Μεγάλη στροφή 10 δισ. ευρώ στην εναλλακτική αποταμίευση
Μεγάλη στροφή σε εναλλακτικά αποταμιευτικά προϊόντα και έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου, έφεραν τα χαμηλά επιτόκια στις απλές καταθέσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κυριακάτικης Απογευματινής», τα εναλλακτικά αποταμιευτικά/επενδυτικά προϊόντα target maturity που δημιούργησαν οι εταιρείες Αμοιβαίων Κεφαλαίων και διέθεταν οι τράπεζες, προκειμένου να προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις στους αποταμιευτές, συγκέντρωσαν κεφάλαια, ύψους 5,8 δισ. ευρώ κατά την τελευταία τριετία που κυκλοφορούν στην αγορά, ενώ μόνο τη φετινή χρονιά προσέλκυσαν αποταμιευτικά κεφάλαια 2,8 δισ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή, τα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου που αγοράστηκαν από φυσικά πρόσωπα υπολογίζονται σε 4,6 δισ. ευρώ, χωρίς στο ποσό αυτό να περιλαμβάνονται τα έντοκα που κατευθύνθηκαν σε ασφαλιστικά ταμεία, θεσμικούς επενδυτές και μη κατοίκους Ελλάδας. Εκτός των παραπάνω, κεφάλαια 3,2 δισ. ευρώ μπήκαν σε Αμοιβαία Κεφάλαια το α’ εξάμηνο της φετινής χρονιάς.
Μέσω των παραπάνω εναλλακτικών τοποθετήσεων, οι καταθέτες μπόρεσαν να λάβουν αποδόσεις σημαντικά υψηλότερες από αυτές των προθεσμιακών καταθέσεων, πολλώ δε μάλλον του απλού ταμιευτηρίου. Οι αποδόσεις αυτές κινήθηκαν στα επίπεδα του 3% – 3,50%, ενώ έφτασαν και το 4% στην αρχική έκδοση των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου, τα οποία λανσαρίστηκαν από το Υπουργείο Οικονομικών ως λαϊκά ομόλογα (με δυνατότητα τοποθέτησης μέχρι και 15.000 ευρώ ανά ΑΦΜ και χωρίς τη φορολόγηση 15% των τόκων, όπως ισχύει για τις καταθέσεις). Οι αποδόσεις των εντόκων του Ελληνικού Δημοσίου υποχώρησαν μεν, αλλά παραμένουν ακόμη υψηλές (η τελευταία έκδοση ετησίων εντόκων γραμματίων που έγινε από τον ΟΔΔΗΧ στις 4 Σεπτεμβρίου έκλεισε με επιτόκιο 2,82%, έναντι 3,34% της προηγούμενης δημοπρασίας στις 5 Ιουνίου).
Στις απλές προθεσμιακές καταθέσεις οι αποδόσεις, για μεγάλα ποσά, άνω των 100.000 ευρώ, κινήθηκαν στο 1,50% – 2,25%.
Συνδυασμός κατάθεσης και επένδυσης
Καθώς το ζητούμενο των καταθετών ήταν να βρουν αποδόσεις που να καλύπτουν όσο το δυνατόν περισσότερο από την άνοδο του πληθωρισμού, οι τράπεζες διαμόρφωσαν προϊόντα συνδυασμού κατάθεσης και επένδυσης, με αποδόσεις μέχρι 2,80%. Στα προϊόντα αυτά, οι τράπεζες δημιούργησαν μια αναλογία προθεσμιακής κατάθεσης που κινείται από 50% – 50% με επένδυση ή 70% – 30% και 80% – 20%, όπου το μεγαλύτερο ποσοστό αφορούσε πάντα σε κατάθεση προθεσμίας.
Παράλληλα, οι τράπεζες δημιούργησαν ελκυστικά επενδυτικά προγράμματα, που ανανέωναν ανά μήνα και τα οποία προσέφεραν έναν συνδυασμό προστασίας κεφαλαίου και μερισματικής απόδοσης η οποία ξεπερνούσε το 3%. Τα προϊόντα αυτά έχουν επενδυτικό χαρακτήρα και μεσομακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα, ενώ η δομή τους βασίζεται σε αμοιβαία κεφάλαια, τα οποία αξιοποιούν κάθε φορά τις τάσεις της αγοράς για να προσφέρουν στον επενδυτή υψηλότερες αποδόσεις. Στην κατηγορία αυτή, ιδιαίτερα δημοφιλή έγιναν τα προϊόντα target maturity που επένδυαν σε ομόλογα και είχαν σταθερό επιτόκιο. Τα προϊόντα αυτά προσφέρονται από τις τράπεζες για διάρκειες 2 – 5 ετών, ενώ συχνά συνδυάζονται και με καταβολή μερίσματος στον καταθέτη (το μέρισμα προκύπτει από την μη επανεπένδυση κάποιων κουπονιών των ομολόγων). Σημειώνεται, πάντως, ότι η είσοδος της ΕΚΤ στον καθοδικό κύκλο των επιτοκίων, αναμένεται να μειώσει τη ζήτηση και τις αποδόσεις των προϊόντων target maturity.
Όλα τα παραπάνω, όταν σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος για τον μήνα Ιούλιο 2024, στις νέες καταθέσεις το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο παρέμεινε αμετάβλητο, στο 0,57%, τα μέσα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά και επιχειρήσεις παρέμειναν αμετάβλητα στο 0,03% και 0,20% αντίστοιχα και στις προθεσμιακές, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 1,87%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 5 μονάδες βάσης, στο 3,11%.
Σημειώνεται ότι τα επιτόκια καταθέσεων παρέμειναν γενικά αμετάβλητα αντί να ακολουθήσουν τη μείωση επιτοκίων της ΕΚΤ, κάτι που όμως είναι αναπόφευκτο στην πορεία καθώς η ΕΚΤ έχει εισέλθει σε καθοδικό κύκλο επιτοκίων, όπως πιστοποίησε και η δεύτερη μείωση (κατά 0,25 της μονάδας, όπως και η πρώτη) που έκανε στις 12 Σεπτεμβρίου. Μέχρι το τέλος του έτους, η αγορά αναμένει άλλες δύο μειώσεις επιτοκίων και συνέχεια των μειώσεων την επόμενη χρονιά. Οι μειώσεις επιτοκίων, πάντως, δεν θα έρθουν για τους καταθέτες του ταμιευτηρίου, το οποίο έχει συμβολικό επιτόκιο, και οι ελληνικές τράπεζες δεν ανατιμολόγησαν ούτε στα αρνητικά επίπεδα των ευρωπαϊκών επιτοκίων (μειώνοντας τα επιτόκια ταμιευτηρίου υπό το μηδέν), ούτε αργότερα στα υψηλά τους. Εκτεθειμένες στη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι οι καταθέσεις προθεσμίας.
Ωστόσο, καμία τράπεζα δεν αναμένεται να υιοθετήσει άμεσα και ισόποσα τις κινήσεις της ΕΚΤ, μειώνοντας τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων, καθώς έτσι θα διακινδύνευε να χάσει πελατεία που θα στραφεί σε άλλες τράπεζες με υψηλότερα επιτόκια. Οι μειώσεις επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις μπορεί να φτάσουν αθροιστικά το 0,20 της μονάδας μέχρι την επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Οκτώβριο.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κυριακάτικης Απογευματινής», τα εναλλακτικά αποταμιευτικά/επενδυτικά προϊόντα target maturity που δημιούργησαν οι εταιρείες Αμοιβαίων Κεφαλαίων και διέθεταν οι τράπεζες, προκειμένου να προσφέρουν υψηλότερες αποδόσεις στους αποταμιευτές, συγκέντρωσαν κεφάλαια, ύψους 5,8 δισ. ευρώ κατά την τελευταία τριετία που κυκλοφορούν στην αγορά, ενώ μόνο τη φετινή χρονιά προσέλκυσαν αποταμιευτικά κεφάλαια 2,8 δισ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή, τα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου που αγοράστηκαν από φυσικά πρόσωπα υπολογίζονται σε 4,6 δισ. ευρώ, χωρίς στο ποσό αυτό να περιλαμβάνονται τα έντοκα που κατευθύνθηκαν σε ασφαλιστικά ταμεία, θεσμικούς επενδυτές και μη κατοίκους Ελλάδας. Εκτός των παραπάνω, κεφάλαια 3,2 δισ. ευρώ μπήκαν σε Αμοιβαία Κεφάλαια το α’ εξάμηνο της φετινής χρονιάς.
Μέσω των παραπάνω εναλλακτικών τοποθετήσεων, οι καταθέτες μπόρεσαν να λάβουν αποδόσεις σημαντικά υψηλότερες από αυτές των προθεσμιακών καταθέσεων, πολλώ δε μάλλον του απλού ταμιευτηρίου. Οι αποδόσεις αυτές κινήθηκαν στα επίπεδα του 3% – 3,50%, ενώ έφτασαν και το 4% στην αρχική έκδοση των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου, τα οποία λανσαρίστηκαν από το Υπουργείο Οικονομικών ως λαϊκά ομόλογα (με δυνατότητα τοποθέτησης μέχρι και 15.000 ευρώ ανά ΑΦΜ και χωρίς τη φορολόγηση 15% των τόκων, όπως ισχύει για τις καταθέσεις). Οι αποδόσεις των εντόκων του Ελληνικού Δημοσίου υποχώρησαν μεν, αλλά παραμένουν ακόμη υψηλές (η τελευταία έκδοση ετησίων εντόκων γραμματίων που έγινε από τον ΟΔΔΗΧ στις 4 Σεπτεμβρίου έκλεισε με επιτόκιο 2,82%, έναντι 3,34% της προηγούμενης δημοπρασίας στις 5 Ιουνίου).
Στις απλές προθεσμιακές καταθέσεις οι αποδόσεις, για μεγάλα ποσά, άνω των 100.000 ευρώ, κινήθηκαν στο 1,50% – 2,25%.
Συνδυασμός κατάθεσης και επένδυσης
Καθώς το ζητούμενο των καταθετών ήταν να βρουν αποδόσεις που να καλύπτουν όσο το δυνατόν περισσότερο από την άνοδο του πληθωρισμού, οι τράπεζες διαμόρφωσαν προϊόντα συνδυασμού κατάθεσης και επένδυσης, με αποδόσεις μέχρι 2,80%. Στα προϊόντα αυτά, οι τράπεζες δημιούργησαν μια αναλογία προθεσμιακής κατάθεσης που κινείται από 50% – 50% με επένδυση ή 70% – 30% και 80% – 20%, όπου το μεγαλύτερο ποσοστό αφορούσε πάντα σε κατάθεση προθεσμίας.
Παράλληλα, οι τράπεζες δημιούργησαν ελκυστικά επενδυτικά προγράμματα, που ανανέωναν ανά μήνα και τα οποία προσέφεραν έναν συνδυασμό προστασίας κεφαλαίου και μερισματικής απόδοσης η οποία ξεπερνούσε το 3%. Τα προϊόντα αυτά έχουν επενδυτικό χαρακτήρα και μεσομακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα, ενώ η δομή τους βασίζεται σε αμοιβαία κεφάλαια, τα οποία αξιοποιούν κάθε φορά τις τάσεις της αγοράς για να προσφέρουν στον επενδυτή υψηλότερες αποδόσεις. Στην κατηγορία αυτή, ιδιαίτερα δημοφιλή έγιναν τα προϊόντα target maturity που επένδυαν σε ομόλογα και είχαν σταθερό επιτόκιο. Τα προϊόντα αυτά προσφέρονται από τις τράπεζες για διάρκειες 2 – 5 ετών, ενώ συχνά συνδυάζονται και με καταβολή μερίσματος στον καταθέτη (το μέρισμα προκύπτει από την μη επανεπένδυση κάποιων κουπονιών των ομολόγων). Σημειώνεται, πάντως, ότι η είσοδος της ΕΚΤ στον καθοδικό κύκλο των επιτοκίων, αναμένεται να μειώσει τη ζήτηση και τις αποδόσεις των προϊόντων target maturity.
Όλα τα παραπάνω, όταν σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος για τον μήνα Ιούλιο 2024, στις νέες καταθέσεις το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο παρέμεινε αμετάβλητο, στο 0,57%, τα μέσα επιτόκια των καταθέσεων μίας ημέρας από νοικοκυριά και επιχειρήσεις παρέμειναν αμετάβλητα στο 0,03% και 0,20% αντίστοιχα και στις προθεσμιακές, το μέσο επιτόκιο των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από νοικοκυριά παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 1,87%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των καταθέσεων από επιχειρήσεις μειώθηκε κατά 5 μονάδες βάσης, στο 3,11%.
Σημειώνεται ότι τα επιτόκια καταθέσεων παρέμειναν γενικά αμετάβλητα αντί να ακολουθήσουν τη μείωση επιτοκίων της ΕΚΤ, κάτι που όμως είναι αναπόφευκτο στην πορεία καθώς η ΕΚΤ έχει εισέλθει σε καθοδικό κύκλο επιτοκίων, όπως πιστοποίησε και η δεύτερη μείωση (κατά 0,25 της μονάδας, όπως και η πρώτη) που έκανε στις 12 Σεπτεμβρίου. Μέχρι το τέλος του έτους, η αγορά αναμένει άλλες δύο μειώσεις επιτοκίων και συνέχεια των μειώσεων την επόμενη χρονιά. Οι μειώσεις επιτοκίων, πάντως, δεν θα έρθουν για τους καταθέτες του ταμιευτηρίου, το οποίο έχει συμβολικό επιτόκιο, και οι ελληνικές τράπεζες δεν ανατιμολόγησαν ούτε στα αρνητικά επίπεδα των ευρωπαϊκών επιτοκίων (μειώνοντας τα επιτόκια ταμιευτηρίου υπό το μηδέν), ούτε αργότερα στα υψηλά τους. Εκτεθειμένες στη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ είναι οι καταθέσεις προθεσμίας.
Ωστόσο, καμία τράπεζα δεν αναμένεται να υιοθετήσει άμεσα και ισόποσα τις κινήσεις της ΕΚΤ, μειώνοντας τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων, καθώς έτσι θα διακινδύνευε να χάσει πελατεία που θα στραφεί σε άλλες τράπεζες με υψηλότερα επιτόκια. Οι μειώσεις επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις μπορεί να φτάσουν αθροιστικά το 0,20 της μονάδας μέχρι την επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Οκτώβριο.