεις να αγγίζουν το 23%.

Η πρόταση

Στο τραπέζι έχει πέσει πρόταση για αλλαγή του τρόπου υπολογισµού, καθώς πρόκειται αµιγώς για εισφορές εργαζοµένων που δεν επηρεάζουν τον προϋπολογισµό και ως εκ τούτου δεν δηµιουργούν κάποιο δηµοσιονοµικό θέµα παρά µόνο θέµα δικαιοσύνης. Και αυτό, γιατί το εφάπαξ µειώνεται χρόνο µε τον χρόνο σε όλα τα Ταµεία, καθώς µε τις αλλαγές στον τρόπο υπολογισµού των ποσών που δικαιούνται όσοι βγαίνουν στη σύνταξη, από το 2014 και µετά, ένα µέρος του εφάπαξ έχει µετατραπεί σε άτοκη επιστροφή εισφορών. Υπάρχουν, ωστόσο, φορείς Πρόνοιας που καταβάλλουν πολύ υψηλά εφάπαξ σε σχέση µε τα υπόλοιπα Ταµεία, ωστόσο και αυτά τα ποσά είναι µικρότερα σε σχέση µε το παρελθόν και κυρίως πριν εφαρµοστεί ο νέος τρόπος υπολογισµού. Τα µεγαλύτερα ποσά καταβάλλονται από Ταµεία του ιδιωτικού τοµέα και από Ταµεία ∆ΕΚΟ. Στις πληρωµές του πρώτου διµήνου του 2024, ο τοµέας Πρόνοιας Λιµενεργατών κατέβαλε εφάπαξ πάνω από 120.000 ευρώ, το υψηλότερο ποσό από όλα τα ταµεία. Στα Ταµεία των ∆ΕΚΟ και των τραπεζών που λειτουργούν εντός του ΕΦΚΑ τα εφάπαξ κυµαίνονται µεταξύ 30.000 ευρώ και 58.000 ευρώ.

screenshot_2024-04-25_100400

Το μέσο ποσό

Αντίθετα, το µέσο εφάπαξ για το ∆ηµόσιο διαµορφώνεται σε 22.390 ευρώ, ενώ το µέσο εφάπαξ που πληρώθηκαν το 2023 συνολικά 30.821 συνταξιούχοι του ∆ηµοσίου ήταν 24.417 ευρώ. Η αλλαγή του υπολογισµού πλήττει κυρίως τους δηµοσίους υπαλλήλους, και µάλιστα τους νεότερους, γιατί το καλό τµήµα του εφάπαξ είναι αυτό που αντιστοιχεί στις εισφορές που κατέβαλαν έως το 2013. Οι νεότεροι υπάλληλοι του ∆ηµοσίου όµως, που θα έχουν τα µισά ή τα περισσότερα χρόνια της υπηρεσίας τους µετά το 2014, θα πάρουν λιγότερα από το καλό τµήµα του εφάπαξ για τα χρόνια έως το 2013 και άτοκη επιστροφή εισφορών για τα περισσότερα χρόνια που θα διανύσουν µετά το 2014.

Ο κανόνας που εισήγαγε ο νόµος 4387/2016 είναι ότι το εφάπαξ για τα ίδια έτη ασφάλισης βαίνει µειούµενο κάθε χρόνο για όσους συνταξιοδοτούνται από την 1/1/2014 και µετά. Για να ισοφαρίσουν οι ασφαλισµένοι τις απώλειες, θα πρέπει να παραµείνουν περισσότερα χρόνια.

Για παράδειγµα, υπάλληλος που συνταξιοδοτήθηκε από το ∆ηµόσιο το 2013 µε 37 έτη και µισθό 1.600 ευρώ πήρε εφάπαξ 35.520 ευρώ, ενώ ένας υπάλληλος που αποχώρησε το 2022 µε 37ετία και τον ίδιο περίπου µισθό πήρε εφάπαξ 27.372 ευρώ. Η µείωση που προκαλεί ο νόµος Κατρούγκαλου µε την άτοκη επιστροφή εισφορών στο εφάπαξ είναι σχεδόν 10.000 ευρώ σε µία 10ετία (2023 έναντι 2013) και όσο αυξάνονται τα έτη µε τις άτοκες επιστροφές από το 2014 και µετά οι απώλειες θα µεγαλώνουν.

Η “καλή πενταετία”

Η πρόταση για αλλαγή του τρόπου υπολογισµού του εφάπαξ αφορά την επέκταση της 5ετίας 2009-2013 που χρησιµοποιείται σήµερα για τον υπολογισµό του καλύτερου τµήµατος του εφάπαξ, ώστε να είναι πιο κοντά στην ηλικία συνταξιοδότησης. Κατ’ επέκταση, να υπολογίζεται η τελευταία πενταετία πριν από τη συνταξιοδότηση.

Η πρόταση βρίσκεται ήδη στο τραπέζι αρµόδιων υπηρεσιακών παραγόντων από τα Ταµεία Πρόνοιας του ∆ηµοσίου, καθώς διαπιστώνεται πλέον ότι ο διαχωρισµός του εφάπαξ σε δύο µέρη, ένα για τα έτη ασφάλισης έως το 2013 και ένα για τα έτη από το 2014 και µετά, έχει ηµεροµηνία λήξης, καθώς χρόνο µε τον χρόνο το εφάπαξ θα µειώνεται για όλο και περισσότερους ασφαλισµένους, οι οποίοι θα αποµακρύνονται από την «καλή 5ετία».