Από κόσκινο περνά η UBS την πρόταση που κατέθεσε η Αθήνα στους πιστωτές για την αναδιάρθρωση του χρέους. Ο ελβετικός επενδυτικός οίκος εκτιμά ότι η ελληνική πρόταση περιλαμβάνει κάποιες βιώσιμες λύσεις για την ελάφρυνση της χώρας, αλλά αμφισβητεί τον ισχυρισμό της Αθήνας ότι με τον τρόπο αυτό, μπορεί να θέσει το χρέος υπό έλεγχο μέσα σε 10 χρόνια.

Η ανάλυση της UBS ξεκινά με τη διαπίστωση ότι οι πιστωτές δεν θα έκαναν αποδεκτή οποιαδήποτε κίνηση ελάφρυνσης του χρέους που θα είχε τη μορφή του haircut. Όμως, ο οίκος θεωρεί ότι υπάρχει περιθώριο για κάποια αλλαγή στα επιτόκια και την περίοδο λήξης των δανείων διάσωσης, με την ελληνική πρόταση να πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, εξασφαλίζοντας κάπως μεγαλύτερη ελάφρυνση.

Η βασική ιδέα της πρότασης που κατέθεσε η Αθήνα είναι να μειωθεί περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους, που ήδη κινείται χαμηλότερα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της περιφέρειας.

Βασικά, η ελληνική πλευρά επιδιώκει να αντικαταστήσει τα ακριβότερα δάνεια και ομόλογά της (δηλαδή αυτά της ΕΚΤ και του ΔΝΤ) με φθηνότερα μακροπρόθεσμα δάνεια από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό διάσωσης ESM. Αυτό σημαίνει ότι θέλει: 

  1. Να αποπληρώσει τα ομόλογα που έχει στην κατοχή της η ΕΚΤ στην ονομαστική τους αξία, των 27 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό, θα γλιτώσει από την αποπληρωμή τους όταν αυτά θα ωριμάζουν τα επόμενα χρόνια και θα μειώσει τις πληρωμές τόκων. Επιπλέον, θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
  2. Να της επιστραφούν τα κέρδη που έβγαλε η ΕΚΤ όταν αγόρασε ελληνικά ομόλογα σε τιμές πολύ χαμηλότερες της ονομαστικής τους αξίας. Η Αθήνα θα χρησιμοποιήσει αυτά τα κέρδη, που υπολογίζονται στα 9 δισ. ευρώ, για να αποπληρώσει μέρος των δανείων που έχει λάβει από το ΔΝΤ και τα οποία ανέρχονται σε 21 δισ. ευρώ.
  3. Να επιμηκύνει την περίοδο ωρίμανσης των δανείων διάσωσης που έχει λάβει από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης ώστε να αντιμετωπίσει τα χρηματοδοτικά κενά του 2022 και του 2023. Ιδανικά, η Αθήνα μιλά για ένα perpetual bond (δηλαδή ένα ομόλογο που δεν αποπληρώνεται ποτέ, αλλά δίνει μόνο τόκους εις το διηνεκές), με τη UBS να θεωρεί πολιτικά πιο ρεαλιστική την εκδοχή ενός 100ετούς ομολόγου. Επιπλέον, η Αθήνα θέλει τα δάνεια να συνδεθούν με το ΑΕΠ, ώστε να μην πληρώνει καθόλου τόκους σε εποχές χαμηλής ανάπτυξης.

Κατά τη UBS, οι δύο πρώτες προτάσεις φαίνονται ρεαλιστικές και μπορεί να ενταχθούν στο τρίτο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας. Η τρίτη  πρόταση ίσως είναι πιο αποδεκτή σε ό,τι αφορά την επέκταση της ωρίμανσης, αλλά οι αναλυτές δεν πιστεύουν ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι έτοιμες να αποδεχθούν τη σύνδεση της αποπληρωμής του χρέους με την πορεία του ελληνικού ΑΕΠ. Και αυτό γιατί στην περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση δεν τηρήσει την υπόσχεσή της για μεταρρυθμίσεις που θα τονώσουν την οικονομία, οι πιστωτές θα πάρουν λιγότερα από τα χρήματά τους πίσω.

Σε κάθε περίπτωση, η UBS καταλήγει πως αυτά τα μέτρα δεν θα θέσουν το ελληνικό χρέος υπό έλεγχο σε 10 χρόνια, όπως ελπίζει η Αθήνα. Επιπλέον, χαρακτηρίζει ως μη ρεαλιστική την υπόθεση για μέσο ρυθμό ανάπτυξης 3,3% και για πρωτογενές πλεόνασμα 2,5% από το 2019 έως το 2024, πάνω στην οποία στηρίχθηκε η ελληνική πρόταση.