Προ των πυλών νέων αναβαθμίσεων στους στόχους κερδοφορίας και άλλα βασικά μεγέθη του ισολογισμού τους, βρίσκεται ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος, με εφαλτήριο τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου. Η θετική πορεία των βασικών δεικτών, σε συνδυασμό με τις οικονομικές προοπτικές ευρύτερα της χώρας και σε συνάρτηση με την πολύ προσεγμένη πολιτική που θα ακολουθηθεί στο πλαίσιο της μείωσης επιτοκίων, όχι μόνο βρίσκουν σύμφωνα τα business plans που έχουν τεθεί, αλλά, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για νέες αναβαθμίσεις στόχων.

Μάλιστα, το μήνυμα που έχουν στείλει στην επενδυτική κοινότητα και στους αναλυτές των χρηματοοικονομικών οίκων με τους οποίους έχουν επαφές είναι -κάτι που ειπώθηκε σθεναρά και στις παρουσιάσεις αποτελεσμάτων του πρώτου τριμήνου που έλαβαν χώρα τον Μάιο- ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα με αφετηρία τα αποτελέσματα του β’ τριμήνου (τα οποία θα αρχίσουν να ανακοινώνονται τέλη Ιουλίου – αρχές Αυγούστου) να προβούν οι τράπεζες σε ανοδική αναθεώρηση στόχων. Ειδική αναφορά έκαναν στο περιθώριο των παρουσιάσεων όλοι οι CEOs των τραπεζών, Χ. Μεγάλου (Πειραιώς), Β. Ψάλτης (Alpha), Φ. Καραβίας (Eurobank) και Π. Μυλωνάς (Εθνική).


Την αρχή έκανε η Τράπεζα Πειραιώς, που ενημέρωσε το επενδυτικό κοινό και την αγορά για την αναβάθμιση του guidance της κερδοφορίας της σε 1 δισ. ευρώ για το 2024. Η Πειραιώς, που επιλέγει να συγκρίνει εαυτόν με βασικές ευρωπαϊκές τράπεζες αναφορικά με θεμελιώδη μεγέθη της, δεν είναι η μόνη τράπεζα που προχώρησε σε ανοδική αναθεώρηση του στόχου κερδών. Οι εξελίξεις ανά τραπεζικό όμιλο, τους αφήνουν περιθώρια να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους των επιχειρησιακών σχεδίων, προς ένα υψηλότερο επίπεδο. Και προς αυτή την κατεύθυνση, οι γενικότερες εξελίξεις στο μέτωπο των επιτοκίων που δεν αντανακλούν επιθετικό σήμα αποκλιμάκωσης, βοηθούν στα έντοκα έσοδα.

Να σημειωθεί επ΄ αυτού ότι οι Έλληνες τραπεζίτες φαίνεται να συμμερίζονται πλέον την εκτίμηση ότι αντί για τρεις πτωτικές κινήσεις στα επιτόκια του ευρώ -με την πρώτη να αρχίζει να «γράφει» από τις 12 Ιουνίου- οι αγορές θα… «αναγκαστούν» να δεχθούν τελικά ίσως μόνο δύο, με το κόστος χρηματοδότησης να μειώνεται ως το τέλος του έτους κατά μισή μόλις ποσοστιαία μονάδα. Αν και η μείωση των επιτοκίων που σηματοδοτεί ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης θα επιταχύνει την πιστωτική επέκταση φέρνοντας νέα έσοδα από τόκους, όσο καθυστερεί και γίνεται μετρημένα, σταδιακά και ελεγχόμενα, «προστατεύει» τα οργανικά έσοδα των τραπεζών από μια ξαφνική και μαζική απώλεια.


Το στόρι των αναβαθμίσεων στους στόχους για το 2024, δεν είναι ανεξάρτητο από το οικονομικό περιβάλλον της χώρας που περιμένει τη δική της ανακατάταξη σε καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας, από τη Moody’s -τελευταίος οίκος που μένει να αποδώσει investment grade κατάταξη στο ελληνικό αξιόχρεο- πιθανότατα το φθινόπωρο. Οι τράπεζες λόγω του δικού τους υψηλού ρυθμού ανάπτυξης άρχισαν και λαμβάνουν investment grade από διεθνείς οίκους αξιολόγησης και μάλιστα, η Eurobank έκανε προχθές την έκπληξη, καθώς έλαβε Investment Grade (IG) διαβάθμιση από τη Moody’s , πριν το αποδώσει ο ίδιος οίκος στην ελληνική οικονομία. Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη ελληνική τράπεζα της οποίας το χρέος αξιολογήθηκε στο IG από έναν από τους top 3 διεθνείς οίκους αξιολόγησης και μάλιστα δύο βαθμίδες πάνω από το «κατώφλι» (threshold) του rating.

Λίγο καιρό πιο πριν, στις 30 Απριλίου, η Εθνική Τράπεζα έγινε η πρώτη ελληνική τράπεζα που απέκτησε κατάταξη σε επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας. Το IG rating το απέδωσε στην Τράπεζα ο διεθνής οίκος MorningStar DBRS.


Τα σημεία κλειδιά των ελληνικών τραπεζών που βρίσκονται ενόψει νέων αναβαθμίσεων και πιθανόν ανοδικών αναθεωρήσεων στόχων εστιάζουν στα εξής:

Υγιής ισολογισμός, καθαρός από κόκκινα δάνεια, με τον δείκτη NPE σε ιστορικά χαμηλά (συγκριτικά με προηγούμενες χρονιές).
Ισχυρά κεφαλαιακά μαξιλάρια «buffets» ικανά να απορροφήσουν τους κραδασμούς μιας χρηματοοικονομικής κρίσης. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών από τους υψηλότερους στην Ευρώπη.
Υψηλή παρουσία ρευστότητας (δείκτης LCR) που αποτυπώνεται στην ανοδική πορεία των καταθέσεων με τον δείκτη καταθέσεων προς δάνεια να έχει πολύ μεγάλα περιθώρια πιστωτικής επέκτασης.
Μεγάλα μερίδια στις χορηγήσεις και ενισχυμένη χρηματοδοτική θέση, που αποτελεί και από μόνο του έναν από τους στόχους που πιθανόν αναθεωρηθούν.
Εξάλλου, τα guidances που αναβαθμίζονται για παραπάνω επίπεδα κερδοφορίας, κυρίως αναθεωρούνται από τις νέες προβλέψεις που αφορούν τους ρυθμούς χορήγησης νέων δανείων και φυσικά, την πορεία των οργανικών εσόδων (τόκοι, προμήθειες).