Τα όσα διαδραματίστηκαν το τελευταίο διάστημα στο Πανεπιστημίου Αθηνών, η προκλητική δράση των κουκουλοφόρων στους δρόμους της πρωτεύουσας και ο δημόσιος προπηλακισμός που υφίσταται το πολιτικό προσωπικό, επαναφέρουν στο δημόσιο διάλογο ζητήματα που απασχολούσαν τη χώρα, χρόνια πριν.
Ως που φτάνει η έννοια της ελευθερίας του ατόμου ;

Ποια είναι η έννοια της δημόσιας ασφάλειας;
Και σε τελική ανάλυση, υπάρχουν όρια στη Δημοκρατία και πως καθορίζονται;
Πήρε πολλά χρόνια στη χώρα προκειμένου να αρχίσουν να απαντιούνται τα ερωτήματα αυτά με τρόπο νηφάλιο, τόσο από την κοινωνία όσο και απ τις πολιτικές δυνάμεις.

Και είναι αλήθεια ότι η ίδια η κοινωνία στάθηκε αρκετές φορές εμπόδιο στην απάντηση τους αφού υπήρξε ανεκτική σε ακραίες συμπεριφορές οργανωμένων μειοψηφιών , τις οποίες μάλιστα συχνά επικροτούσε.
Όσο και αν φαίνεται εξωπραγματικό, η έκφραση «τρομοκρατία που σας χρειάζεται», ακουγόταν αρκετά συχνά τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια από μεγάλη μερίδα Ελλήνων.

Πήρε επίσης πολλά χρόνια ώσπου η οργανωμένη πολιτεία και οι μηχανισμοί της να απενοχοποιηθούν στα μάτια των πολιτών και η δράση τους, να μην θεωρείται συνώνυμη με φασίζουσες νοοτροπίες που είχαν υιοθετηθεί κατά τη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας. Πέρασαν χρόνια για να ανακτηθεί η αυτοεκτίμηση των εργαζομένων στα σώματα ασφαλείας.

Χρειάστηκαν δεκαετίες από τη μεταπολίτευση, προκειμένου οι πολιτικές δυνάμεις τις χώρας να μετατοπισθούν από τη λογική της αλληλοκατηγορίας ,σε εκείνη της συνεννόησης για το αυτονόητο.

Ότι δηλαδή, η ελευθερία ενός ατόμου, πρέπει να σταματάει εκεί που αρχίζει να ενοχλεί την ελευθερία του άλλου και αυτό ακριβώς οφείλει να εγγυάται η πολιτεία με δημοκρατικό αλλά αποφασιστικό τρόπο.


Να γίνει, για παράδειγμα ,αποδεκτό ότι το πανεπιστημιακό άσυλο αφορά σε ιδέες και δεν μπορεί να καλύπτει εγκληματίες, η ότι οι κάμερες ασφαλείας χρησιμοποιούνται για την εξιχνίαση παραβατικών συμπεριφορών και όχι για την παρακολούθηση των πολιτών, ότι τα δείγματα DNA δεν συλλέγονται για να παραβιάζουν τα προσωπικά δεδομένα, ότι δεν μπορεί να υπάρχουν περιοχές της πρωτεύουσας που να θεωρούνται άβατες και ούτω καθεξής.


Τα τελευταία χρόνια, όλες οι κυβερνήσεις εργάστηκαν στην κατεύθυνση αυτή παρά τις αντιστάσεις που αντιμετώπιζαν από μια εξαιρετικά ευμετάβλητη κοινή γνώμη. Είχε αρχίσει επί τέλους, το αυτονόητο να γίνεται αποδεκτό και τα αποτελέσματα να γίνονται εμφανή.

Μοναδική εξαίρεση, ο χώρος της περιθωριακής αριστεράς. Αυτής δηλαδή που υπερασπιζόταν τρομοκράτες, που βάφτιζε κοινωνικούς αγωνιστές τους ποινικούς εγκληματίες ,που ονομάτιζε τη κλοπή «απαλλοτρίωση», που αγωνιζόταν υπέρ της κουκούλας, που θεωρούσε ότι το να καίγονται οι άνθρωποι σαν τα ποντίκια ήταν παράπλευρες απώλειες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα, είχε πάντα επιλεκτικές σχέσεις με το χώρο αυτό ενώ είναι σαφές ότι στελέχη του τον υποστήριξαν ανοιχτά ως και πολύ πρόσφατα.
Αυτό που δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί στην κυβέρνηση είναι ότι χώρος αυτός είναι φύσει απέναντι από την εξουσία σε κάθε της μορφή και αν θεωρούν ότι αρκούσε η εκλογή τους και μόνο για να ποδηγετηθεί, είναι μακριά νυχτωμένοι. Έχουν άλλωστε πάρει τα πρώτα δείγματα γραφής. Χωρίς να το έχουν καταλάβει, τους έχουν ήδη απέναντι.

Η ανοχή συνεπώς και πολύ περισσότερο η υποστήριξη στη γενικότερη κουλτούρα αυτού του χώρου, μόνο προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει στους ίδιους και ασφαλώς να γυρίσει τη χώρα πολλά χρόνια πίσω.