Του ΝΙΚΟΥ ΚΑΡΟΥΤΖΟΥ (από την εφημερίδα Παραπολιτικά)

Σε τέσσερις άξονες θα κινηθούν οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης που θα έχουν ενεργοποιηθεί στο σύνολό τους το αργότερο έως την 1η Ιανουαρίου 2015 και θα στοχεύουν στη συνολική λύση του προβλήματος των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων και νοικοκυριών. 

Οι παρεμβάσεις που θα γίνουν δεν θα αφορούν μόνο τις υποχρεώσεις προς τις τράπεζες, αλλά το σύνολο των οφειλών, ακόμα και αυτών έναντι του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων.

Ο πρώτος άξονας αφορά στην ολοκλήρωση του κώδικα δεοντολογίας καλών πρακτικών των τραπεζών, ο οποίος θα έχει διατάξεις υποχρεωτικού χαρακτήρα και θα λάβει τη μορφή Κανονιστικής Απόφασης από την Τράπεζα της Ελλάδος το προσεχές διάστημα. Ηδη έχει δοθεί προς συζήτηση το σχέδιο για τον συγκεκριμένο κώδικα και έχει προχωρήσει η διαβούλευση των τραπεζών με τα αρμόδια υπουργεία και την Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι αλλαγές που θα περιλαμβάνει το τελικό σχέδιο θα είναι ελάχιστες και τεχνικού χαρακτήρα. Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, εμφανίζεται υπέρμαχος της καθιέρωσης και εφαρμογής του Κώδικα Δεοντολογίας και, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν έδωσε κανένα περιθώριο στις τράπεζες, που εμμέσως πλην σαφώς ζήτησαν να μην έχει κανονιστικό χαρακτήρα ο κώδικας, επισημαίνοντας ότι το κάθε ίδρυμα εφαρμόζει τις δικές του πρακτικές στη διαχείριση των προβληματικών δανείων. 

Στον Κώδικα Δεοντολογίας εισάγεται για πρώτη φορά η έννοια της διαγραφής μέρους της οφειλής, καθώς προβλέπεται η αντικατάσταση των προβληματικών δανείων με νέα μικρότερου υπολοίπου. Η διαδικασία επίλυσης των καθυστερήσεων που προβλέπει ο Κώδικας αναφέρει συγκεκριμένα στάδια, με τελικό αυτό της διαδικασίας εξέτασης των ενστάσεων. 

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ. Οι δυνατότητες που προσφέρονται είναι αυτή της οριστικής διευθέτησης του χρέους και λύσεις με μεσοπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Οι βραχυπρόθεσμες λύσεις ρύθμισης περιλαμβάνουν επιλογές από την καταβολή τόκων μόνο κατά τη διάρκεια βραχυπρόθεσμης περιόδου, την παραχώρηση περιόδου χάριτος, αλλά και τη δυνατότητα μειωμένων δόσεων. Στις μεσοπρόθεσμες λύσεις περιλαμβάνονται η μόνιμη μείωση του επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου, η αλλαγή τύπου επιτοκίου (π.χ. από κυμαινόμενο σε σταθερό) και η παράταση της διάρκειας του δανείου. Ως οριστική διευθέτηση θεωρούνται λύσεις όπως η παραχώρηση του ακινήτου που έχει μπει υποθήκη, η μετατροπή μιας δανειακής σύμβασης σε σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, το sale and lease back ακινήτων και, φυσικά, το κούρεμα της οφειλής με τη μέθοδο της αντικατάστασης του παλαιού δανείου με νέο, μικρότερου ύψους. Ουσιαστικά, οριστική διευθέτηση σημαίνει και πλήρη αλλαγή της σύμβασης. Οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις αφορούν κυρίως στις μικρές επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά, αλλά ανοίγουν τον δρόμο και για κούρεμα χρεών στις μεγάλες εταιρείες, οι οποίες έτσι κι αλλιώς έχουν άλλες δυνατότητες διαπραγμάτευσης με τις τράπεζες.

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ. Ο δεύτερος άξονας, ο οποίος θεωρείται και πιο σημαντικός, που θα λειτουργεί παράλληλα με όλους τους υπόλοιπους, είναι η συνολική αντιμετώπιση των χρεών ενός οφειλέτη και αφορά, στη συγκεκριμένη φάση, επιχειρήσεις, αν και σε άλλες χώρες της Ευρώπης εφαρμόζεται και για ιδιώτες. Με νομοθετική παρέμβαση από το υπουργείο Ανάπτυξης θα δημιουργηθεί ένας μηχανισμός εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών, στον οποίο όμως θα συμμετέχουν όλοι οι δανειστές, πάσης φύσεως, δηλαδή οι τράπεζες, οι προμηθευτές, το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία. Ουσιαστικά θα συγκεντρώνονται έτσι οι συνολικές υποχρεώσεις του οφειλέτη και η λύση θα δίνεται συνολικά και, αν προκύπτει και διαγραφή χρεών, αυτό θα αφορά σε όλους τους πιστωτές. Προκειμένου να δοθεί οριστική λύση, θα υποβάλλεται business plan όχι από την επιχείρηση, αλλά από ανεξάρτητο οίκο, ενώ στη συνολική λύση θα προβλέπεται να μετέχουν και οι μέτοχοι της επιχείρησης. Αν δεν μετέχουν, θα αναζητείται στρατηγικός επενδυτής και η εταιρεία θα αλλάζει χέρια, απαλλαγμένη από τα προβλήματα που είχε. Η λύση αυτή, πέραν των άλλων, προστατεύει και τις τράπεζες, οι οποίες διαμαρτύρονται ότι ρυθμίζουν δάνεια και στη συνέχεια οι επιχειρήσεις με το κεφάλαιο που περισσεύει, αντί να αποπληρώνουν τα δάνεια, πληρώνουν οφειλές σε τρίτους, Δημόσιο και προμηθευτές, με αποτέλεσμα να υπονομεύουν τη ρύθμιση.

ΠΤΩΧΕΥΣΕΙΣ. Ο τρίτος άξονας παρέμβασης θα αφορά σε αλλαγές στον Πτωχευτικό Κώδικα των επιχειρήσεων και συγκεκριμένα στις διαδικασίες που προβλέπονται σήμερα. Το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει δεσμευτεί να φέρει νομοθετικές αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ώστε να μην καταστρατηγούνται οι πτωχευτικές διαδικασίες από επιτήδειους επιχειρηματίες, που εξασφαλίζουν σήμερα μέσω νομικών και δικαστικών κενών το ακαταδίωκτο, υποβάλλοντας αιτήσεις για πτώχευση ή υπαγωγή στο Αρθρο 99 και παίρνοντας συνεχείς αναβολές και παρατάσεις. Οι ρυθμίσεις που θα εισαχθούν θα προβλέπουν ασφυκτικά χρονικά περιθώρια και ταυτόχρονα αυτόματες διαδικασίες εκποίησης περιουσίας επιχειρήσεων που δεν αποπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους.

Οι αλλαγές στον Νόμο Κατσέλη

Ο τέταρτος άξονας παρέμβασης αφορά στον Νόμο Κατσέλη, όπως έχει τροποποιηθεί το 2013 και ισχύει και σήμερα. Ο νόμος θα παραμείνει ισχύ και οι παρεμβάσεις που θα γίνουν θα έχουν κυρίως ως στόχο να μη φτάνουν οι υποθέσεις στα δικαστήρια και να σταματήσει ο σημερινός τραγέλαφος, με τις μισές προσφυγές υπερχρεωμένων νοικοκυριών να έχουν πάρει ημερομηνίες εκδίκασης σε 5 έως και 10 χρόνια. Ειδικότερα στον Νόμο Κατσέλη θα προστεθούν διατάξεις που θα θεσμοθετούν την προδικαστική διαδικασία, με την έννοια της διαμεσολάβησης (η διαμεσολάβηση υπάρχει, αλλά δεν λειτουργεί), και θα καθιστούν το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας υποχρεωτικά εκτελεστό. Αυτό ουσιαστικά θα λειτουργεί αποτρεπτικά όσον αφορά τις δικαστικές προσφυγές.

Σε κάθε περίπτωση, το σύνολο του πλέγματος μέτρων που προωθούνται έχει ως στόχο, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, να πιάσει στη «φάκα» τους δανειολήπτες που δεν πληρώνουν εκ συστήματος («μπαταχτσήδες»), να εξασφαλίσει την πληρωμή υποχρεώσεων προς τους πιστωτές (κυρίως τις τράπεζες) στο μέτρο δυνατότητας του κάθε δανειολήπτη, να γίνει διαγραφή οφειλών όπου δεν υπάρχει περίπτωση να εισπραχθούν ποτέ και να εξυγιανθούν προβληματικές επιχειρήσεις, ώστε να λειτουργήσει η αγορά και να βοηθηθεί η οικονομία.